Παρασκευή 22 Ιουλίου 2011
Δημοκρατία και λαϊκισμός
Σε μία ακόμη Σύνοδος Κορυφής των Ευρωπαίων κυριάρχησαν όχι τα κοινά αλλά τα ιδιαίτερα συμφέροντα όπως αυτά του χρηματοπιστωτικού κεφαλαίου ή τα εθνικά. Για μία ακόμη φορά οι εγχώριοι ψιττακοί του λαϊκισμού μιλούν για τα χρήματα του Γερμανικού λαού, που δίνονται στην Ελλάδα, ενώ πρόκειται για τοκογλυφικούς δανεισμούς, χωρίς να λησμονούμε τα τεράστια οφέλη της Γερμανίας από τις εξαγωγές της προς τις χώρες της ευρωζώνης λόγω του υπερτιμημένου ευρώ. Κι επειδή μιλήσαμε για λαό και λαϊκισμό, αξίζει να αναφερθούμε στη διάκριση των εννοιών από τον Γάλλο διανοητή Pierre Rosanvallon. Από την έννοια λαός στην οποία στηρίζεται θετικά ο δημοκρατικός βίος, προκύπτει και μία αρνητική έννοια ο λαϊκισμός, συνιστώντας το σημερινό δημοκρατικό παράδοξο. Αυτό προέρχεται από τη διάσταση μεταξύ της λαϊκής κυριαρχίας και του προβληματικού χαρακτήρα του λαού ως πολιτικού υποκειμένου. Απορρέει, επίσης, από τον προβληματικό χαρακτήρα των θεσμών και των διαδικασιών έκφρασης του λαού. Σήμερα, ο λαός ως πολιτικό υποκείμενο βρίσκεται σε κρίση, καθώς υπάρχει μια ιδιαίτερη κρίση αντιπροσώπευσης. Επίσης, κρίση διέρχεται ο λαός και εκ του γεγονότος ότι η κοινωνία δεν συνιστά πλέον ενιαίο σώμα λόγω των μεγάλων ανισοτήτων. Η μεγάλη κοινωνική διχοτόμηση αφορά στους «πάνω», που είναι οι ολιγαρχίες και οι κοσμοπολιτικές ελίτ, και στους «κάτω» που είναι οι εργαζόμενοι και οι κοινωνικά αποκλεισμένοι.
Μπορούμε να πούμε για τον λαϊκισμό ότι είναι το σύμπτωμα μιας πραγματικής κατάστασης και συγχρόνως η έκφραση μιας ψευδαίσθησης. Είναι με άλλα λόγια το σημείο συνάντησης της πολιτικής δυσαρέσκειας –λόγω της κρίσης αντιπροσώπευσης και της δυσλειτουργίας του δημοκρατικού καθεστώτος- και της αδυναμίας επίλυσης των καυτών κοινωνικών προβλημάτων. Ο λαϊκισμός, συνεπώς, είναι μια μορφή απλουστευτικών απαντήσεων στις παραπάνω δυσκολίες. Η πρώτη απλούστευση είναι ότι το αντιπροσωπευτικό σύστημα και η δημοκρατία έχουν διαφθαρεί από τους πολιτικούς και η μόνη πραγματική δημοκρατία είναι η προσφυγή στο λαό υπό τη μορφή δημοψηφισμάτων. Άρα, τα δημοψηφίσματα που σχεδιάζει το ΠΑΣΟΚ είναι ένας ορισμένος τύπος λαϊκισμού και όχι δημοκρατία. Επίσης, ο λαός δεν καθίσταται τέτοιος ετεροκαθοριζόμενος από την ύπαρξη μιας ολιγαρχίας πλούσιων. Και η τρίτη απλούστευση είναι αυτή που αφορά στην κοινωνική συνοχή καθώς γίνεται αναφορά στην ταυτότητα της κοινωνίας και όχι στην εσωτερική ποιότητα των κοινωνικών σχέσεων. Με μόνο την αναφορά στην ταυτότητα έχουμε τον στιγματισμό των «άλλων», αυτών που απορρίπτονται ως μη οικείοι, όπως οι μετανάστες, οι αλλόθρησκοι κ.ά.
Για να υπερβούμε κατά συνέπεια την δημοκρατική παρέκκλιση που αποκαλείται λαϊκισμός πρέπει να σκεφτούμε με πιο τρόπο θα βελτιώσουμε τη δημοκρατία. Γιατί κανείς δεν μπορεί να σταματήσει το λαϊκισμό αρκούμενος στην υπεράσπιση της δημοκρατίας τέτοια που είναι σήμερα. Για να ασκήσουμε κριτική στον λαϊκισμό πρέπει να έχουμε ένα σχέδιο επανανακάλυψης και ανασυγκρότησης της δημοκρατίας, που να αφορά τον λαό-εκλογικό σώμα, τον κοινωνικό λαό, που δεν είναι απλώς η πλειοψηφία αλλά η τεράστια πλειοψηφία της κοινωνίας και ο λαός-αρχή, όπως ορίζεται από το Σύνταγμα και τους νόμους.
Η δημοκρατία, εντέλει, οφείλει πιο αποφασιστικά να προσδιοριστεί ως τρόπος παραγωγής του κοινού βίου, βασιζόμενου στην εμπιστοσύνη, μέσα στην καθημερινότητα. Μια δημοκρατία που θα επαναορίσει το κοινωνικό συμβόλαιο και θα αναζητεί συνεχώς περισσότερη ισότητα.
Μπορούμε να πούμε για τον λαϊκισμό ότι είναι το σύμπτωμα μιας πραγματικής κατάστασης και συγχρόνως η έκφραση μιας ψευδαίσθησης. Είναι με άλλα λόγια το σημείο συνάντησης της πολιτικής δυσαρέσκειας –λόγω της κρίσης αντιπροσώπευσης και της δυσλειτουργίας του δημοκρατικού καθεστώτος- και της αδυναμίας επίλυσης των καυτών κοινωνικών προβλημάτων. Ο λαϊκισμός, συνεπώς, είναι μια μορφή απλουστευτικών απαντήσεων στις παραπάνω δυσκολίες. Η πρώτη απλούστευση είναι ότι το αντιπροσωπευτικό σύστημα και η δημοκρατία έχουν διαφθαρεί από τους πολιτικούς και η μόνη πραγματική δημοκρατία είναι η προσφυγή στο λαό υπό τη μορφή δημοψηφισμάτων. Άρα, τα δημοψηφίσματα που σχεδιάζει το ΠΑΣΟΚ είναι ένας ορισμένος τύπος λαϊκισμού και όχι δημοκρατία. Επίσης, ο λαός δεν καθίσταται τέτοιος ετεροκαθοριζόμενος από την ύπαρξη μιας ολιγαρχίας πλούσιων. Και η τρίτη απλούστευση είναι αυτή που αφορά στην κοινωνική συνοχή καθώς γίνεται αναφορά στην ταυτότητα της κοινωνίας και όχι στην εσωτερική ποιότητα των κοινωνικών σχέσεων. Με μόνο την αναφορά στην ταυτότητα έχουμε τον στιγματισμό των «άλλων», αυτών που απορρίπτονται ως μη οικείοι, όπως οι μετανάστες, οι αλλόθρησκοι κ.ά.
Για να υπερβούμε κατά συνέπεια την δημοκρατική παρέκκλιση που αποκαλείται λαϊκισμός πρέπει να σκεφτούμε με πιο τρόπο θα βελτιώσουμε τη δημοκρατία. Γιατί κανείς δεν μπορεί να σταματήσει το λαϊκισμό αρκούμενος στην υπεράσπιση της δημοκρατίας τέτοια που είναι σήμερα. Για να ασκήσουμε κριτική στον λαϊκισμό πρέπει να έχουμε ένα σχέδιο επανανακάλυψης και ανασυγκρότησης της δημοκρατίας, που να αφορά τον λαό-εκλογικό σώμα, τον κοινωνικό λαό, που δεν είναι απλώς η πλειοψηφία αλλά η τεράστια πλειοψηφία της κοινωνίας και ο λαός-αρχή, όπως ορίζεται από το Σύνταγμα και τους νόμους.
Η δημοκρατία, εντέλει, οφείλει πιο αποφασιστικά να προσδιοριστεί ως τρόπος παραγωγής του κοινού βίου, βασιζόμενου στην εμπιστοσύνη, μέσα στην καθημερινότητα. Μια δημοκρατία που θα επαναορίσει το κοινωνικό συμβόλαιο και θα αναζητεί συνεχώς περισσότερη ισότητα.
Πέμπτη 21 Ιουλίου 2011
Φόβος και φασισμός
Είπαν το έγκλημα σκάνδαλο. Αλλά η πείνα στην ανατολική Αφρική δεν είναι σκάνδαλο αλλά έγκλημα κατά της ανθρωπότητας. Εγκληματίες είναι οι δυτικοί που προκαλούν εμφύλιες συρράξεις και διχοτομήσεις προκειμένου να ελέγξουν τον ορυκτό πλούτο και να αγοράσουν κυριολεκτικά για ένα κομμάτι ψωμί τεράστιες εκτάσεις αφρικανικών χωρών. Εγκληματίες είναι αυτοί που φορούν την προσωπίδα των δήθεν φιλανθρωπικών Μη Κυβερνητικών Οργανώσεων. Τους εγκληματίες αυτούς δεν θα τους κυνηγήσει κανείς, όπως τους Σέρβους ή όσους γενικά αντιτίθενται στις επιταγές των δυτικών. Το ίδιο και για τον Κινέζο εργαζόμενο της Foxconn, που κατασκευάζει ηλεκτρικές συσκευές για την Apple, τη Sony και τη Nokia, ο οποίος αυτοκτόνησε στα 21 του χρόνια, λίγοι και για λίγο θα μιλήσουν. Όπως συνέβη και με τους αυτόχειρες της France Telecom. Οι τελευταίοι, όμως, δεν είναι σαν τους πρώτους, καθώς είναι δυτικοί. Ακριβώς, όπως ο «νεαρός σκλάβος» του Πλάτωνα διέφερε από τους άλλους σκλάβους γιατί μιλούσε ελληνικά, έτσι, σήμερα, οι σκλάβοι στη Γερμανία, στη Γαλλία ή τη Βρετανία είναι πιο προνομιούχοι έναντι των λιμοκτονούντων αφρικανών, των βομβαρδισμένων ασιατών, των κινέζων δούλων και εσχάτως των Ελλήνων κωπηλατών της γαλέρας. Οι τελευταίοι θεωρήσαμε ότι εισερχόμενοι στην Ευρωπαϊκή Ένωση και πολύ περισσότερο στην ευρωζώνη θα απολαμβάναμε τα τυχερά του προνομιούχου δούλου. Αλλά φευ! Τώρα που το καταλάβαμε, είναι πλέον αργά. Η Ενωμένη Ευρώπη, το κοινό ευρωπαϊκό σπίτι απεδείχθησαν μύθος. Ούτε οι Γερμανοί, ούτε οι Γάλλοι, κανείς δεν είναι Ευρωπαίος. Ο καθένας θέλει να κάνει την Ευρώπη αυτοκρατορία του. Με πιο κοντά στο στόχο τους Γερμανούς. Και εάν επρόκειτο για τον «γερμανικό εγωισμό», θα ήταν λίγο το κακό. Πολύ φοβόμαστε ότι οι σύγχρονοι Γερμανοί αντιμετωπίζουν τους άλλους με αλαζονικό και ενίοτε με ολοκληρωτικό τρόπο. Ακριβώς όπως οι ναζί, οι οποίοι ανήγαγαν σε μοναδική παγκόσμια αξία τη δική τους εθνική κουλτούρα, το δικό τους τρόπο σκέψης και ζωής, αρνούμενες το σεβασμό στους τρόπους των άλλων λαών και την κατακτημένη διιστορική αξιοπρέπειά τους. Γι’ αυτό ο ναζισμός και ο φασισμός είναι εδώ έχοντας ως όπλο τους το φόβο. Η σημερινή Σύσκεψη Κορυφής στις Βρυξέλλες παρουσιάζεται ως η συντέλεια του κόσμου. Φόβος παντού και για τα πάντα. Φόβος για τις τράπεζες, φόβος για την εργασία, φόβος για την επιβίωση, φόβος για το μέλλον των παιδιών, για την κλιματική αλλαγή, για όλα. Αυτές οι φοβίες συντείνουν στη διαμόρφωση του ψυχισμού των ανθρώπων αλλά δεν συνιστούν στήριγμα που θα προσανατολίσει την ύπαρξη ή που θα μας κάνει να γνωρίσουμε που οδεύει ο κόσμος. Αντιθέτως, διαταράσσουν την ορθή χρήση του νου, οδηγώντας στο σύγχρονο ολοκληρωτισμό γερμανικού τύπου, όπου ένας λαός, οι Γερμανοί εν προκειμένω θεωρούν ότι έχουν προτεραιότητα στις γεωπολιτικές επιλογές, στην κατοχή των πλουτοπαραγωγικών πηγών, στην κατάκτηση εδαφών και προπάντων στην υποταγή των ανθρώπων στους σκοπούς τους. Αυτός είναι ο αποκαλούμενος κοινωνιολογικός ναζισμός.
Συνεπώς, η σημερινή κρίση δεν είναι μόνο οικονομική, είναι πολιτική, είναι πολιτιστική, είναι κοινωνιολογική και ανθρωπολογική. Προπάντων είναι διεθνής. Γι’ αυτό η αντίδραση και η αντίσταση δεν πρέπει να τοπικές, αλλά διεθνικές. Όμως, για να είναι αποτελεσματικές πρέπει να συμβεί το πέρασμα πίσω από τον καθρέφτη, η διάβαση πέρα από τους ναρκισσισμούς και την άγρια επιθυμία για δύναμη των «οδηγών». Το ιστορικό υποκείμενο της σημερινής εξανάστασης είναι η κοινωνία των πολιτών. Γι’ αυτό τον κυρίαρχο ρόλο πρέπει να έχει η κοινωνία, η οποία σήμερα είναι απούσα. Γι’ αυτό οι ηγήτορες και οι κοινοβουλευτικοί εκπρόσωποι πρέπει να ηγούνται υπακούοντας. Η ανυπακοή του ηγήτορα σημαίνει άμεση ανάκληση από τους εκπροσωπούμενους. Έτσι η λαϊκή κυριαρχία αναδομείται και μεταβάλλεται σε κανονιστική αρχή του δημόσιου βίου.
