[ Γιώργος X. Παπασωτηρίου / Κόσμος / 25.12.22 ]
Ο William M. δολοφόνησε τρεις ανθρώπους και τραυμάτισε πολλούς άλλους στο κουρδικό πολιτιστικό κέντρο Ahmet-Kaya, στην rue d'Enghien στο Παρίσι. Η γαλλική αστυνομία τον χαρακτήρισε ψυχασθενή και σταμάτησε την κράτησή του, στέλνοντάς τον για ιατρική περίθαλψη! Μόνο που τα θύματα του δολοφόνου δεν είναι τυχαία πρόσωπα: Είναι η γνωστή φεμινίστρια-ακτιβίστρια Emine Kara (πρόεδρος του κουρδικού γυναικείου κινήματος στη Γαλλία, που πολέμησε στη Συρία ενάντια στο Ισλαμικό Κράτος, φωτογραφία) και ο τραγουδιστής Mir Perwer.
Γι’ αυτό η κουρδική κοινότητα της Γαλλίας (αριθμεί 250.000 μέλη) αρνείται να πιστέψει τη θέση της ρατσιστικής επίθεσης. Θυμίζουμε τη δολοφονία τριών ακτιβιστριών στις 9 Ιανουαρίου 2013 στη rue Lafayette, από πράκτορα του τουρκικού κράτους. Επιπλέον, η κουρδική κοινότητα δεν έγινε ποτέ μέχρι σήμερα στόχος ακροδεξιού «ρατσισμού» (αυτό δήλωσε ως κίνητρο ο δολοφόνος). Γι’ αυτό οι χιλιάδες Κούρδοι που διαδήλωσαν το Σάββατο στην Place de la République στο Παρίσι, καταγγέλλουν ότι η επίθεση είχε πολιτικά κίνητρα, ότι «πρόκειται για τη συνέχιση της καταστολής που χτυπά τους Κούρδους στις χώρες καταγωγής τους αλλά και στην εξορία τους»(Le Monde). Η γαλλική αστυνομία φρόντισε να επιβεβαιώσει την καταγγελία αυτή ασκώντας άγρια βία εναντίον των Κούρδων διαδηλωτών.
Η τραγωδία του κουρδικού λαού
Κάποτε ήταν οι Εβραίοι, που υπέστησαν την «τελική λύση» του Χίτλερ, σήμερα είναι οι Κούρδοι, οι Παλαιστίνιοι, οι Ροχίνγκια κ.ά. που υφίστανται τις διώξεις του Ερντογάν, των ακροδεξιών του Ισραήλ, των φασιστών της Μιανμάρ. Λαοί εξόριστοι, που αναζητούν χώμα-πατρίδα να ριζώσουν.
Το φθινόπωρο του 2019, ο κουρδικός λαός γνώρισε ένα νέο δραματικό επεισόδιο με την αμφισβήτηση της συγκρότησης μιας Δημοκρατικής Ομοσπονδίας της Βόρειας Συρίας. Ο λαός που έδωσε το αίμα του για την ήττα του ισλαμικού χαλιφάτου προδόθηκε για μία ακόμα φορά. Στις 9 Οκτωβρίου, ο τουρκικός στρατός (η Τουρκία είχε συνεργαστεί με το Χαλιφάτο), υποστηριζόμενος από σύριους αντάρτες, εισέβαλε σε αυτή την περιοχή, η οποία είναι πολιτικά αυτόνομη από το 2013 και ονομάζεται Συριακό Κουρδιστάν ή Ροζάβα («Δύση» στα Κουρδικά). Οι Κούρδοι είχαν ζητήσει από την Ουάσιγκτον να «αναλάβει την ηθική ευθύνη της» και «να σέβεται τις υποσχέσεις της», κατηγορώντας τις ΗΠΑ ότι τους έχει εγκαταλείψει, αποσύροντας τα στρατεύματά τους από τα σύνορα με την Τουρκία.
Στις 22 Οκτωβρίου οι Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν και Βλαντιμίρ Πούτιν ανακοινώνουν στο Σότσι μια συμφωνία δέκα σημείων Τουρκίας-Ρωσίας για την επικύρωση της νέας διαμόρφωσης στη βορειοανατολική Συρία. Η Τουρκία, η οποία είχε ήδη καταλάβει την επαρχία του Αφρίν από τον Ιανουάριο του 2018, αναλαμβάνει τον έλεγχο μιας λωρίδας μήκους εκατό χιλιομέτρων και πλάτους τριάντα χιλιομέτρων. Οι Μονάδες Προστασίας του κουρδικού Λαού (YPG), η ένοπλη πτέρυγα του Κόμματος Δημοκρατικής Ένωσης (PYD), το ίδιο το συριακό παράρτημα του Εργατικού Κόμματος του Κουρδιστάν (PKK) που δραστηριοποιείται στην Τουρκία, αναγκάζονται να εγκαταλείψουν μέρος του συριακού εδάφους που έλεγχαν.