Συνεπώς, η σημερινή κρίση δεν είναι μόνο οικονομική, είναι πολιτική, είναι πολιτιστική, είναι κοινωνιολογική και ανθρωπολογική. Προπάντων είναι διεθνής. Γι’ αυτό η αντίδραση και η αντίσταση δεν πρέπει να τοπικές, αλλά διεθνικές. Όμως, για να είναι αποτελεσματικές πρέπει να συμβεί το πέρασμα πίσω από τον καθρέφτη, η διάβαση πέρα από τους ναρκισσισμούς και την άγρια επιθυμία για δύναμη των «οδηγών». Το ιστορικό υποκείμενο της σημερινής εξανάστασης είναι η κοινωνία των πολιτών. Γι’ αυτό τον κυρίαρχο ρόλο πρέπει να έχει η κοινωνία, η οποία σήμερα είναι απούσα. Γι’ αυτό οι ηγήτορες και οι κοινοβουλευτικοί εκπρόσωποι πρέπει να ηγούνται υπακούοντας. Η ανυπακοή του ηγήτορα σημαίνει άμεση ανάκληση από τους εκπροσωπούμενους. Έτσι η λαϊκή κυριαρχία αναδομείται και μεταβάλλεται σε κανονιστική αρχή του δημόσιου βίου.
Τετάρτη 20 Ιουλίου 2011
Η Αναστασία και ο Θαλής
«Ποιος και πόσο κόσμο κατεβάζει;». Ερώτημα πολιτικού στελέχους. Δεν έχει σημασία ποιου κόμματος. Αλλά έχει σημασία η διατύπωση του ερωτήματος καθώς δηλοί έναν συγκεκριμένο τρόπο σκέψης. Από εδώ ο «κόσμος», η μάζα, το πλήθος κι από εκεί οι «καθοδηγητές». Ή, όπως έλεγε ο θείος του Ελίας Κανέτι, η μάζα «Είναι παντού το ίδιο. Είτε θα είσαι μια σταγόνα που χάνεται μέσα στη μάζα, είτε εκείνος που ξέρει να της δίνει την κατεύθυνση. Άλλη επιλογή δεν έχεις»! Όσο για τον χειραγωγό-δημαγωγό, ο θείος Μπέρνχαρντ συμπλήρωνε: «Έχεις τους ανθρώπους στα χέρια σου σαν μαλακό προζύμι και μπορείς να κάνεις μαζί τους ό,τι θέλεις. Θα μπορούσες να τους ξεσηκώσεις να βάλουν φωτιά, στα δικά τους σπίτια, δεν υπάρχουν όρια γι’ αυτό το είδος εξουσίας». Αλλά τι κάνει κάποιον χειραγωγό των ψυχών και του πνεύματος χιλιάδων ανθρώπων; Κάποτε τον έκανε η εξουσία του λόγου, ουσιαστική και συμβολική. Γιατί δεν χρειάζεται να λες μόνο λεκτικά, πρέπει να λες και με τα σύμβολα της εικόνας σου. Σήμερα, την εξουσία αυτή κατέχουν οι άνθρωποι του χρήματος. Αυτοί που κατέχουν και τους παλαιούς «εξουσιαστές του λόγου», οι οποίοι σήμερα είναι οι πολιτικοί, οι διαμορφωτές της κοινής γνώμης, οι ρήτορες, οι μεγάλοι δημαγωγοί, αλλά και οι περίφημοι επώνυμοι, τα διάσημα «ονόματα» και τα απέραντα Εγώ, τα οποία πάντα υποδύονταν τον εαυτό τους σε «πασαρέλες» επίδειξης και σε «παραστάσεις» τηλεοπτικής αντιλογίας, ή φουσκωμένης ματαιοδοξίας και εξυπνακισμού. Οι εξουσιαστές του λόγου ή αλλιώς οι «πνευματικοί άνθρωποι» ζουν πάντα σε ομάδες και σε κλίκες. Αυτές που σιτίζονται σε κρατικά ή κρατικοδίαιτα εκδοτικά πρυτανεία και υπογράφουν κείμενα υπέρ των βομβαρδισμών, υπέρ του σχεδίου Ανάν και κατά των Αγανακτισμένων. Οι διασημότητες αυτές είναι υποχρεωμένες να βρίσκονται σε διαρκή έκθεση (για να μην ξεχαστούν) και σε διαρκή πόλεμο, καθώς μόνο επιτιθέμενος, ή γλύφοντας προς όλες τις κατευθύνσεις γίνεσαι κάποιος. «Από τότε στο Βερολίνο» σημειώνει ο Ελίας Κανέτι, «είχα βιώσει την εξουσία (σ.σ. την πνευματική) την οποία γνώρισα από πολύ κοντά με την απατηλή μορφή της δόξας, εκείνη την εξουσία μέσα στην οποία νόμιζα ότι θα πνιγώ, από τότε λοιπόν μου ήταν κατανοητό ότι έγινα δεκτικός σε κάθε μορφής ανισχυρία… και δεν ήταν η δημόσια διακηρυγμένη ανισχυρία με την οποία αρέσκονταν άλλοι να ενεργούν εγωιστικά, παρά ήταν εκείνη η ριζωμένη και κρυφή των μεμονωμένων ατόμων, τα οποία παρέμεναν απομονωμένα…». Από εδώ εκκινεί η ταύτιση του Κανέτι με τους αποκλεισμένους και ο πραγματικός σεβασμός προς τον άνθρωπο. Διότι ο σεβασμός στον άνθρωπο είναι μάθεις να ακούς: «…το ζητούμενο είναι όχι ν’ ακούς την κάθε λέξη, αλλά και να προσπαθείς να την κατανοήσεις και να πιστοποιήσεις αυτή την κατανόηση με το να απαντάς με ακρίβεια και δίχως διαστρεβλώσεις. Ο σεβασμός για τους ανθρώπους έχει την αρχή του στο να μην αγνοείς τα λόγια τους», να τους αντιμετωπίζεις σαν υποκείμενα και όχι σαν αντικείμενα. Ακριβώς, όπως εκείνο το απόγευμα στην πλατεία Συντάγματος όπου μερικοί νέοι έδειξαν ότι μπορούμε να σκεφτούμε και να μιλήσουμε διαφορετικά, σαν ένα ανοιχτό και απαραπλάνητο πλήθος, το οποίο το οργανώνει η απελπισία και το συνέχει η ελπίδα μιας άλλης πολιτικής κοινωνίας όπου θα εκφράζονται όλοι και δεν θα υπάρχουν κάποιοι αχρείοι τύποι που θα κόβουν από τις χρηματοδοτήσεις του προγράμματος «Θαλής» τους καλύτερους παγκοσμίως ερευνητές, όπως η Αναστασία Παπαδοπούλου.
Τρίτη 19 Ιουλίου 2011
Ο ήχος των κτιστών
Μία εφημερίδα του πανίσχυρου δικτύου Μέρντοχ υποκλέπτει τηλεφωνικές συνομιλίες. Στην υπόθεση εμπλέκονται στελέχη και ο αρχηγός της Σκότλαντ Γιαρντ, δημοσιογράφοι, σύμβουλοι επικοινωνίας, όπως ο πρώην σύμβουλος του πρωθυπουργού Κάμερον κ.ά. Στην Ελλάδα δεν μάθαμε ποτέ ποιος υπέκλεπτε τις συνομιλίες ακόμα και του πρωθυπουργού. Ίσως γίνει γνωστό μετά από πενήντα χρόνια. Όπως, ακριβώς, συνέβη με την παρακολούθηση του Έρνεστ Χέμινγουεη: «Οι πράκτορες του FBI, είναι η κόλαση, διάολε. Τα ακούνε όλα», έλεγε ο ίδιος ο συγγραφέας σε μία επιστολή του προς τον A. E. Hotchner το Νοέμβριο του 1960, περίπου επτά μήνες πριν την αυτοκτονία του. Κι οι συνειρμοί αυτόματοι καθώς και τα ερωτήματα: Αλήθεια, ποιος ελέγχει τι παρακολουθεί ο περίφημος «κοριός» της ελληνικής αστυνομίας, που υποκλέπτει τις τηλεφωνικές συνομιλίες εκ του μακρόθεν; Κι αν πέσει σε λάθος χέρια; Ειδικά στους δύσκολους καιρούς που ζούμε λόγω της οικονομικής ύφεσης αλλά και εξαιτίας της απειλής περιστολής των ατομικών ελευθεριών και της δημοκρατίας, ο κίνδυνος είναι μεγάλος. Έτσι, ένα εργαλείο κατά του οργανωμένου εγκλήματος μπορεί εύκολα να στραφεί εναντίον του λαού, καθώς οι περίφημες αγορές επιταχύνουν την έλευση της «μακρο-διαχείρισης», οδηγώντας τόσο στα καρτέλ όσο και στην ολιγαρχία. Τούτα εμφαίνονται ενωρίτερα στην περιφέρεια, όπου μετακυλίονται τα ελλείμματα των αναπτυγμένων χωρών κι όπου γίνονται οι λογής πολιτικοί και κοινωνικοί πειραματισμοί αντοχής ή επανίδρυσης του καπιταλισμού.
Το πρόβλημα, όμως, σήμερα τόσο στο κέντρο όσο και στην περιφέρεια είναι ότι δεν υπάρχει προοπτική. Για πρώτη φορά από τη δεκαετία του 1970, οι Αμερικανοί αντιμετωπίζουν μία τεράστια ανεργία χωρίς βραχυπρόθεσμη προοπτική μείωσης. Το ίδιο και ακόμη χειρότερα συμβαίνει στην Ελλάδα. Το ίδιο παντού. Η προηγούμενη ανάπτυξη όσο και η ευμάρεια ήταν ένα πυροτέχνημα, μία τεχνητή φούσκα. Σ’ αυτή είδε το θρίαμβό του ο χρηματοπιστωτικός καπιταλισμός-καζίνο των τοξικών ομολόγων και η νεοφιλελεύθερη ιδεολογία του. Αλλά στην κατάρρευσή του το χρηματοπιστωτικό κεφάλαιο πιάστηκε από την πραγματική οικονομία και το πολιτικό σύστημα που ελέγχει, κινδυνεύοντας να τα συμπαρασύρει και τα δύο στην άβυσσο. Ήδη έχουν καταρρεύσει εκείνες οι αξίες-κίνητρα, όπως η επιδίωξη του ατομικού οφέλους και η επιτυχία, που συνέδεαν τους ανθρώπους με το οικονομικό και το πολιτικό σύστημα, συνιστώντας το αμνιακό υγρό, τον πολιτισμό του. Τώρα τίποτα. Ο άνεργος ή ο χρεοκοπημένος επιχειρηματίας δεν έχει χάσει απλώς την εργασία του και, συνεπώς, τα αναγκαία για τη βιοτή του, απώλεσε και το πρόσωπό του, αφού πλέον δεν έχει εκείνα τα στοιχεία που τον καθιστούν αναγνωρίσιμο και ορατό. Τώρα πια δεν φαίνεται. Ευθύνεται; Ευθύνεται. Όχι γιατί «τα έφαγε μαζί» με τα παχύδερμα, όπως ισχυρίζεται εκείνος ο ανεκδιήγητος, αλλά γιατί δεν άκουσε «…ποτέ κρότον κτιστών ή ήχον». Κι έτσι τώρα μπορεί να λέει μαζί με τον αλεξανδρινό ότι «Ανεπαισθήτως μ’ έκλεισαν από τον κόσμον έξω»(Κ.Π. Καβάφης «Τείχη»). Τώρα ανήκει στη χορεία των αποκλισμένων, περιμένοντας τους ξένους αλλά και τους εγχώριους «αναμορφωτές»: «ίσως, καθώς νομίζουν ουκ ολίγοι, να έφθασε ο καιρός να φέρουμε Πολιτικό Αναμορφωτή (…) Για κάθε τι, για το παραμικρό ρωτούνε κ’ εξετάζουν(σ.σ. οι Αναμορφωταί), κ’ ευθύς στον νού τους ριζικές μεταρρυθμίσεις βάζουν… Έχουνε και μια κλίση στες θυσίες…»(Κ.Π.Καβάφης «Εν Μεγάλη ελληνική αποικία, 200 Π.Χ.»)!
Το πρόβλημα, όμως, σήμερα τόσο στο κέντρο όσο και στην περιφέρεια είναι ότι δεν υπάρχει προοπτική. Για πρώτη φορά από τη δεκαετία του 1970, οι Αμερικανοί αντιμετωπίζουν μία τεράστια ανεργία χωρίς βραχυπρόθεσμη προοπτική μείωσης. Το ίδιο και ακόμη χειρότερα συμβαίνει στην Ελλάδα. Το ίδιο παντού. Η προηγούμενη ανάπτυξη όσο και η ευμάρεια ήταν ένα πυροτέχνημα, μία τεχνητή φούσκα. Σ’ αυτή είδε το θρίαμβό του ο χρηματοπιστωτικός καπιταλισμός-καζίνο των τοξικών ομολόγων και η νεοφιλελεύθερη ιδεολογία του. Αλλά στην κατάρρευσή του το χρηματοπιστωτικό κεφάλαιο πιάστηκε από την πραγματική οικονομία και το πολιτικό σύστημα που ελέγχει, κινδυνεύοντας να τα συμπαρασύρει και τα δύο στην άβυσσο. Ήδη έχουν καταρρεύσει εκείνες οι αξίες-κίνητρα, όπως η επιδίωξη του ατομικού οφέλους και η επιτυχία, που συνέδεαν τους ανθρώπους με το οικονομικό και το πολιτικό σύστημα, συνιστώντας το αμνιακό υγρό, τον πολιτισμό του. Τώρα τίποτα. Ο άνεργος ή ο χρεοκοπημένος επιχειρηματίας δεν έχει χάσει απλώς την εργασία του και, συνεπώς, τα αναγκαία για τη βιοτή του, απώλεσε και το πρόσωπό του, αφού πλέον δεν έχει εκείνα τα στοιχεία που τον καθιστούν αναγνωρίσιμο και ορατό. Τώρα πια δεν φαίνεται. Ευθύνεται; Ευθύνεται. Όχι γιατί «τα έφαγε μαζί» με τα παχύδερμα, όπως ισχυρίζεται εκείνος ο ανεκδιήγητος, αλλά γιατί δεν άκουσε «…ποτέ κρότον κτιστών ή ήχον». Κι έτσι τώρα μπορεί να λέει μαζί με τον αλεξανδρινό ότι «Ανεπαισθήτως μ’ έκλεισαν από τον κόσμον έξω»(Κ.Π. Καβάφης «Τείχη»). Τώρα ανήκει στη χορεία των αποκλισμένων, περιμένοντας τους ξένους αλλά και τους εγχώριους «αναμορφωτές»: «ίσως, καθώς νομίζουν ουκ ολίγοι, να έφθασε ο καιρός να φέρουμε Πολιτικό Αναμορφωτή (…) Για κάθε τι, για το παραμικρό ρωτούνε κ’ εξετάζουν(σ.σ. οι Αναμορφωταί), κ’ ευθύς στον νού τους ριζικές μεταρρυθμίσεις βάζουν… Έχουνε και μια κλίση στες θυσίες…»(Κ.Π.Καβάφης «Εν Μεγάλη ελληνική αποικία, 200 Π.Χ.»)!
Δευτέρα 18 Ιουλίου 2011
Τα διπλά βιβλία της εξουσίας
Οι πολιτικοί απαξιωμένοι από τους Έλληνες, απαξιωμένοι κι από τον κουβανό συγγραφέα Πέδρο Χουάν Γκουτιέρες, απαξιωμένοι απ’ όλους. Γιατί άραγε; Γιατί πρώτα οι πολιτικοί μέσω μιας ελιτίστικης και εν πολλοίς αριστοκρατικής αντιμετώπισης περιφρόνησαν τον κόσμο, απαξίωσαν τον άνθρωπο, τον πολίτη και το λαό, βλέποντας στη θέση του μάζες ή εσχάτως πλήθος. Έτσι, τα δημοκρατικά είδωλα ξεθώριασαν. Το δημοκρατικό πνεύμα που σέβονταν τον άνθρωπο-υποκείμενο, παραχώρησε τη θέση του στη δημοκρατική χειραγώγηση του ανθρώπου-αντικειμένου, του ανθρώπου-μάζα, του πολίτη-πολτός. Κατ’ αυτό τον τρόπο η πολιτική αντιπαράθεση περιορίστηκε στους δημοκρατικούς και τους αντιδημοκρατικούς χειραγωγούς, στους δεξιούς και στους αριστερούς πολιτικούς διαμεσολαβητές και στους εκατέρωθεν κατόχους της απόλυτης αλήθειας, ήτοι μεταξύ των διαφόρων ιερατείων ερήμην του λαού. Αλλά τι έγινε «το είδωλο της δημοκρατίας»; Χάθηκε μέσα στην επαγγελματοποιημένη δημοκρατία. Εξαφανίστηκε μαζί με τις νησίδες συμμετοχικής δημοκρατίας, όπως στην περίπτωση της τοπικής αυτοδιοίκησης, που μεταβλήθηκε σε άντρο διαφθοράς. Χάθηκε η άμεση συμμετοχική δημοκρατία, χάθηκε η ουτοπία και η μνήμη. Σε λίγο θα γκρεμίσουν και τα σπίτια του Παλαμά, του Μπαλζάκ, ίσως να εξαφανίσουν και τον τάφο του Καβάφη. Έτσι ώστε να απομείνει μόνο το παρόν. Το παρόν ως ιερά εξέταση. Και οι μάζες, οι άνθρωποι-αντικείμενα να ωθούνται να εφησυχάζουν σ’ ένα μόνιμο παρόν. Ούτε καν σε μία συνεχή αναμονή, όπως εκείνοι που περίμεναν τον Γκοντό, κάτι τις, ένα καλύτερο αύριο. Τώρα κανείς δεν περιμένει τίποτα. Μόνο απελπισία. Και αγωνία.
Όμως, αν κάτι χαλάσει την τάξη των πραγμάτων τότε οι ηγήτορες και οι χειραγωγοί εξαπολύουν ιερεμιάδες ενάντια στις «ανεύθυνε φωνές που καλλιεργούν τον φόβο, ποντάρουν στην αποτυχία και διαστρεβλώνουν την αλήθεια»(Συνέντευξη του Γ. Α. Παπανδρέου στην Καθημερινή). Αλλά ποιος διαστρεβλώνει την αλήθεια; Ποιος είπε ότι «λεφτά υπάρχουν» και τώρα μειώνει συνεχώς τους μισθούς και τις συντάξεις; Αλλά την απάντηση στον πρωθυπουργό την έδωσε ο υπουργός του Α. Λοβέρδος, που τον αποκάλεσε επί της ουσίας ψεύτη, ελπίζοντας ενδεχομένως ο υπουργός ότι έτσι ο ίδιος θα τη γλιτώσει κατά την απόδοση ευθυνών. Αλλά ποιος επιτέλους καλλιεργεί το φόβο στους χιλιάδες επιχειρηματίες που βάζουν λουκέτο στα μαγαζιά τους αλλά και στις δεκάδες χιλιάδες ανέργους; Ποιος εμβάλλει απελπισία στους νέους που δεν έχουν καμία προοπτική; Εδώ δεν πρόκειται για φόβο αλλά για αγωνία επιβίωσης και αδιαφάνεια. Γιατί άραγε να εμπιστευθεί κανείς την κυβέρνηση όταν μέχρι σήμερα η πολιτική της οδήγησε βαθύτερα στην ύφεση; Όσοι δεν έχουν κοντή μνήμη θυμούνται πως πριν ένα χρόνο αυτοί που σήμερα καταγγέλλονται ότι «προκαλούν τον φόβο», προειδοποιούσαν για τη λανθασμένη πολιτική του Μνημονίου. Και τότε ο κ. Παπανδρέου διακήρυττε το αλάθητο της ακολουθητέας πολιτικής της κυβέρνησής του, χλευάζοντας τους επικριτές της. Σήμερα κάνει το ίδιο στο όνομα της «δύσκολης και περίπλοκης διαπραγμάτευσης». Αλλά οι πολίτες δεν έχουν την πολυτέλεια να δώσουν λευκή επιταγή. Οι Έλληνες και οι Ελληνίδες θέλουν να γνωρίζουν τι τους περιμένει. Θέλουν την αλήθεια. Προπάντων, θέλουν μία κυβέρνηση κι ένα κράτος όπου δεν θα υπάρχουν μυστικά για τους πολίτες και στο οποίο θα πάψει πια να καλλιεργείται η διπλή ηθική, η διπλή αλήθεια και η διπλή λογιστική.
Όμως, αν κάτι χαλάσει την τάξη των πραγμάτων τότε οι ηγήτορες και οι χειραγωγοί εξαπολύουν ιερεμιάδες ενάντια στις «ανεύθυνε φωνές που καλλιεργούν τον φόβο, ποντάρουν στην αποτυχία και διαστρεβλώνουν την αλήθεια»(Συνέντευξη του Γ. Α. Παπανδρέου στην Καθημερινή). Αλλά ποιος διαστρεβλώνει την αλήθεια; Ποιος είπε ότι «λεφτά υπάρχουν» και τώρα μειώνει συνεχώς τους μισθούς και τις συντάξεις; Αλλά την απάντηση στον πρωθυπουργό την έδωσε ο υπουργός του Α. Λοβέρδος, που τον αποκάλεσε επί της ουσίας ψεύτη, ελπίζοντας ενδεχομένως ο υπουργός ότι έτσι ο ίδιος θα τη γλιτώσει κατά την απόδοση ευθυνών. Αλλά ποιος επιτέλους καλλιεργεί το φόβο στους χιλιάδες επιχειρηματίες που βάζουν λουκέτο στα μαγαζιά τους αλλά και στις δεκάδες χιλιάδες ανέργους; Ποιος εμβάλλει απελπισία στους νέους που δεν έχουν καμία προοπτική; Εδώ δεν πρόκειται για φόβο αλλά για αγωνία επιβίωσης και αδιαφάνεια. Γιατί άραγε να εμπιστευθεί κανείς την κυβέρνηση όταν μέχρι σήμερα η πολιτική της οδήγησε βαθύτερα στην ύφεση; Όσοι δεν έχουν κοντή μνήμη θυμούνται πως πριν ένα χρόνο αυτοί που σήμερα καταγγέλλονται ότι «προκαλούν τον φόβο», προειδοποιούσαν για τη λανθασμένη πολιτική του Μνημονίου. Και τότε ο κ. Παπανδρέου διακήρυττε το αλάθητο της ακολουθητέας πολιτικής της κυβέρνησής του, χλευάζοντας τους επικριτές της. Σήμερα κάνει το ίδιο στο όνομα της «δύσκολης και περίπλοκης διαπραγμάτευσης». Αλλά οι πολίτες δεν έχουν την πολυτέλεια να δώσουν λευκή επιταγή. Οι Έλληνες και οι Ελληνίδες θέλουν να γνωρίζουν τι τους περιμένει. Θέλουν την αλήθεια. Προπάντων, θέλουν μία κυβέρνηση κι ένα κράτος όπου δεν θα υπάρχουν μυστικά για τους πολίτες και στο οποίο θα πάψει πια να καλλιεργείται η διπλή ηθική, η διπλή αλήθεια και η διπλή λογιστική.
Κυριακή 17 Ιουλίου 2011
Η αργεντινοποίηση
Τα πράγματα για την Ελλάδα είναι πολύ πιο άσχημα από την «επιλεκτική χρεοκοπία», που είναι σύμφωνα με τους οίκους αξιολόγησης μία καθαρή χρεοκοπία. Οι Γερμανοί θέλουν να εξορίσουν την Ελλάδα από την ευρωζώνη, καθώς θεωρούν ότι αυτή ευθύνεται για την κρίση του ευρώ. Αυτό είπε ο Γερμανός υπουργός Σόιμπλε. Αλλά αυτό λέει και ο γνωστός Γερμανός οικονομολόγος Hans-Werner Sinn, που ασκεί μεγάλη επιρροή στην γερμανική κυβέρνηση. Ο Sinn σε συνέντευξή του στη γαλλική εφημερίδα Le Monde αιτιολογεί την ανάγκη επιστροφής της Ελλάδας στη δραχμή εκ του γεγονότος ότι το ισχυρό ευρώ δεν της επιτρέπει να επανακκινήσει την οικονομία της και να προχωρήσει στην ανάπτυξη. Γι’ αυτό κατά την άποψή του πρέπει η Ελλάδα να επιστρέψει στη δραχμή, να την υποτιμήσει και μετά από μερικά χρόνια, αφού εκπληρώσει τις προϋποθέσεις της ανταγωνιστικότητας, να επανακάμψει στην ευρωζώνη. Στην Ελλάδα συμβαίνει ισχυρίζεται ο Sinn ότι και στη Γερμανία μεταξύ των ετών 1929-1933, όταν αυτή δεν μπορούσε να υποτιμήσει το νόμισμά της λόγω του σχεδίου Dawes et Young. Τότε οι τιμές έπεσαν κατά 23% και οι μισθοί κατά 30% με συνέπεια η Γερμανία να βρεθεί στα πρόθυρα του εμφυλίου και να καταστεί το λίκνο του ναζισμού. Το ίδιο μπορεί να συμβεί και στην Ελλάδα! Γι’ αυτό προτείνει την έξοδο από το ευρώ. Γιατί, όμως, ο Sinn δεν υιοθετεί τη θέση συναδέλφου του που προτείνει την υποτίμηση του πολύ υπερτιμημένου έναντι του δολαρίου ευρώ; Η απάντηση είναι εύκολη, καθώς η υιοθέτηση αυτής της άποψης θα μείωνε τα τεράστια κέρδη της Γερμανίας από τις εξαγωγές της στην ευρωζώνη. Άρα, οι Γερμανοί προχωρούν σε λύσεις τόσο για την Ελλάδα όσο και για την Πορτογαλία τέτοιες που να μην μειώνουν τα κέρδη τους από το υπερτιμημένο ευρώ. Όμως, η έξοδος και μόνο της Ελλάδας από το ευρώ θα δημιουργήσει πανικό στους καταθέτες και κατ’ επέκταση στις τράπεζες, αφού οι πρώτοι θα φροντίσουν να αποσύρουν τα χρήματά τους από αυτές. Γι’ αυτό ο κ. Sinn προτείνει τη στήριξη των τραπεζών. Συνεπώς, η Ελλάδα ας πάει κατά διαβόλου, μόνο να σωθούν οι τράπεζές της! Όλα αυτά καταδεικνύουν πως σκέπτεται ο κ. Σόιμπλε, η κ. Μέρκελ, η γερμανική κυβέρνηση και εν γένει εθνικιστές καθώς και οι νεοφιλελεύθεροι της Ευρώπης. Αυτό όμως δείχνει και την αδυναμία της ελληνικής κυβέρνησης να σηκώσει το ανάστημά της και να διαπραγματευθεί σκληρά. Γιατί η ανικανότητα και η εθελοδουλεία οδηγεί εν τέλει στο γκρεμό.
Αλλά ποιος ευθύνεται για όλα αυτά; Ένας γερμανοτραφής. Μας το θύμισε αναγνώστης που μας παρέπεμψε σε κείμενό μας με ημερομηνία 3/6/2002 με τίτλο «Πάμε... Αργεντινή;». Τι υπογραμμίζαμε τότε; «Και μετά το 2004 τι; Πως θα πορευτούμε, όταν τα κονδύλια του Γ΄ ΚΠΣ και οι Ολυμπιακοί Αγώνες θα έχουν τελειώσει; Όταν οι ξένες επενδύσεις κυμαίνονται στο 1% του ΑΕΠ, τη στιγμή που οι αντίστοιχες στη γειτονική Βουλγαρία είναι 5,6% του ΑΕΠ, και η παραγωγικότητα παραμένει ανύπαρκτη, ενώ οι διαρθρωτικές αλλαγές καρκινοβατούν; Ακόμη και η δυνατότητα της τουριστικής ανάπτυξης, που θα μπορούσε να αποκτήσει μία σημαντική ώθηση με τους Ολυμπιακούς Αγώνες, μένει αναξιοποίητη -έχει μετρηθεί η αύξηση της τουριστικής κίνησης κατά 75% στις πόλεις-χώρες που φιλοξενούν τους Αγώνες για τα επόμενα οκτώ χρόνια-, καθώς υστερούμε στον κρίσιμο τομέα της ξενοδοχειακής υποδομής και των υπηρεσιών, ό,τι δηλαδή συνιστά το εκ των ων ουκ άνευ για την παραγωγή του λεγόμενου τουριστικού προϊόντος. Και τότε τι; Μήπως υπάρχει κάποιος άλλος κυβερνητικός προσανατολισμός για την οικονομική ανάπτυξη της χώρας και δεν τον γνωρίζουμε; Η αόριστη επίκληση και τα ευχολόγια περί οικονομικής ανάπτυξης από τον πρωθυπουργό κ. Κ. Σημίτη χωρίς την ύπαρξη συγκεκριμένης πολιτικής και στρατηγικής συνιστούν, δυστυχώς, μόνο πομφόλυγες. Οι περισσότερο σκεπτικιστές μιλούν για τον κίνδυνο «αργεντινοποίησης» της ελληνικής οικονομίας, με όλες τις φοβερές συνέπειες αυτής της εξέλιξης. Από αυτή την οπτική το ζήτημα της ανάπτυξης της οικονομίας αναδεικνύεται στο υπ’ αριθμόν ένα εθνικό ζήτημα, που οξύνεται επικίνδυνα λόγω της πολιτικής ρευστότητας και της προσπάθειας της κυβέρνησης να αναστρέψει το αρνητικό γι’ αυτήν κλίμα, κρύβοντας το πρόβλημα κάτω από το... χαλί. Ενώ, συγχρόνως, επιδιώκει να εκμεταλλευθεί σε εκλογική-πελατειακή βάση την τελευταία δυνατότητα της οικονομίας να εισέλθει σε αναπτυξιακή τροχιά»!