Για άλλη μια φορά στη βασανισμένη ιστορία τους, οι Κούρδοι μαχητές απογοητεύτηκαν από τους πρώην συμμάχους τους. Αντιμέτωποι με τη νέα στρατιωτική κατοχή του Ερντογάν -η τρίτη στη Συρία από το 2016- η Ουάσιγκτον, το Παρίσι και το Βερολίνο διαμαρτυρήθηκαν για λίγο αλλά τελικά ενέδωσαν στον αφέντη της Άγκυρας. Οι Κούρδοι κύριες αιχμές του δόρατος του αγώνα κατά των δυνάμεων του χαλιφάτου, βρίσκονται απομονωμένοι και μόνιμα παραδομένοι στις συνδυασμένες ορέξεις της Άγκυρας, της Δαμασκού, της Μόσχας και της Τεχεράνης.
Έτσι κλονίζεται για άλλη μια φορά το «παλιό όνειρο» του κουρδικού λαού να αποκτήσει ένα έθνος, ένα κράτος ή, τουλάχιστον, μια μορφή εδαφικής κυριαρχίας στα τεράστια εδάφη (500.000 km2) της Μέσης Ανατολής που εκτείνονται από το Μαχαμπάντ (Ιράν) μέχρι το Erbil (Ιράκ) και από το Diyarbakır (Τουρκία) μέχρι το Kamechliye (Συρία). Για σχεδόν έναν αιώνα, οι περιφερειακές συγκρούσεις και οι γεωπολιτικές εξελίξεις συνέχισαν να μετατοπίζουν το κέντρο βάρους του κουρδικού ζητήματος μεταξύ αυτών των τεσσάρων πόλων. Ο «κουρδικός ήλιος», αυτό το εμβληματικό ομοίωμα με τις 21 ακτίνες, λάβαρο ενός λαού χωρίς κράτος από τις αθετημένες υποσχέσεις των Συμμάχων μετά τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο, είδε την πορεία του να περνά από τη μια χώρα στην άλλη. Το 1946, ανέβηκε στην Ανατολή, στο Ιράν, ακτινοβολώντας πάνω από την περήφανη αλλά βραχύβια Κουρδική Δημοκρατία του Μαχαμπάντ. Στα τέλη της δεκαετίας του 1970, στην Τουρκία, δημιουργήθηκε το ΡΚΚ, αρχικά με νόμιμη δράση και στη συνέχεια με την καταφυγή στη χρήση όπλων κατά της τουρκικής εξουσίας (1984). Μια επιλογή που έκανε γνωστή την κουρδική υπόθεση σε όλο τον κόσμο. Στη συνέχεια, η έδρα του αγώνα μεταφέρθηκε στο Ιράκ, όπου οι peshmergas – «αυτοί που δεν φοβούνται τον θάνατο» – ενσάρκωσαν την κουρδική αντίσταση και τον αλυτρωτισμό. Μετά τον πρώτο πόλεμο του Κόλπου (1991), δημιούργησαν την Περιφερειακή Κυβέρνηση του Ιράκ-Κουρδιστάν (GRK). Το Bachour, ή το «Νότιο Κουρδιστάν», έγινε μια απτή πραγματικότητα. Ο δεύτερος πόλεμος του Κόλπου (2003), που είχε ως αποτέλεσμα την πτώση του καθεστώτος του Σαντάμ Χουσεΐν, άνοιξε το δρόμο για την αναγνώριση της KRG από το Σύνταγμα του Ομοσπονδιακού Κράτους του Ιράκ (2005). Για δύο δεκαετίες, η εμπειρία αυτής της περιφερειακής αυτονομίας επισκίασε τα «κουρδικά ζητήματα» των τριών άλλων «αδελφών» και γειτονικών Κουρδιστάν. Όμως, η δύναμη του κουρδικού ήλιου εξασθενεί ξανά. Η αδιαμφισβήτητη κυριαρχία του Δημοκρατικού Κόμματος του Ιράκ Κουρδιστάν (PDK) και της οικογένειας Μπαρζανί (πατέρας, γιος και εγγονός) στη μεγάλη σκακιέρα του κουρδικού ζητήματος, καθώς και η αδιάκοπη αντιπαλότητα μεταξύ του PDK και της Πατριωτικής Ένωσης του Κουρδιστάν (PUK) διάβρωσαν το όνειρο.
Η κερδοσκοπία και ο αγώνας για τον πλουτισμό άλλαξαν τη θρυλική στρατιωτική ικανότητα των Κούρδων του Ιράκ. Σε μια δεκαετία, η κουρδική οντότητα είχε ευημερήσει, αλλά με τίμημα τη διεύρυνση των κοινωνικών ανισοτήτων και τη διαφθορά στις τάξεις των τοπικών ελίτ. Σύμφωνα με τον αείμνηστο Κούρδο Πρόεδρο του Ιράκ, Τζαλάλ Ταλαμπανί (1933-2017), η αυτόνομη περιοχή είχε, «το 2017, δεκαεννέα δισεκατομμυριούχους σε δολάρια»… Το 2014, κατά τη διάρκεια των προελάσεων των τζιχαντιστικών στρατευμάτων του Ισλαμικού Κράτους, οι peshmergas είχαν μόνο 145.000 άνδρες στα όπλα, από τους 350.000 που ήταν εγγεγραμμένοι στις κουρδικές περιφερειακές φρουρές. Και η «πρωτεύουσα» Ερμπίλ όφειλε τη σωτηρία της στη δυναμική επέμβαση των πολιτοφυλακών σιιτών με επικεφαλής έναν Ιρανό στρατηγό. Τον Σεπτέμβριο του 2017, ο Μπαρζανί προσπάθησε να εκμεταλλευτεί την ήττα του ΙΚ στο Ιράκ και τη Συρία για να επιβάλει την ανεξαρτησία του Κουρδιστάν μέσω δημοψηφίσματος (92,7 % υπέρ της ανεξαρτησίας). Αλλά η κεντρική κυβέρνηση της Βαγδάτης κήρυξε "παράνομο" το δημοψήφισμα. Η αποτυχία αυτής της προσπάθειας ανεξαρτησίας σήμανε το τέλος ενός κύκλου: την παραίτηση (το 2017) του Μπαρζανί. Έκτοτε, η κουρδική περιοχή του Ιράκ βρίσκεται σε μια επικίνδυνη σύγκρουση με την εξουσία της Βαγδάτης, με κίνδυνο να εξαφανιστεί το αυτόνομο καθεστώς της.
Τα τελευταία δέκα χρόνια, το κέντρο βάρους του κουρδικού ζητήματος μετατοπίσθηκε προς τα δυτικά. Σε μια Συρία που σπαράσσεται από τον εμφύλιο πόλεμο από το 2011, η εμπειρία της Ροζάβα αναβίωσε το όνειρο της αυτονομίας. Από το 2013, αυτή η αυτονομία που απέκτησαν de facto οι Κούρδοι της Συρίας απέκτησε μια στέρεη εδαφική βάση (τα καντόνια του Αφρίν, του Κομπάνι και του Τζεζίρε) και ένα φιλόδοξο πολιτικό σχέδιο, τη δημιουργία μιας Δημοκρατικής Ομοσπονδίας της Βόρειας Συρίας, ένα έργο που εμπνέεται σε μεγάλο βαθμό από τον Murray Bookchin (1921-2006) που υιοθέτησε από τις αρχές της δεκαετίας του 2000 ο Abdullah Öcalan, ο ηγέτης του τουρκικού Κουρδιστάν που είναι σε φριχτή απομόνωση σε τουρκική φυλακή από το 1999. Η κουρδική «αναγέννηση» στη Συρία τροφοδοτήθηκε από τις στρατιωτικές νίκες που κέρδισαν τα τάγματα YPG (αποτελούμενα από γυναίκες και άνδρες) και οι μονάδες που συμμετέχουν στο FDS. Ο πόλεμος των Κούρδων κατά των δυνάμεων του IS προσέδωσε διεθνή πολιτική «ορατότητα» στην κουρδική υπόθεση.
Οι Κούρδοι όμως δεν παύουν ποτέ να διχάζονται. Η πολιτική άνοδος της Ροζάβα δεν ευχαρίστησε όλους τους ηγέτες της KRG. Ο Μπαρζανί (αναφερθήκαμε πιο πάνω στη διαφθορά του καθεστώτος του) ήταν εχθρικά διακείμενος στη Ροζάβα καθώς από το 2005 με την ανάπτυξη του εμπορίου, των εξαγωγών πετρελαίου από το ιρακινό Κουρδιαστάν και τις κατασκευαστικές δραστηριότητες, διαμορφώθηκε μια ισχυρή σχέση εξάρτησης μεταξύ Ερμπίλ και Άγκυρας. Στους διαδρόμους του κοινοβουλίου του GRK, η στρατηγική προέλαση του PYD στη Ροζάβα δημιουργούσε εκνευρισμό, σε σημείο που οι ηγέτες του PDK, που ήταν εχθρικοί προς το PKK, να αποκαλούν ανοιχτά τους ομοεθνείς τους «Κόκκινους Χμερ»!