Αλλά ποιος ευθύνεται για όλα αυτά; Ένας γερμανοτραφής. Μας το θύμισε αναγνώστης που μας παρέπεμψε σε κείμενό μας με ημερομηνία 3/6/2002 με τίτλο «Πάμε... Αργεντινή;». Τι υπογραμμίζαμε τότε; «Και μετά το 2004 τι; Πως θα πορευτούμε, όταν τα κονδύλια του Γ΄ ΚΠΣ και οι Ολυμπιακοί Αγώνες θα έχουν τελειώσει; Όταν οι ξένες επενδύσεις κυμαίνονται στο 1% του ΑΕΠ, τη στιγμή που οι αντίστοιχες στη γειτονική Βουλγαρία είναι 5,6% του ΑΕΠ, και η παραγωγικότητα παραμένει ανύπαρκτη, ενώ οι διαρθρωτικές αλλαγές καρκινοβατούν; Ακόμη και η δυνατότητα της τουριστικής ανάπτυξης, που θα μπορούσε να αποκτήσει μία σημαντική ώθηση με τους Ολυμπιακούς Αγώνες, μένει αναξιοποίητη -έχει μετρηθεί η αύξηση της τουριστικής κίνησης κατά 75% στις πόλεις-χώρες που φιλοξενούν τους Αγώνες για τα επόμενα οκτώ χρόνια-, καθώς υστερούμε στον κρίσιμο τομέα της ξενοδοχειακής υποδομής και των υπηρεσιών, ό,τι δηλαδή συνιστά το εκ των ων ουκ άνευ για την παραγωγή του λεγόμενου τουριστικού προϊόντος. Και τότε τι; Μήπως υπάρχει κάποιος άλλος κυβερνητικός προσανατολισμός για την οικονομική ανάπτυξη της χώρας και δεν τον γνωρίζουμε; Η αόριστη επίκληση και τα ευχολόγια περί οικονομικής ανάπτυξης από τον πρωθυπουργό κ. Κ. Σημίτη χωρίς την ύπαρξη συγκεκριμένης πολιτικής και στρατηγικής συνιστούν, δυστυχώς, μόνο πομφόλυγες. Οι περισσότερο σκεπτικιστές μιλούν για τον κίνδυνο «αργεντινοποίησης» της ελληνικής οικονομίας, με όλες τις φοβερές συνέπειες αυτής της εξέλιξης. Από αυτή την οπτική το ζήτημα της ανάπτυξης της οικονομίας αναδεικνύεται στο υπ’ αριθμόν ένα εθνικό ζήτημα, που οξύνεται επικίνδυνα λόγω της πολιτικής ρευστότητας και της προσπάθειας της κυβέρνησης να αναστρέψει το αρνητικό γι’ αυτήν κλίμα, κρύβοντας το πρόβλημα κάτω από το... χαλί. Ενώ, συγχρόνως, επιδιώκει να εκμεταλλευθεί σε εκλογική-πελατειακή βάση την τελευταία δυνατότητα της οικονομίας να εισέλθει σε αναπτυξιακή τροχιά»!
Παρασκευή 15 Ιουλίου 2011
Φταίνε οι πολιτικοί ή η πολιτική;
Η γαλλική εφημερίδα Le Monde μετά τη διαπίστωση ότι «μας κυβερνούν παιδάκια», συνεχίζει στην ίδια κατεύθυνση, υποστηρίζοντας ότι η κρίση του ευρώ δεν είναι οικονομική, αλλά πρωτίστως πολιτική. Ότι δηλαδή αντανακλά την ανευθυνότητα των ηγετών της ευρωζώνης. Πολλοί, και στην Ελλάδα, έσπευσαν να υιοθετήσουν τη θέση της εφημερίδας. Όμως, αυτή είναι μόνο η μερική αλήθεια. Και μάλιστα όχι η πρώτιστη αλλά η δευτερεύουσα. Είναι, ασφαλώς, γεγονός ότι οι Ευρωπαίοι πολιτικοί υπολείπονται κατά πολύ των διαφόρων προκατόχων τους. Το ίδιο συμβαίνει και στην Ελλάδα, όπου ο υπουργός Οικονομικών και ο πρωθυπουργός αφού πρώτα τρομοκράτησαν τους πολίτες, μιλώντας για την περίφημη «επιλεκτική χρεοκοπία» και στέλνοντάς τους κυριολεκτικά να σηκώσουν από τις τράπεζες τις καταθέσεις τους, φέρνοντας δηλαδή πιο κοντά τη χρεοκοπία, στη συνέχεια προσπαθούν να τους… καθησυχάσουν, παραπέμποντας σε… σκοτεινούς κύκλους που έκαναν «λάθος στη μετάφραση» της συνέντευξης του κ. Γ. Α. Παπανδρέου! Οι πολιτικοί, συνεπώς, ευθύνονται. Ευθύνεται και η κ. Α. Μέρκελ, η οποία σκεπτόμενη «γερμανικά» κατέστησε «μία περιφερειακή δυσκολία, κεντρική κρίση», συνεχίζει η Le Monde. Το πρόβλημα χρέους της Ελλάδας, της Ιρλανδίας και της Πορτογαλίας που ανέρχεται στο 6-7% του ακαθάριστου προϊόντος της ΕΕ, έγινε κεντρικό ευρωπαϊκό πρόβλημα. Μάλιστα, ο τρόπος που προσέφεραν τη στήριξή τους σε Ελλάδα, Ιρλανδία και Πορτογαλία οι «17» πανικόβαλε τις αγορές που αμφέβαλαν πλέον για τη σταθερότητα του συνόλου της ευρωζώνης. Άρα, δεν φταίνε οι αγορές, υποστηρίζει η εφημερίδα, αλλά οι πολιτικοί. Όμως, πέρα από την ανευθυνότητα και την ανικανότητα των πολιτικών της ευρωζώνης, δεν γίνεται καθόλου λόγος για την πολιτική που ακολουθούν(τα περίφημα «παιδάκια»), η οποία υπηρετεί απολύτως το χρηματοπιστωτικό κεφάλαιο, ήτοι των τραπεζών και μάλιστα με νεοφιλελεύθερο τρόπο. Για τις τράπεζες ενδιαφέρονται οι «17» και όχι για τους πολίτες. Αυτό εξάλλου φανερώνει η άγρια λιτότητα και η πρωτοφανής επίθεση στα εργασιακά δικαιώματα. Με άλλα λόγια, για όλα ευθύνεται το γεγονός ότι οι «αγορές», δηλαδή οι τράπεζες και οι οίκοι αξιολόγησης, έχουν καταστεί ανεξέλεγκτες από την πολιτική, την οποία ελέγχουν πλέον αυτές. Για να καταστεί αντιληπτό ότι το πρόβλημα είναι κυρίως θέμα της ακολουθητέας πολιτικής, ο Μπάρακ Ομπάμα επιχειρεί να άρει το πλαφόν του δημόσιου χρέους των ΗΠΑ που ανέρχεται σε 14 τρις δολάρια. Αλλιώς η κρίση και η καταστροφή θα είναι τεράστια λέει ο Ben Bernanke, πρόεδρος της fed. Εδώ ο Ομπάμα διαφοροποιείται από τους Ευρωπαίους καθώς δεν τον ενδιαφέρει πρωτίστως το χρέος και το έλλειμμα, αλλά η ανάπτυξη. Αυτή είναι μία «κεϋνσιανή» πολιτική, που έχει δοκιμασθεί και έχει πετύχει. Άρα, δεν είναι μόνο οι πολιτικοί ανεύθυνα παιδάκια, είναι και οι ακολουθητέες πολιτικές που τους καθιστούν ευήθεις.
Πέμπτη 14 Ιουλίου 2011
Ποιοι κερδίζουν από την κρίση;
Μετά την Ελλάδα –είχε προηγηθεί η Πορτογαλία- οι περίφημες «αγορές» θέτουν ως στόχο την Ιταλία, η οποία εκ του μεγέθους της συνιστά βόμβα για την ευρωζώνη. Αλλά γιατί την Ιταλία; «Εάν οι αγορές αποφασίσουν ότι έχεις πρόβλημα, τότε έχεις πρόβλημα» λέει ένας οικονομολόγος, προσθέτοντας ότι «Στις σκοτεινές ώρες η ψυχολογία αξίζει όσο και η αριθμητική». Το γεγονός πάντως της μετατόπισης του κέντρου βάρους των κερδοσκοπικών επιθέσεων στην Ιταλία επιβεβαιώνει όσους επί δύο περίπου χρόνια εκτιμούν ότι ο μεγάλος στόχος είναι η διάλυση της ευρωζώνης. Σήμερα, συνεπώς, ζούμε μια κρίση του ευρώ και όχι κρίση μεμονωμένων χωρών. Για να αντιληφθεί κανείς τον δικτατορικό τρόπο λειτουργίας των αγορών αρκεί να ειπωθεί πως για την αξιολόγηση μιας χώρας εξετάζεται τόσο η οικονομία της και το τραπεζικό της σύστημα όσο και το πολιτικό της προσωπικό! Αλλά ποιες είναι οι περίφημες αγορές; Ποιοι είναι αυτοί που «παίζουν» με την Ελλάδα, την Πορτογαλία και τώρα την Ιταλία; Σύμφωνα με τη Sunday Telegraph τους τρεις τελευταίους μήνες οι μεγάλες εταιρείες διαχείρισης επενδυτικών κεφαλαίων των ΗΠΑ(Loomis Sayles, Black Rock), της Ελβετίας(Julius Baer), της Γαλλίας(Natixis AM), της Γερμανίας(Star Cap) επαναγόρασαν 150 εκατομμύρια ευρώ ελληνικών ομολόγων στη μισή περίπου αξία από την αρχική τους. Το ελληνικό χρέος αποτελεί κυριολεκτικά jackpot για τους… επενδυτές, αφού έχουν αποδόσεις 15% το χρόνο! Μάλιστα, αν υπάρξει ρύθμιση του ελληνικού χρέους, οι κερδοσκόποι ελπίζουν να τα πουλήσουν στην αρχική τους τιμή, κερδίζοντας 50%!
Αξίζει να σημειωθεί ότι οι επικεφαλείς των μεγάλων κερδοσκοπικών κεφαλαίων(hedge funds) συναντήθηκαν στις 22 Ιουνίου στο Μονακό για να καθορίσουν τις κινήσεις τους. Ένας εξ αυτών δήλωσε μάλιστα πως με την ελληνική κρίση , υπό τον όρο να αγαπάς το ρίσκο «υπάρχει με βεβαιότητα πολύ χρήμα για να βγάλει κάποιος». Η οικονομική κρίση συνεπώς ωφελεί κάποιους που κερδίζουν τεράστια ποσά από αυτή. Για την ακρίβεια οι κερδοσκόποι επενδύουν στον πανικό κάποιων τραπεζών και ιδιωτών, που κατέχουν ομόλογα και οι οποίοι τρελαίνονται γιατί ενδέχεται να χάσουν πάρα πολλά χρήματα λόγω ενδεχόμενης χρεοκοπίας ή αναδιάρθρωσης του χρέους. Αυτοί είναι τα θύματα των κερδοσκόπων, καθώς αγοράζουν τα ομόλογά τους όσο όσο. Τι γίνεται, όμως, στην περίπτωση πραγματικής (και όχι επιλεκτικής) χρεοκοπίας; Αυτό δεν το θέλει κανείς από τους κερδοσκόπους, αφού έτσι χάνονται τα χρήματά τους. Αλλά τότε έχουμε το παιγνίδι με τα CDS, τα περίφημα ασφάλιστρα.
Εν συνόψει, η Ελλάδα και οι άλλες χώρες της ευρωπαϊκής περιφέρειας είναι αυτή τη στιγμή τα μεγάλα θύματα του καπιταλισμού-καζίνο, του παγκόσμιου χρηματοπιστωτικού κεφαλαίου που τείνει να διαλύσει χώρες και λαούς. Υπενθυμίζουμε την ανθρωπιστική κρίση στη Σομαλία. Αλλά και τη διχοτόμηση του Σουδάν με στόχο να τεθούν υπό δυτικό έλεγχο οι πλουτοπαραγωγικές του πηγές. Τι μπορεί να αντιαπρατεθεί σ' αυτή τη λαίλαπα; Μόνο η αντίδραση των λαών. Κι αυτή πρέπει να είναι διεθνής και όχι τοπική.
Αξίζει να σημειωθεί ότι οι επικεφαλείς των μεγάλων κερδοσκοπικών κεφαλαίων(hedge funds) συναντήθηκαν στις 22 Ιουνίου στο Μονακό για να καθορίσουν τις κινήσεις τους. Ένας εξ αυτών δήλωσε μάλιστα πως με την ελληνική κρίση , υπό τον όρο να αγαπάς το ρίσκο «υπάρχει με βεβαιότητα πολύ χρήμα για να βγάλει κάποιος». Η οικονομική κρίση συνεπώς ωφελεί κάποιους που κερδίζουν τεράστια ποσά από αυτή. Για την ακρίβεια οι κερδοσκόποι επενδύουν στον πανικό κάποιων τραπεζών και ιδιωτών, που κατέχουν ομόλογα και οι οποίοι τρελαίνονται γιατί ενδέχεται να χάσουν πάρα πολλά χρήματα λόγω ενδεχόμενης χρεοκοπίας ή αναδιάρθρωσης του χρέους. Αυτοί είναι τα θύματα των κερδοσκόπων, καθώς αγοράζουν τα ομόλογά τους όσο όσο. Τι γίνεται, όμως, στην περίπτωση πραγματικής (και όχι επιλεκτικής) χρεοκοπίας; Αυτό δεν το θέλει κανείς από τους κερδοσκόπους, αφού έτσι χάνονται τα χρήματά τους. Αλλά τότε έχουμε το παιγνίδι με τα CDS, τα περίφημα ασφάλιστρα.
Εν συνόψει, η Ελλάδα και οι άλλες χώρες της ευρωπαϊκής περιφέρειας είναι αυτή τη στιγμή τα μεγάλα θύματα του καπιταλισμού-καζίνο, του παγκόσμιου χρηματοπιστωτικού κεφαλαίου που τείνει να διαλύσει χώρες και λαούς. Υπενθυμίζουμε την ανθρωπιστική κρίση στη Σομαλία. Αλλά και τη διχοτόμηση του Σουδάν με στόχο να τεθούν υπό δυτικό έλεγχο οι πλουτοπαραγωγικές του πηγές. Τι μπορεί να αντιαπρατεθεί σ' αυτή τη λαίλαπα; Μόνο η αντίδραση των λαών. Κι αυτή πρέπει να είναι διεθνής και όχι τοπική.