Αυτή η αντιπαλότητα δεν εμπόδισε τις κουρδικές δυνάμεις στη Συρία να επεκτείνουν τον εδαφικό τους έλεγχο πέρα από τα τρία καντόνια της Ροζάβα, κατά μήκος του Ευφράτη, στη Ράκκα και στη συνέχεια στην Ντέιρ Εζ-Ζορ. Σε λιγότερο από τρία χρόνια (2014-2017), οι SDF κατάφεραν να ελέγξουν σχεδόν το ένα τρίτο του συριακού εδάφους, περιοχές πλούσιες σε ενεργειακούς πόρους (φράγματα, πετρέλαιο). Στα τέλη του 2017, ωστόσο, η προοπτική μιας ομοσπονδιακής ανασυγκρότησης της Συρίας εξακολουθούσε να απευθύνεται σε πολλούς παράγοντες. Ομολογουμένως, η απειλή αιωρούνταν (ήδη) να δουν τις Ηνωμένες Πολιτείες να εγκαταλείπουν τους Κούρδους συμμάχους τους (στη μάχη κατά του IS), αλλά οι ηγέτες του PYD-PKK πόνταραν επίσης στον νέο ισχυρό παράγοντα στην περιοχή: τη Ρωσία του Πούτιν.
Τον Δεκέμβριο του 2017, αφού παρασημοφόρησαν αξιωματικούς των SDF στη Μόσχα, οι Ρώσοι στρατηγοί ανακοίνωσαν τη δημιουργία μιας «ενιαίας διοίκησης με τους Κούρδους» στις ανατολικές περιοχές της Συρίας. Όμως, λίγες εβδομάδες αργότερα, τον Ιανουάριο του 2018, ο Ερντογάν βομβάρδισε το καντόνι του Αφρίν, με τη σιωπηρή συμφωνία του... Πούτιν. Τα τέλη του 2018, αποσύρονται οι Αμερικανοί και με την ανοχή του Πούτιν ο Ερντογάν εισβάλει στη Ροζάβα.
Από το 2012 έως το τέλος του 2019 , η κουρδική υπόθεση ήταν μια σκληρή διαδοχή στρατιωτικών άθλων και προδοσιών που προέρχονται από τον κυνισμό της ρεαλπολιτικ των περιφερειακών δυνάμεων (Ιράν, Τουρκία) και των υπερδυνάμεων (Ηνωμένες Πολιτείες, Ευρώπη, Ρωσία).
Στις αρχές Νοεμβρίου 2019, στο μικροσκοπικό εργαστήριό του στο Παρίσι, ο Μεχμέτ Κ., ένας 58χρονος Κούρδος ράφτης που ζει στη Γαλλία από την εξορία του από την Τουρκία (στα μέσα της δεκαετίας του 1980), κοιτάζει άναυδος και έξαλλος τις τηλεοπτικές εικόνες των προσφύγων από τη Ροζάβα που φεύγουν εξαιτίας της τουρκικής εισβολής: «Είναι η κοινή μας καταπίεση που, για πολύ καιρό, τροφοδοτεί τη φωτιά της υπόθεσης μας», μας λέει. Μια αιτία που τρέφεται από αυτή τη μοναδική ικανότητα των Κούρδων να παράγουν, επί δεκαετίες, μια ανεξάντλητη και αδάμαστη μαχητικότητα. Κάθε κουρδική περιοχή αναλαμβάνει τη σκυτάλη της αντίστασης όταν ηττάται η γειτονική. Επί έναν αιώνα, η μη αναγνώριση (εκτός KRG) της ταυτότητας, των πολιτιστικών και, κυρίως, των πολιτικών και εδαφικών δικαιωμάτων των Κούρδων συντηρούσε προφανώς την επανάληψη αυτής της παράδοσης. Αλλά δεν εξηγεί τα πάντα. Το δημογραφικό βάρος αυτού του λαού στον χάρτη της Μέσης Ανατολής είναι ένα άλλο ισχυρό κίνητρο: σύμφωνα με το Κουρδικό Ινστιτούτο του Παρισιού, οι Κούρδοι είναι περισσότεροι από 3,5 εκατομμύρια στη Συρία, 20 εκατομμύρια στην Τουρκία, περίπου 12 εκατομμύρια στο Ιράν και 8,5 εκατομμύρια στο Ιράκ… Ποια περιοχή του κόσμου θα μπορούσε να διεκδικήσει σταθερότητα παραβιάζοντας τα δικαιώματα περισσότερων από 44 εκατομμυρίων ανθρώπων; Όποια και αν είναι τα σενάρια που περιμένουν τη μελλοντική Συρία, την Τουρκία μετά τον Ερντογάν, το Ιράκ, ακόμη και το Ιράν, η Μέση Ανατολή είναι καταδικασμένη να διευθετήσει το κουρδικό ζήτημα.
*Πληροφορίες από τη Le Monde Diplomatique