Τετάρτη 13 Ιουλίου 2011
Τα παιδάκια που μας κυβερνούν
Παντού το δημόσιο χρέος, παντού η οικονομική κρίση. Η ευρωζώνη αδυνατεί να συμφωνήσει για το νέο δάνειο προς την Ελλάδα. Ο Μπάρακ Ομπάμα απειλεί τους ρεπουμπλικάνους αντιπάλους του ότι οι ΗΠΑ θα προχωρήσουν σε μερική στάση πληρωμών αν δεν υπάρξει συμφωνία έως τις αρχές Αυγούστου. Κατόπιν τούτων, οι περίφημες αγορές τρελάθηκαν και επιτίθενται στο… ευρώ, τη στιγμή, μάλιστα, κατά την οποία οι κυβερνήτες των χωρών της ευρωζώνης ασχολούνται με το συνάχι, ήτοι την ελληνική οικονομία, ενώ υπάρχει κίνδυνος καρκινογένεσης μεταστατικού χαρακτήρα.
Αυτά «Τα παιδάκια που μας κυβερνούν», σημειώνει στο κύριο άρθρο της η ηλεκτρονική έκδοση της εφημερίδας Le Monde, δεν μπορούν να συμφωνήσουν. Από το Μάιο του 2010 η Ελλάδα «σώζεται» διαρκώς. Μόνο που χρειάζεται ένα ακόμα δάνειο κι ένα δεύτερο Μνημόνιο για να… ξανασωθεί. Παραδόξως, το δεύτερο Μνημόνιο θα βασίζεται στην ίδια πολιτική άγριας λιτότητας, η οποία ήδη απέτυχε παταγωδώς. Η ύφεση διευρύνθηκε, οι μαύρες τρύπες στους Προϋπολογισμούς παραμένουν. Το μόνο που επιτεύχθηκε είναι η μείωση του εισοδήματος των εργαζομένων κατά 30%, η αύξηση της ανεργίας πάνω από 20% και των νέων περίπου στο 50%.
Αλλά που οφείλεται ο σημερινός πανικός; Γιατί οι βόρειοι της ευρωζώνης δεν συμφωνούν με τους νότιους, που υφίστανται τη μεγάλη επίθεση των κερδοσκόπων; Γιατί η Γερμανία(αλλά και οι ΗΠΑ) εξακολουθούν να στηρίζονται από την Κίνα, πράγμα που έχουν απαγορεύσει στην Ελλάδα. Έτσι, η τραπεζική κρίση του 2008 στις ΗΠΑ, επαναλαμβάνεται σε επίπεδο δημοσίου χρέους σήμερα. Το 2008 υπήρχαν πολλοί στις ΗΠΑ(σ.σ. κυρίως ρεπουμπλικάνοι) που επιθυμούσαν να αφεθούν κάποιες τράπεζες να καταρρεύσουν και να μείνουν όσες μπορούσαν. Ο Μπάρακ Ομπάμα, αντίθετα, του οποίου οι βασικοί χρηματοδότες ήταν τα «παιδιά» της Γουόλ Στρητ, αποφάσισε τη στήριξη του τραπεζικού συστήματος με ζεστό, κρατικό χρήμα, δηλαδή με χρήματα των φορολογουμένων. Το ίδιο συμβαίνει σήμερα στην Ευρώπη αλλά σε επίπεδο κρατών(δημόσιο χρέος) καθώς πολλοί δεν αποκλείουν τη χρεοκοπία της Ελλάδας, όπως ο Ολλανδός υπουργός Οικονομικών. Οι λογικοί, όμως, φοβούνται τη μετάσταση της χρεοκοπίας(το κατ’ ευφημισμό «πιστωτικό γεγονός») τόσο στους άλλους αδύναμους κρίκους(Πορτογαλία και κυρίως Ισπανία, Ιταλία) όσο και στον τραπεζικό τομέα. Πρόκειται για τον μεγάλο φόβο του λεγόμενου aftershock, του μετασεισμού μετά το σεισμό του 2008. Οι ειδικοί στην ιστορία της οικονομίας σημειώνουν ότι και η κρίση του 1930 παρουσιάστηκε σε τρεις φάσεις: τη φάση κατά την οποία οι κερδοσκόποι χρηματοδότησαν(φούσκωσαν) την κερδοσκοπική φούσκα, τραβώντας στο γκρεμό επενδυτές αλλά και τις μικρότερες τράπεζες. Η δεύτερη φάση αφορούσε στην κρίση της πραγματικής οικονομίας καθώς η βιομηχανική παραγωγή μειώθηκε δραματικά(στις ΗΠΑ το 1930 και στη Γερμανία το 1931). Στην τρίτη φάση και μετά από μία απότομη άνοδο της βιομηχανικής παραγωγής, έχουμε μία βίαιη πτώση που ξεκινάει αντίστροφα, πρώτα από τη Βρετανία, ύστερα τη Γαλλία και μετά στις ΗΠΑ(το 1937). Η κρίση του 1937 αποδίδεται στην πολιτική της άγριας λιτότητας που οδήγησε στη μεγάλη μείωση της ζήτησης. Ακριβώς από αυτή την κρίση κινδυνεύουν σήμερα οι βόρειοι της ευρωζώνης και πρωτίστως η Γερμανία, καθώς η ευρωστία της βασίζεται στις εξαγωγές(μεγάλο εμπορικό πλεόνασμα έναντι των περιφερειακών κυρίως χωρών της ευρωζώνης).
Τέλος, σήμερα, επαναλαμβάνονται οι ίδιες συνταγές του παρελθόντος για την έξοδο από την κρίση. Όπως είναι γνωστό
η αντίληψη που επικράτησε στη δεκαετία του 1930 ήταν η πίστη στο πολύ απλό δόγμα: ελεύθερες αγορές και ισχυρό νόμισμα. Η δεύτερη λύση λαμβάνει χώρα τη δεκαετία του 1940 και είναι η ενεργητική στρατηγική οικονομικής ανάπτυξης και το ελεγχόμενο χρήμα(Αυτή υποστηρίζουν και για σήμερα οι Αμάρτυα Σεν και ο Π. Κρούγκμαν). Η τρίτη συνταγή έλαβε χώρα τη δεκαετία του 1970 και ήταν ένα μίγμα από μικροοικονομικές πολιτικές απελευθέρωσης της αγοράς μαζί με κεϋνσιανές μακροοικονομικές πολιτικές. Και τέλος, γύρω στο 1990, έχουμε την τέταρτη κυρίαρχη αντίληψη που δεν είναι παρά η πρώτη! Δηλαδή, οι ελεύθερες αγορές και το ισχυρό νόμισμα! Κάθε κυρίαρχη αντίληψη βασιζόταν περισσότερο σε μια κυκλική διαδικασία κατά την οποία άνθρωποι με κύρος ενισχύουν ο ένας το τρέχον δόγμα του άλλου, παρά σε πραγματικά βάσιμα στοιχεία, σημειώνει ο Π. Κρούγκμαν. Αυτή, όμως, η αλληλο-υποστήριξη σχετίζεται και με τα κοινά συμφέροντα προσθέτουμε εμείς. Όσο για σήμερα, όλοι πλέον καταλαβαίνουν ότι η λιτότητα είναι καταστρεπτική. Ομοίως, η περίφημη ανταγωνιστικότητα, που αιτιολογεί την άγρια λιτότητα, στη λογική της κατάκτησης των τομέων «υψηλής αξίας», είναι μια εντελώς ηλίθια αντίληψη επισημαίνει ο Αμερικανός οικονομολόγος. Μία χώρα οφείλει να διευκολύνει τις δραστηριότητες στις οποίες οι κάτοικοί της είναι οι πιο προικισμένοι (εκεί όπου έχει δηλαδή συγκριτικό πλεονέκτημα, όπως ο τουρισμός στην Ελλάδα). Τέλος, η ανάπτυξη μπορεί να είναι είτε εκτατική είτε εντατική. Και μια κυβέρνηση δεν μπορεί να ενισχύει ένα οικονομικό κλάδο παρά μόνο σε βάρος των άλλων.
Αυτά «Τα παιδάκια που μας κυβερνούν», σημειώνει στο κύριο άρθρο της η ηλεκτρονική έκδοση της εφημερίδας Le Monde, δεν μπορούν να συμφωνήσουν. Από το Μάιο του 2010 η Ελλάδα «σώζεται» διαρκώς. Μόνο που χρειάζεται ένα ακόμα δάνειο κι ένα δεύτερο Μνημόνιο για να… ξανασωθεί. Παραδόξως, το δεύτερο Μνημόνιο θα βασίζεται στην ίδια πολιτική άγριας λιτότητας, η οποία ήδη απέτυχε παταγωδώς. Η ύφεση διευρύνθηκε, οι μαύρες τρύπες στους Προϋπολογισμούς παραμένουν. Το μόνο που επιτεύχθηκε είναι η μείωση του εισοδήματος των εργαζομένων κατά 30%, η αύξηση της ανεργίας πάνω από 20% και των νέων περίπου στο 50%.
Αλλά που οφείλεται ο σημερινός πανικός; Γιατί οι βόρειοι της ευρωζώνης δεν συμφωνούν με τους νότιους, που υφίστανται τη μεγάλη επίθεση των κερδοσκόπων; Γιατί η Γερμανία(αλλά και οι ΗΠΑ) εξακολουθούν να στηρίζονται από την Κίνα, πράγμα που έχουν απαγορεύσει στην Ελλάδα. Έτσι, η τραπεζική κρίση του 2008 στις ΗΠΑ, επαναλαμβάνεται σε επίπεδο δημοσίου χρέους σήμερα. Το 2008 υπήρχαν πολλοί στις ΗΠΑ(σ.σ. κυρίως ρεπουμπλικάνοι) που επιθυμούσαν να αφεθούν κάποιες τράπεζες να καταρρεύσουν και να μείνουν όσες μπορούσαν. Ο Μπάρακ Ομπάμα, αντίθετα, του οποίου οι βασικοί χρηματοδότες ήταν τα «παιδιά» της Γουόλ Στρητ, αποφάσισε τη στήριξη του τραπεζικού συστήματος με ζεστό, κρατικό χρήμα, δηλαδή με χρήματα των φορολογουμένων. Το ίδιο συμβαίνει σήμερα στην Ευρώπη αλλά σε επίπεδο κρατών(δημόσιο χρέος) καθώς πολλοί δεν αποκλείουν τη χρεοκοπία της Ελλάδας, όπως ο Ολλανδός υπουργός Οικονομικών. Οι λογικοί, όμως, φοβούνται τη μετάσταση της χρεοκοπίας(το κατ’ ευφημισμό «πιστωτικό γεγονός») τόσο στους άλλους αδύναμους κρίκους(Πορτογαλία και κυρίως Ισπανία, Ιταλία) όσο και στον τραπεζικό τομέα. Πρόκειται για τον μεγάλο φόβο του λεγόμενου aftershock, του μετασεισμού μετά το σεισμό του 2008. Οι ειδικοί στην ιστορία της οικονομίας σημειώνουν ότι και η κρίση του 1930 παρουσιάστηκε σε τρεις φάσεις: τη φάση κατά την οποία οι κερδοσκόποι χρηματοδότησαν(φούσκωσαν) την κερδοσκοπική φούσκα, τραβώντας στο γκρεμό επενδυτές αλλά και τις μικρότερες τράπεζες. Η δεύτερη φάση αφορούσε στην κρίση της πραγματικής οικονομίας καθώς η βιομηχανική παραγωγή μειώθηκε δραματικά(στις ΗΠΑ το 1930 και στη Γερμανία το 1931). Στην τρίτη φάση και μετά από μία απότομη άνοδο της βιομηχανικής παραγωγής, έχουμε μία βίαιη πτώση που ξεκινάει αντίστροφα, πρώτα από τη Βρετανία, ύστερα τη Γαλλία και μετά στις ΗΠΑ(το 1937). Η κρίση του 1937 αποδίδεται στην πολιτική της άγριας λιτότητας που οδήγησε στη μεγάλη μείωση της ζήτησης. Ακριβώς από αυτή την κρίση κινδυνεύουν σήμερα οι βόρειοι της ευρωζώνης και πρωτίστως η Γερμανία, καθώς η ευρωστία της βασίζεται στις εξαγωγές(μεγάλο εμπορικό πλεόνασμα έναντι των περιφερειακών κυρίως χωρών της ευρωζώνης).
Τέλος, σήμερα, επαναλαμβάνονται οι ίδιες συνταγές του παρελθόντος για την έξοδο από την κρίση. Όπως είναι γνωστό
η αντίληψη που επικράτησε στη δεκαετία του 1930 ήταν η πίστη στο πολύ απλό δόγμα: ελεύθερες αγορές και ισχυρό νόμισμα. Η δεύτερη λύση λαμβάνει χώρα τη δεκαετία του 1940 και είναι η ενεργητική στρατηγική οικονομικής ανάπτυξης και το ελεγχόμενο χρήμα(Αυτή υποστηρίζουν και για σήμερα οι Αμάρτυα Σεν και ο Π. Κρούγκμαν). Η τρίτη συνταγή έλαβε χώρα τη δεκαετία του 1970 και ήταν ένα μίγμα από μικροοικονομικές πολιτικές απελευθέρωσης της αγοράς μαζί με κεϋνσιανές μακροοικονομικές πολιτικές. Και τέλος, γύρω στο 1990, έχουμε την τέταρτη κυρίαρχη αντίληψη που δεν είναι παρά η πρώτη! Δηλαδή, οι ελεύθερες αγορές και το ισχυρό νόμισμα! Κάθε κυρίαρχη αντίληψη βασιζόταν περισσότερο σε μια κυκλική διαδικασία κατά την οποία άνθρωποι με κύρος ενισχύουν ο ένας το τρέχον δόγμα του άλλου, παρά σε πραγματικά βάσιμα στοιχεία, σημειώνει ο Π. Κρούγκμαν. Αυτή, όμως, η αλληλο-υποστήριξη σχετίζεται και με τα κοινά συμφέροντα προσθέτουμε εμείς. Όσο για σήμερα, όλοι πλέον καταλαβαίνουν ότι η λιτότητα είναι καταστρεπτική. Ομοίως, η περίφημη ανταγωνιστικότητα, που αιτιολογεί την άγρια λιτότητα, στη λογική της κατάκτησης των τομέων «υψηλής αξίας», είναι μια εντελώς ηλίθια αντίληψη επισημαίνει ο Αμερικανός οικονομολόγος. Μία χώρα οφείλει να διευκολύνει τις δραστηριότητες στις οποίες οι κάτοικοί της είναι οι πιο προικισμένοι (εκεί όπου έχει δηλαδή συγκριτικό πλεονέκτημα, όπως ο τουρισμός στην Ελλάδα). Τέλος, η ανάπτυξη μπορεί να είναι είτε εκτατική είτε εντατική. Και μια κυβέρνηση δεν μπορεί να ενισχύει ένα οικονομικό κλάδο παρά μόνο σε βάρος των άλλων.
Τρίτη 12 Ιουλίου 2011
Η δομική κρίση του καπιταλισμού
Η οικονομική κρίση είναι δομική. Δεν είναι μόνο ελληνική, είναι παγκόσμια. Πλήττει την Ευρώπη, αλλά και τις ίδιες τις ΗΠΑ. Που όμως οφείλεται; Κάποιοι αποδίδουν την αιτία της στους… οίκους αξιολόγησης: «Δεν είναι δυνατόν ένα καρτέλ τριών αμερικανικών εταιρειών να αποφασίζει για τη μοίρα κρατών και πολιτών» δηλώνει η κ. Βίβιαν Ρέντινγκ, επίτροπος δικαιοσύνης της ΕΕ. Όμως, η διαπίστωση συνιστά τουλάχιστον αφέλεια, αν όχι ευήθεια. Γιατί οι οίκοι αξιολόγησης δεν είναι παρά η αιχμή του δόρατος του χρηματοπιστωτικού κεφαλαίου, δηλαδή των τραπεζών, τις οποίες η G20 αποφάσισαν την έξοδό τους από την κρίση το 2008 μέσω των τεράστιων ενισχύσεων. Η απόφαση αυτή μετατόπισε την παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση, καθιστώντας την κρίση των δημόσιων οικονομικών, ήτοι των δημόσιων ελλειμμάτων και του δημόσιου χρέους. Στη συνέχεια, οι περίφημες «αγορές» (τράπεζες, οίκοι αξιολόγησης) και τα τοξικά τους ομόλογα αντικαταστάθηκαν από τα στοιχήματα για την κατάρρευση χωρών όπως η Ισλανδία, η Ιρλανδία, η Ελλάδα, η Πορτογαλία κ.ά. Στη συνέχεια, το στοίχημα έγινε η εξαφάνιση του ευρώ. Γι’ αυτό τώρα η κ. Ρέντινγκ και οι άλλοι της ΕΕ θορυβήθηκαν.
Αλλά δεν αργήσει ο καιρός της νέας παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής κρίσης καθώς το Χρήμα ως αφαίρεση βρίσκεται πέρα και πάνω από την πραγματική παραγωγή του πλούτου. Με άλλα λόγια το χρηματοπιστωτικό κεφάλαιο έχει αυτονομηθεί από την πραγματική οικονομία και παίζει, επιδιώκοντας τη μεγιστοποίηση του ποσοστού κέρδους, «τζογάροντας» στο «θάνατο» διαφόρων πραγματικών οικονομιών. Υπ’ αυτή την οπτική, δεν έχουμε πλέον τον φιλελεύθερο καπιταλισμό της προσφοράς και της ζήτησης αλλά έναν καπιταλισμό, ο οποίος στη νεοφιλελεύθερη εκδοχή του επιταχύνει συνεχώς, αναζητώντας όλο και μεγαλύτερα κέρδη, μια τεράστια συσσώρευση, που βασίζεται στον οικονομικό κανιβαλισμό. Δεν είναι τυχαίο πως το 90% των παγκόσμιων κεφαλαίων δεν επενδύονται πια στην παραγωγή αλλά στην τζογαδόρικη κερδοσκοπία.
Το κέρδος, συνεπώς, ταυτίζεται σήμερα με την αέναη και χωρίς όρια συσσώρευση. Κι όμως κάποτε ο καπιταλισμός είχε «ηθική», δηλαδή όρια. Ο επινοητής της «αόρατης χείρας» της αγοράς Άνταμ Σμιθ δεν ήταν παρά καθηγητής της Ηθικής Φιλοσοφίας στο πανεπιστήμιο της Γλασκόβης. Τι συνέβη, άραγε, και αποσυνδέθηκε πλήρως η οικονομία από την «ηθική» παράδοσή της; Σύμφωνα με τον Αμάρτυα Σεν και τον Σκοτ Μηκλ, η ηθική παράδοση της οικονομικής σκέψης ξεκινάει από τον Αριστοτέλη («Ηθικά Νικομάχεια») που συσχέτιζε το αντικείμενο των οικονομικών (τον πλούτο) με τους ανθρώπινους σκοπούς. Με την επικράτηση του νεοφιλελευθερισμού, όμως, η «ηθική» αυτή παράδοση απωθήθηκε υπέρ της «μηχανικής» παράδοσης που δεν αφορά τελικούς σκοπούς και ερωτήματα, όπως για το «πως πρέπει κάποιος να ζει» ή «πως μπορεί να αναπτυχθεί ο αγαθός άνθρωπος», αλλά ενδιαφέρεται μόνο για τα ζητήματα διαχείρισης (logistics). Το χρήμα από μέσο γίνεται σκοπός, ενώ ο πραγματικός σκοπός γίνεται το μέσο. Τώρα, οι εργαζόμενοι είναι οι αναλώσιμοι της ιστορίας, μιας ιστορίας που είναι το ατέλειωτο χρονικό των θριάμβων των «πάνω».
Πλέον οι τιμές των προϊόντων δεν διαμορφώνονται από την προσφορά και τη ζήτηση, αλλά από τα διάφορα εφέ των hedge funds. Το παιχνίδι αυτό εμπεριέχει στοιχεία μεταφυσικής και ψυχιατρικής και εδράζεται στη δημιουργία «κρίσεων» που λαμβάνουν χώρα σε δύο χρόνους: Πρώτα, δημιουργείται αναταραχή με την υποβάθμιση μιας οικονομίας (όπως της ελληνικής) από τους οίκους αξιολόγησης και τη δημιουργία περιβάλλοντος επαπειλούμενης χρεοκοπίας. Ακολουθεί η προπαγάνδα της κρίσης στο σύνολο του χρηματιστικού συστήματος, μέσω των λεγόμενων «μολυσματικών» και «μιμητικών εφέ», που αγγίζουν κι άλλες οικονομίες (ντόμινο), όπως η πορτογαλική, η ισπανική και ιταλική, καταλήγοντας στην ενδεχόμενη κατάρρευση του ευρώ(σ.σ. θυμίζουμε το δείπνο του Μανχάταν όπου κερδοσκόποι σχεδίαζαν και στοιχημάτιζαν την κατάρρευση του ευρώ, ξεκινώντας από τον αδύναμο κρίκο, την Ελλάδα).
Όλα τα παραπάνω δείχνουν ότι η κρίση διαιωνίζεται γιατί κάποιοι βγάζουν πολλά χρήματα από αυτή. Μόνο που μαζί με τον γάιδαρο που πνίγεται στη μέση του ποταμού θα πνιγεί και ο σκορπιός που δεν μπορεί να υπερβεί τη φύση του. Υπάρχει άραγε τρόπος υπέρβασης της κρίσης; Υπάρχει λένε κάποιοι σοβαροί οικονομολόγοι αρκεί αυτοί που διευθύνουν την παγκόσμια οικονομία να μην σκέφτονται όπως οι ομόλογοί τους τα χρόνια του 1930, ότι δηλαδή η λύση είναι η νομισματική σταθερότητα( επικρατούσα άποψη και σήμερα στην Ευρώπη). «Επιτέλους, πρέπει να γνωρίζουμε να θέτουμε τη βασική ερώτηση: που είναι η ζήτηση; ποιος θα αγοράσει; ποιος θα επενδύσει; Σήμερα, η παγκόσμια οικονομία έχει ένα πρόβλημα πτώσης της ζήτησης σ’ έναν μεγάλο αριθμό χωρών», σημειώνει ο Πωλ Κρούγκμαν, συναντώντας τον Κέυνς, την ενίσχυση της εργασίας(κατανάλωσης), την επιχείρηση και το κέρδος με όρια καθώς και τη λογική. Όμως ο καπιταλισμός δεν μπορεί να επιστρέψει στο παρελθόν. Αντίθετα οδεύει με αμείωτη επιτάχυνση προς το άπειρο της συσσώρευσης, δηλαδή στο χάος. Κι επειδή δεν είναι μόνο ο άνθρωπος σαν άνθρωπος που κινδυνεύει αλλά ολόκληρη η ζωή πάνω στον πλανήτη, η πτώση του καπιταλισμού είναι απόλυτα αναγκαία για τη σωτηρία της ζωής.
Αλλά δεν αργήσει ο καιρός της νέας παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής κρίσης καθώς το Χρήμα ως αφαίρεση βρίσκεται πέρα και πάνω από την πραγματική παραγωγή του πλούτου. Με άλλα λόγια το χρηματοπιστωτικό κεφάλαιο έχει αυτονομηθεί από την πραγματική οικονομία και παίζει, επιδιώκοντας τη μεγιστοποίηση του ποσοστού κέρδους, «τζογάροντας» στο «θάνατο» διαφόρων πραγματικών οικονομιών. Υπ’ αυτή την οπτική, δεν έχουμε πλέον τον φιλελεύθερο καπιταλισμό της προσφοράς και της ζήτησης αλλά έναν καπιταλισμό, ο οποίος στη νεοφιλελεύθερη εκδοχή του επιταχύνει συνεχώς, αναζητώντας όλο και μεγαλύτερα κέρδη, μια τεράστια συσσώρευση, που βασίζεται στον οικονομικό κανιβαλισμό. Δεν είναι τυχαίο πως το 90% των παγκόσμιων κεφαλαίων δεν επενδύονται πια στην παραγωγή αλλά στην τζογαδόρικη κερδοσκοπία.
Το κέρδος, συνεπώς, ταυτίζεται σήμερα με την αέναη και χωρίς όρια συσσώρευση. Κι όμως κάποτε ο καπιταλισμός είχε «ηθική», δηλαδή όρια. Ο επινοητής της «αόρατης χείρας» της αγοράς Άνταμ Σμιθ δεν ήταν παρά καθηγητής της Ηθικής Φιλοσοφίας στο πανεπιστήμιο της Γλασκόβης. Τι συνέβη, άραγε, και αποσυνδέθηκε πλήρως η οικονομία από την «ηθική» παράδοσή της; Σύμφωνα με τον Αμάρτυα Σεν και τον Σκοτ Μηκλ, η ηθική παράδοση της οικονομικής σκέψης ξεκινάει από τον Αριστοτέλη («Ηθικά Νικομάχεια») που συσχέτιζε το αντικείμενο των οικονομικών (τον πλούτο) με τους ανθρώπινους σκοπούς. Με την επικράτηση του νεοφιλελευθερισμού, όμως, η «ηθική» αυτή παράδοση απωθήθηκε υπέρ της «μηχανικής» παράδοσης που δεν αφορά τελικούς σκοπούς και ερωτήματα, όπως για το «πως πρέπει κάποιος να ζει» ή «πως μπορεί να αναπτυχθεί ο αγαθός άνθρωπος», αλλά ενδιαφέρεται μόνο για τα ζητήματα διαχείρισης (logistics). Το χρήμα από μέσο γίνεται σκοπός, ενώ ο πραγματικός σκοπός γίνεται το μέσο. Τώρα, οι εργαζόμενοι είναι οι αναλώσιμοι της ιστορίας, μιας ιστορίας που είναι το ατέλειωτο χρονικό των θριάμβων των «πάνω».
Πλέον οι τιμές των προϊόντων δεν διαμορφώνονται από την προσφορά και τη ζήτηση, αλλά από τα διάφορα εφέ των hedge funds. Το παιχνίδι αυτό εμπεριέχει στοιχεία μεταφυσικής και ψυχιατρικής και εδράζεται στη δημιουργία «κρίσεων» που λαμβάνουν χώρα σε δύο χρόνους: Πρώτα, δημιουργείται αναταραχή με την υποβάθμιση μιας οικονομίας (όπως της ελληνικής) από τους οίκους αξιολόγησης και τη δημιουργία περιβάλλοντος επαπειλούμενης χρεοκοπίας. Ακολουθεί η προπαγάνδα της κρίσης στο σύνολο του χρηματιστικού συστήματος, μέσω των λεγόμενων «μολυσματικών» και «μιμητικών εφέ», που αγγίζουν κι άλλες οικονομίες (ντόμινο), όπως η πορτογαλική, η ισπανική και ιταλική, καταλήγοντας στην ενδεχόμενη κατάρρευση του ευρώ(σ.σ. θυμίζουμε το δείπνο του Μανχάταν όπου κερδοσκόποι σχεδίαζαν και στοιχημάτιζαν την κατάρρευση του ευρώ, ξεκινώντας από τον αδύναμο κρίκο, την Ελλάδα).
Όλα τα παραπάνω δείχνουν ότι η κρίση διαιωνίζεται γιατί κάποιοι βγάζουν πολλά χρήματα από αυτή. Μόνο που μαζί με τον γάιδαρο που πνίγεται στη μέση του ποταμού θα πνιγεί και ο σκορπιός που δεν μπορεί να υπερβεί τη φύση του. Υπάρχει άραγε τρόπος υπέρβασης της κρίσης; Υπάρχει λένε κάποιοι σοβαροί οικονομολόγοι αρκεί αυτοί που διευθύνουν την παγκόσμια οικονομία να μην σκέφτονται όπως οι ομόλογοί τους τα χρόνια του 1930, ότι δηλαδή η λύση είναι η νομισματική σταθερότητα( επικρατούσα άποψη και σήμερα στην Ευρώπη). «Επιτέλους, πρέπει να γνωρίζουμε να θέτουμε τη βασική ερώτηση: που είναι η ζήτηση; ποιος θα αγοράσει; ποιος θα επενδύσει; Σήμερα, η παγκόσμια οικονομία έχει ένα πρόβλημα πτώσης της ζήτησης σ’ έναν μεγάλο αριθμό χωρών», σημειώνει ο Πωλ Κρούγκμαν, συναντώντας τον Κέυνς, την ενίσχυση της εργασίας(κατανάλωσης), την επιχείρηση και το κέρδος με όρια καθώς και τη λογική. Όμως ο καπιταλισμός δεν μπορεί να επιστρέψει στο παρελθόν. Αντίθετα οδεύει με αμείωτη επιτάχυνση προς το άπειρο της συσσώρευσης, δηλαδή στο χάος. Κι επειδή δεν είναι μόνο ο άνθρωπος σαν άνθρωπος που κινδυνεύει αλλά ολόκληρη η ζωή πάνω στον πλανήτη, η πτώση του καπιταλισμού είναι απόλυτα αναγκαία για τη σωτηρία της ζωής.
Δευτέρα 11 Ιουλίου 2011
Λαϊκισμός και φόβος
Βεβήλωση, προσβολή της δημοκρατίας και της ιερότητας των βουλευτών, λαϊκισμός, αντιδημοκρατικό φαινόμενο και παρακράτος, βία, όλα αυτά κι άλλα πολλά συνιστούν χαρακτηρισμούς που αφορούν στις αποδοκιμασίες εκ μέρους των πολιτών των αντιπροσώπων του έθνους. Παραδόξως, η αφαίρεση του δικαιώματος στην εργασία, η ανεργία, η οδύνη των νέων που τίθενται εκτός δουλειάς και προοπτικής, κυριολεκτικά εκτός ζωής, αυτά δεν συνιστούν ούτε φασισμό ούτε βία, αλλά… λαϊκισμό. Τα κυβερνητικά στελέχη αντί να σκεφτούν τι προκαλεί αυτού του είδους τη «βία», απαντούν με κλισέ λαϊκιστικού τύπου, όπως πράττουν και σε κάθε είδους κριτική εναντίον της κυβερνητικής πολιτικής. Αλλά όταν σε κάθε κριτική τίθεται η ετικέτα του «λαϊκισμού», τότε στομώνεται κάθε προσπάθεια διαλόγου, χάνεται η δυνατότητα της σύνθεσης μέσω της ομιλίας και του πράττειν στους δημόσιους χώρους. Με άλλα λόγια, υπάρχει, σήμερα, ένα έλλειμμα –πέραν του δημοσιονομικού- και του δημοκρατικού διαλόγου. Οι «κάτω» αισθάνονται ότι δεν εκπροσωπούνται πολιτικά και ότι δεν ακούγεται ο λόγος τους. Αντιθέτως, θεωρούν ότι εμπαίζονται. Από εδώ εκκινεί η βία. Γιατί η βία αρχίζει από εκεί απ’ όπου σταματάει ο λόγος και ο δια-λογος, αλλά και εκεί όπου η ομιλία και η πράξη έχουν χωριστεί, όπου τα λόγια είναι κενά και τα έργα γίνονται βάναυσα.
Θυμίζουμε ότι ο κ. Γ. Α. Παπανδρέου ανήλθε στην εξουσία με υποσχέσεις όπως «λεφτά υπάρχουν», και συνθήματα-διλήμματα όπως το «σοσιαλισμός ή βαρβαρότητα». Τελικά, ο ελληνικός λαός και κυρίως οι ενεοί ψηφοφόροι του ΠΑΣΟΚ υφίστανται μια άνευ προηγουμένου βαρβαρότητα. Απέναντι σ’ αυτή την πρωτοφανή βία που ασκείται απ’ όσους κατέχουν τα μέσα της βίας και επιθυμούν το μονοπώλιο της δύναμης, αντιπαρατάσσεται η «βία» των Αγανακτισμένων από τους οποίους έχει υπεξαιρεθεί η δύναμη των δημοκρατικών και εργασιακών τους δικαιωμάτων. Η απώλεια αυτής της δύναμης γεννά τον πειρασμό της υποκατάστασής της από τη βία και τον τρόμο, ότι δηλαδή κάνουν σήμερα οι πολίτες εναντίον των βουλευτών των δύο κομμάτων εξουσίας. Το πολιτικό αδιέξοδο, συνεπώς, απαιτεί την επαναθέσμιση των δημοκρατικών τόπων έκφρασης και σύνθεσης των αντιτιθέμενων θέσεων, μιας νέας δηλαδή δημόσιας σφαίρας όπου θα εκφράζονται οι ανάγκες της κοινωνίας πέραν των χειραγωγητικών τηλεοπτικών πλατό, όπου το παιγνίδι είναι πλέον πασίγνωστο πως είναι εν πολλοίς στημένο.
Αναφερόμαστε στην τηλεόραση όπου σκηνοθετείται ο περίφημος «δημιουργικός λαϊκισμός» κατά το ανάλογο της «δημιουργικής βίας». Εκεί εκτυλίσσεται το παραμύθι, οι ευφημισμοί, τα επιχειρήματα και οι καλές προθέσεις, αλλά και η κινδυνολογία. Εκεί, αίφνης, ο λαϊκισμός χάνει –κατά το δοκούν- το αρνητικό του περιεχόμενο, καθιστάμενος θετικός. Σ’ αυτό το ΠΑΣΟΚ έχει παρατηρηθεί πως έχει την απόλυτη τεχνογνωσία. Αυτόν τον «δημιουργικό λαϊκισμό» υπηρετεί επιτυχώς ο Γ. Α. Παπανδρέου, όπως έλεγε το Μάρτιο του 2006 σημερινός βουλευτής του. Αυτό, όμως, μπορεί να συμβεί μόνο υπό ορισμένες προϋποθέσεις. Ήτοι όταν υπάρχει η σχετική δυνατότητα ικανοποίησης της σύγχρονης πελατείας των μεσαίων τάξεων. Όταν όμως αυτό δεν συμβαίνει, όπως είναι η περίπτωσή μας σήμερα, τότε οδεύουμε όχι τόσο στον παραδοσιακό αυταρχισμό του «ήπιου βοναπαρτισμού», αλλά στον πειρασμό του ολοκληρωτισμού με τη μορφή του «Εγωκράτους». Αλλά αυτά τα ενδεχόμενα αποκρούει, σήμερα, το κίνημα των Αγανακτισμένων, των οποίων η βία νομιμοποιείται υπό ορισμένες περιστάσεις. «Η βία -το να ενεργεί κανείς χωρίς επιχειρήματα ή λόγια και χωρίς να υπολογίζει τις συνέπειες- είναι ο μόνος τρόπος να ισορροπήσει ξανά η πλάστιγγα της δικαιοσύνης» επισημαίνει η Χάνα Άρεντ. Η γνωστή πολιτειολόγος, η οποία μόνο για λαϊκισμό δεν μπορεί να κατηγορηθεί, δεν αρνείται την οργή και τη βία ως «φυσικά» ανθρώπινα πάθη, ούτε τις συγκινήσεις. Θεωρεί, μάλιστα, ότι η εξαφάνιση των τελευταίων θα σήμαινε την απανθρωποποίηση και τον ευνουχισμό των πολιτών. Εκείνο, όμως, που επισημαίνει είναι ο απολιτικός χαρακτήρας τους. Αλλά η ορισμένη ήπια βία που ασκείται σήμερα στο πολιτικό προσωπικό της Ελλάδας έχει απολύτως πολιτικά χαρακτηριστικά, καθώς είναι μία μορφή άμυνας σε μία πολιτική μαζικού εκφοβισμού. Και δεν αναφερόμαστε μόνο στην τρομοκρατία της χρεοκοπίας αλλά και στην προσπάθεια της κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ να τρομάξει τους δικούς τους ψηφοφόρους, επισείοντας τα… τρομοκρατικά χαρακτηριστικά των άλλων, του ΣΥΡΙΖΑ και της ΝΔ. Κατ’ αυτόν τον τρόπο προσπαθεί να αποτρέψει τις τάσεις φυγής των ψηφοφόρων του τόσο προς την αριστερά όσο και προς την κεντροδεξιά. Έτσι, όμως, η πολιτική γίνεται μία μεταπολιτική, η οποία δεν έχει καμία σχέση με την πολιτική, καθώς αποσκοπεί σε «μια τρομαγμένη σύμπραξη τρομαγμένων ανθρώπων»(Ζίζεκ). Ο φόβος καθίσταται η κινητήρια αρχή αυτής της μεταπολιτικής: φόβος των μεταναστών, φόβος της εγκληματικότητας, φόβος της ανεργίας, φόβος του λουκέτου, φόβος των Αγανακτισμένων, φόβος του ΣΥΡΙΖΑ, φόβος της ΝΔ, φόβος παντού κι από παντού. Ποιος άνθρωπος και ποια κοινωνία μπορούν να ζήσουν κάτω από αυτές τις συνθήκες;
Θυμίζουμε ότι ο κ. Γ. Α. Παπανδρέου ανήλθε στην εξουσία με υποσχέσεις όπως «λεφτά υπάρχουν», και συνθήματα-διλήμματα όπως το «σοσιαλισμός ή βαρβαρότητα». Τελικά, ο ελληνικός λαός και κυρίως οι ενεοί ψηφοφόροι του ΠΑΣΟΚ υφίστανται μια άνευ προηγουμένου βαρβαρότητα. Απέναντι σ’ αυτή την πρωτοφανή βία που ασκείται απ’ όσους κατέχουν τα μέσα της βίας και επιθυμούν το μονοπώλιο της δύναμης, αντιπαρατάσσεται η «βία» των Αγανακτισμένων από τους οποίους έχει υπεξαιρεθεί η δύναμη των δημοκρατικών και εργασιακών τους δικαιωμάτων. Η απώλεια αυτής της δύναμης γεννά τον πειρασμό της υποκατάστασής της από τη βία και τον τρόμο, ότι δηλαδή κάνουν σήμερα οι πολίτες εναντίον των βουλευτών των δύο κομμάτων εξουσίας. Το πολιτικό αδιέξοδο, συνεπώς, απαιτεί την επαναθέσμιση των δημοκρατικών τόπων έκφρασης και σύνθεσης των αντιτιθέμενων θέσεων, μιας νέας δηλαδή δημόσιας σφαίρας όπου θα εκφράζονται οι ανάγκες της κοινωνίας πέραν των χειραγωγητικών τηλεοπτικών πλατό, όπου το παιγνίδι είναι πλέον πασίγνωστο πως είναι εν πολλοίς στημένο.
Αναφερόμαστε στην τηλεόραση όπου σκηνοθετείται ο περίφημος «δημιουργικός λαϊκισμός» κατά το ανάλογο της «δημιουργικής βίας». Εκεί εκτυλίσσεται το παραμύθι, οι ευφημισμοί, τα επιχειρήματα και οι καλές προθέσεις, αλλά και η κινδυνολογία. Εκεί, αίφνης, ο λαϊκισμός χάνει –κατά το δοκούν- το αρνητικό του περιεχόμενο, καθιστάμενος θετικός. Σ’ αυτό το ΠΑΣΟΚ έχει παρατηρηθεί πως έχει την απόλυτη τεχνογνωσία. Αυτόν τον «δημιουργικό λαϊκισμό» υπηρετεί επιτυχώς ο Γ. Α. Παπανδρέου, όπως έλεγε το Μάρτιο του 2006 σημερινός βουλευτής του. Αυτό, όμως, μπορεί να συμβεί μόνο υπό ορισμένες προϋποθέσεις. Ήτοι όταν υπάρχει η σχετική δυνατότητα ικανοποίησης της σύγχρονης πελατείας των μεσαίων τάξεων. Όταν όμως αυτό δεν συμβαίνει, όπως είναι η περίπτωσή μας σήμερα, τότε οδεύουμε όχι τόσο στον παραδοσιακό αυταρχισμό του «ήπιου βοναπαρτισμού», αλλά στον πειρασμό του ολοκληρωτισμού με τη μορφή του «Εγωκράτους». Αλλά αυτά τα ενδεχόμενα αποκρούει, σήμερα, το κίνημα των Αγανακτισμένων, των οποίων η βία νομιμοποιείται υπό ορισμένες περιστάσεις. «Η βία -το να ενεργεί κανείς χωρίς επιχειρήματα ή λόγια και χωρίς να υπολογίζει τις συνέπειες- είναι ο μόνος τρόπος να ισορροπήσει ξανά η πλάστιγγα της δικαιοσύνης» επισημαίνει η Χάνα Άρεντ. Η γνωστή πολιτειολόγος, η οποία μόνο για λαϊκισμό δεν μπορεί να κατηγορηθεί, δεν αρνείται την οργή και τη βία ως «φυσικά» ανθρώπινα πάθη, ούτε τις συγκινήσεις. Θεωρεί, μάλιστα, ότι η εξαφάνιση των τελευταίων θα σήμαινε την απανθρωποποίηση και τον ευνουχισμό των πολιτών. Εκείνο, όμως, που επισημαίνει είναι ο απολιτικός χαρακτήρας τους. Αλλά η ορισμένη ήπια βία που ασκείται σήμερα στο πολιτικό προσωπικό της Ελλάδας έχει απολύτως πολιτικά χαρακτηριστικά, καθώς είναι μία μορφή άμυνας σε μία πολιτική μαζικού εκφοβισμού. Και δεν αναφερόμαστε μόνο στην τρομοκρατία της χρεοκοπίας αλλά και στην προσπάθεια της κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ να τρομάξει τους δικούς τους ψηφοφόρους, επισείοντας τα… τρομοκρατικά χαρακτηριστικά των άλλων, του ΣΥΡΙΖΑ και της ΝΔ. Κατ’ αυτόν τον τρόπο προσπαθεί να αποτρέψει τις τάσεις φυγής των ψηφοφόρων του τόσο προς την αριστερά όσο και προς την κεντροδεξιά. Έτσι, όμως, η πολιτική γίνεται μία μεταπολιτική, η οποία δεν έχει καμία σχέση με την πολιτική, καθώς αποσκοπεί σε «μια τρομαγμένη σύμπραξη τρομαγμένων ανθρώπων»(Ζίζεκ). Ο φόβος καθίσταται η κινητήρια αρχή αυτής της μεταπολιτικής: φόβος των μεταναστών, φόβος της εγκληματικότητας, φόβος της ανεργίας, φόβος του λουκέτου, φόβος των Αγανακτισμένων, φόβος του ΣΥΡΙΖΑ, φόβος της ΝΔ, φόβος παντού κι από παντού. Ποιος άνθρωπος και ποια κοινωνία μπορούν να ζήσουν κάτω από αυτές τις συνθήκες;
Κυριακή 10 Ιουλίου 2011
ΜΗΝ ΚΟΚΚΙΝΙΖΕΤΕ ΠΟΥ ΘΕΛΕΤΕ ΤΟ ΦΕΓΓΑΡΙ: ΣΑΣ ΑΝΗΚΕΙ
Οι New York Times ακολούθησαν τη Wall Sreet Journal στην κριτική εναντίον της τρόικας σχετικά με την άγρια λιτότητα που επιβάλλουν στην Ελλάδα κι αλλού. Επισημαίνουν δε πως είναι αναγκαίο ένα αναπτυξιακό πρόγραμμα. Το έγραψε και ο Αμάρτυα Σεν, τα βασικά σημεία του άρθρου του οποίου παρουσιάσαμε προχθές, αλλά και η Le Monde Diplomatique. Η τελευταία, μάλιστα, υποστηρίζει ότι η διαχείριση του χρέους απαιτεί «ζογκλέρ» και όχι οικονομικά «αναλφάβητους». Και οικονομικά αναλφάβητοι είναι τόσο οι ηγέτες της Ευρώπης όσο κι εκείνοι που κυβερνούν, σήμερα, την Ελλάδα. Αλλά αυτοί που είναι ανεπαρκείς στα οικονομικά φαίνεται ότι πλεονεκτούν στις δημόσιες σχέσεις. Έτσι, στον Αμάρτυα Σεν διαβάσαμε ότι ο πρωθυπουργός Γιώργος Παπανδρέου προσπαθεί να αλλάξει «την κουλτούρα της διαφθοράς» στην Ελλάδα(σ.σ. λόγια σίγουρα του ίδιου του κ. Παπανδρέου που τα είπε στο φίλο του). Εκείνο, όμως, που μας έκανε φοβερή εντύπωση είναι η παραπληροφόρηση έγκυρων δημοσιογράφων, όπως ο Serge Halimi της Le Monde Diplomatique, ο οποίος στο τεύχος του Ιουλίου του γνωστού μηνιάτικου εντύπου μιλάει για τον Mario Draghi, το νέο πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, που ήταν πριν αντιπρόεδρος της τράπεζας Goldman Sachs και βοήθησε (σ.σ. μαζί με την περίφημη Αντιγόνη) «την ελληνική δεξιά να ‘’μακιγιάρει’’ τα ελλείμματά της»! Αυτό συνιστά μέγα ψεύδος καθώς είναι σε όλους γνωστό ότι η Goldman Sachs και η περίφημη Αντιγόνη προσέφεραν τις υπηρεσίες τους κατ’ αρχήν στην κυβέρνηση του κ. Κώστα Σημίτη. Μ’ αυτό τον τρόπο («με το σπαθί μας» έλεγε ο τότε εκσυγχρονιστής πρωθυπουργός, ο οποίος επίσης έχει ευθύνη και για τους Ολυμπιακούς Αγώνες) εισήλθαμε στην ΟΝΕ και το ευρώ. Βέβαια, την ίδια τράπεζα για την απόκρυψη των ελλειμμάτων τους έχουν χρησιμοποιήσει κι άλλες χώρες, όπως η Ιταλία και η Γαλλία, αλλά περί αυτού δεν κάνει καμία νύξη ο κ. Halimi. Πάντως, ο αρθρογράφος επισημαίνει κάτι που είναι αλήθεια, ότι δηλαδή η οικονομική κρίση στην Ελλάδα επέτρεψε στην… σοσιαλιστική κυβέρνηση να περάσει μέτρα κατά των εργατικών δικαιωμάτων, εναντίων των συνταξιούχων και του κράτους πρόνοιας καθώς και να γίνουν χιλιάδες απολύσεις στο Δημόσιο, οι οποίες δεν θα μπορούσαν να συμβούν υπό κανονικές συνθήκες. Επίσης, παρατίθεται η διαπίστωση του γνωστού οικονομολόγου Πωλ Κρούγκμαν, που σημειώνει πως οι διεθνείς οργανισμοί και οι κυβερνήσεις τσακίζουν τους εργαζόμενους και εξυπηρετούν αποκλειστικά τα συμφέροντα των «ραντιέρηδων», αυτών που χρηματοδοτούν τα πολιτικά κόμματα και τους πολιτικούς. Και ο Halimi, όπως και ο Σεν τέλος, παραθέτει το παράδειγμα της Βρετανίας η οποία μετά το δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο και τη δεκαετία 1945-1955 κατάφερε να μειώσει το δημόσιο χρέος από 216% του ΑΕΠ σε 138% και μάλιστα χωρίς μέτρα λιτότητας, αντιθέτως με μέτρα ενίσχυσης της κατανάλωσης και της ανάπτυξης. Κάποιοι ασφαλώς θα αντιτείνουν ότι τα όρια της ανάπτυξης είναι πλέον περιορισμένα(Ζ. Στίγκλιτς). Έτσι, ούτε αυτή η οδός μοιάζει να είναι εφικτή. Τι λοιπόν απομένει; Κάποιοι, μαζί τους κι εμείς, εκτιμούν ότι πρέπει να πάψει η ευρωπαϊκή και εν γένει η παγκοσμιοποιημένη οικονομία να κυριαρχείται από το χρηματοπιστωτικό κεφάλαιο(τράπεζες) σε βάρος της πραγματικής οικονομίας. Αυτή η λύση μπορεί να είναι μόνο πολιτική. Αλλά η πολιτική ελέγχεται από την οικονομία. Άρα χρειάζεται να επανέλθει η πολιτική στην προτεραία κατάσταση ελέγχου της οικονομίας. Δηλαδή μία αναστροφή της σημερινής κατάστασης. Αυτό μπορεί να συμβεί, αρκεί να αλλάξει ο συσχετισμός δυνάμεων και να το θελήσουν οι λαοί, που δεν αντέχουν άλλο ξεζούμισμα. «Αδύνατον να γίνει αυτό» λένε οι συστημικοί ακαδημαϊκοί και οι καθεστωτικοί διαμορφωτές της κοινής γνώμης και όσοι δεν εμπιστεύονται τη δυναμική των λαϊκών αντιδράσεων. Όμως, το σύστημα έχει φθάσει σε πλήρες αδιέξοδο κι αυτό δεν είναι οικονομικό ή τεχνικό πρόβλημα αλλά κατ’ εξοχήν πολιτικό. Γι’ αυτό θα μπορούσε να πει κανείς στους Αγανακτισμένους λαούς «Μη κοκκινίζετε που θέλετε το φεγγάρι: Σας ανήκει», όπως έλεγε ο Ζαν-Πωλ Σαρτρ(το παραθέτει ο Halimi). Αυτό θα μπορούσε να είναι και το σύνθημα των Αγανακτισμένων της πλατείας Συντάγματος και όλων των πλατειών.
Παρασκευή 8 Ιουλίου 2011
Η φαιά προπαγάνδα του καθεστώτος
Η βία της ανεργίας, η βία της φτώχειας και της εξαθλίωσης, η βία της αδικίας, της στρεψοδικίας και της ανισότητας, η βία των ΜΑΤ και των χημικών, η βία της συκοφαντίας από τους καθεστωτικούς πολιτικούς, τους συστημικούς δημοσιογράφους, τους κρατικοδίαιτους ακαδημαϊκούς, από τα μέλη εν γένει του κυρίαρχου πολιτικού και πολιτιστικού συστήματος, το οποίο βρίσκεται σε προχωρημένη σηψαιμία, αποκρύπτεται, δεν υπάρχει. Μόνο η βία του προπηλακισμού, η βία ενός πηγμένου γάλακτος, που στρέφεται εναντίον όσων δεν τηρούν τις υποσχέσεις τους, ή η βία του νερού από γνωστές πηγές, ένας απλός σπασμός αξιοπρέπειας, μία διαμαρτυρία του τύπου: «κλέφτες», μόνο αυτές θεωρούνται ως τα πλέον ακραία αντιδημοκρατικά φαινόμενα από το κυρίαρχο σύστημα! Η βία της κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ και των παρελκόμενων μιντιακών «ηχείων» της, τα οποία εκφοβίζουν και τρομοκρατούν αδιαλείπτως, επισείοντας το φόβητρο της χρεοκοπίας, δεν συνιστούν αντιδημοκρατικό γεγονός, δεν είναι τρομοκρατία, δεν είναι η γνωστή αυταρχική θατσερική πολιτική του φόβου, δεν είναι βία!
Και είναι άνευ προηγουμένου πρόκληση να μιλούν με ύφος τιμητή ου μην και επαναστάτη οι καθιστοί γραφιάδες του σεσηπότος συστήματος, αυτοί που διακήρυτταν και εξακολουθούν να διακηρύττουν ότι οι φτωχοί δεν είναι εκμεταλλευόμενοι, αλλά ξεπερασμένοι και άχρηστοι. Όμως, αυτοί που υπηρέτησαν όσο κανείς άλλος τη μικροφυσική της υπακοής, οδηγώντας στο απόλυτο μηδέν την πολιτική, δεν νομιμοποιούνται σήμερα να οδύρονται και να μυκτηρίζουν τους Αγανακτισμένους. Οι τελευταίοι είναι οι μόνοι ικανοί να επινοήσουν εκ νέου την πολιτική και όχι οι μηχανισμοί και τα δίκτυα των ακριβοπληρωμένων ελίτ που πουλούν την ανία, το φθόνο και τη μνησικακία. Γιατί στη μικροπρέπεια των εμετικών ανθρώπων του καθεστώτος και όσων είναι ανίκανοι να αισθανθούν ενθουσιασμό, αντιπαρατίθεται σήμερα ο Αγανακτισμένος πολίτης, που αφυπνίζει την πολιτική πράξη, όχι ασκώντας βία αλλά απλώς υπερβαίνοντας τα όρια της στερεότυπης πράξης και του καθωσπρεπισμού. Η ελπίδα, συνεπώς, βρίσκεται στον ηρωισμό του Αγανακτισμένου πολίτη που μπορεί να γίνει φορέας του εξαιρετικού, της εξανάστασης, της εξέγερσης. Αυτό προσέφερε και θα προσφέρει ο Αγανακτισμένος ήρωας της πλατείας. Γιατί μέσω της πλατείας έμαθε όλος ο κόσμος ότι υπάρχει εναλλακτική λύση, ότι δεν υπάρχει μόνο ο «μονόδρομος», που παραπέμπει σε ολοκληρωτισμούς. Ότι η ελευθερία είναι γεγονός και δεν περιορίζεται σε μια «επιλογή» ή πίσω από αυτό που είναι δήθεν αποδοτικότερο. Αυτός ο καθημερινός ήρωας των πλατειών ανά την Ελλάδα έσωσε την κοινωνία από τη δειλία, τον ατομικισμό και τους εγωισμούς της, επανανακαλύπτοντας τις συλλογικότητες ή δημιουργώντας νέες, εντός ενός πλαισίου άμεσης δημοκρατίας.
Ασφαλώς, το καθεστώς και η προπαγάνδα του καθώς και οι κατασταλτικοί του μηχανισμοί θα περάσουν στην αντεπίθεση. Και πάλι σύμμαχοι του συστήματος θα είναι αυτοί που πρόσκαιρα λούφαξαν –κάποιοι έγιναν και… Αγανακτισμένοι-, οι άπληστοι κανίβαλοι, οι χρόνια πάσχοντες από συναισθηματική τύφλωση, αυτοί που δεν γνωρίζουν τι θα πει ανεργία, τι θα πει φτώχεια και απελπισία. Όλοι αυτοί θα ξανακάνουν το ίδιο «ιδιοτελές σφάλμα», όπως έλεγε ο Ελβέτιος, σύμφωνα με το οποίο όλος ο κόσμος είναι ότι περικλείεται στη δική τους περιοχή, στα δικά τους εύτακτα-προκρούστεια σχήματα. Εκεί όπου δεν υπάρχει φτώχεια και ανεργία, ούτε φόβος και ανασφάλεια. Εκεί όπου τίποτα δεν αντιδρά γιατί δεν έχει ανάγκη να αντιδράσει.
Παρ’ όλα αυτά, ακόμα κι εκεί, υπάρχει πάντα η υπόρρητη αντίδραση, υπάρχουν τα αδήλωτα, ασυνείδητα αιτήματα, τα οποία οι συστημικοί διανοούμενοι και σχολιαστές δεν μπορούν να δουν από το βάθρο των καθολικών αληθειών και της περιορισμένης θέασης του κόσμου. Γιατί πάντα ένα ανώτερο ηθικό και πνευματικό βάθος, μια ευγενική και ανιδιοτελής αγάπη για την αλήθεια θα αντιπαρατίθεται στους ηδονιστές χωρίς καρδιά, στους κοσμικούς, και τους ρηχά ηθικούς, προπάντων στους «χρυσο-συσσωρευτές» και στους κανίβαλους.
Όσο για τους Αγανακτισμένους, αυτούς και τους συμμάχους τους που σύμφωνα με τον κ. Γ. Παπανδρέου βάλλουν κατά της δημοκρατίας, έχουμε να πούμε, πως ναι, δεν είναι καλό κανείς να σπάει, να καίει, να καταστρέφει, δεν είναι καλό πράγμα η βία, αλλά η βία είναι παντού. Η γαλακτόχρους και υδαρώδης βία που επιλέγουν κάποιοι Αγανακτισμένοι δεν ισορροπεί τη βία που υφίστανται. Απλώς την επιλέγουν γιατί κανένας δεν θα ασχολούνταν με τις διαμαρτυρίες τους αν διαδήλωναν ήσυχα, «γκαντιανά». Αλλά τι θα μας πουν από τη Δευτέρα, όταν θα αδειάσει η πλατεία, τα κυρίαρχα μέσα ενημέρωσης; Ότι κάθε διαμαρτυρία εκτονώνεται. Και ότι υπάρχει για να αναζωογονεί, για να λιπαίνει και να διαιωνίζει το σύστημα. Όμως, πάλι θα διαψευστούν, καθώς παντού η απελπισία θα τους ακολουθεί σαν σκιά, σαν φάντασμα που θα τους στοιχειώνει τον ύπνο και τον ξύπνιο. Το Σεπτέμβρη, μάλιστα, θα γίνει η κορύφωση, η οποία δεν θα μπορέσει να εξατμιστεί με κανέναν αποδιοπομπαίο τράγο, με κανένα δημοψήφισμα…
Και είναι άνευ προηγουμένου πρόκληση να μιλούν με ύφος τιμητή ου μην και επαναστάτη οι καθιστοί γραφιάδες του σεσηπότος συστήματος, αυτοί που διακήρυτταν και εξακολουθούν να διακηρύττουν ότι οι φτωχοί δεν είναι εκμεταλλευόμενοι, αλλά ξεπερασμένοι και άχρηστοι. Όμως, αυτοί που υπηρέτησαν όσο κανείς άλλος τη μικροφυσική της υπακοής, οδηγώντας στο απόλυτο μηδέν την πολιτική, δεν νομιμοποιούνται σήμερα να οδύρονται και να μυκτηρίζουν τους Αγανακτισμένους. Οι τελευταίοι είναι οι μόνοι ικανοί να επινοήσουν εκ νέου την πολιτική και όχι οι μηχανισμοί και τα δίκτυα των ακριβοπληρωμένων ελίτ που πουλούν την ανία, το φθόνο και τη μνησικακία. Γιατί στη μικροπρέπεια των εμετικών ανθρώπων του καθεστώτος και όσων είναι ανίκανοι να αισθανθούν ενθουσιασμό, αντιπαρατίθεται σήμερα ο Αγανακτισμένος πολίτης, που αφυπνίζει την πολιτική πράξη, όχι ασκώντας βία αλλά απλώς υπερβαίνοντας τα όρια της στερεότυπης πράξης και του καθωσπρεπισμού. Η ελπίδα, συνεπώς, βρίσκεται στον ηρωισμό του Αγανακτισμένου πολίτη που μπορεί να γίνει φορέας του εξαιρετικού, της εξανάστασης, της εξέγερσης. Αυτό προσέφερε και θα προσφέρει ο Αγανακτισμένος ήρωας της πλατείας. Γιατί μέσω της πλατείας έμαθε όλος ο κόσμος ότι υπάρχει εναλλακτική λύση, ότι δεν υπάρχει μόνο ο «μονόδρομος», που παραπέμπει σε ολοκληρωτισμούς. Ότι η ελευθερία είναι γεγονός και δεν περιορίζεται σε μια «επιλογή» ή πίσω από αυτό που είναι δήθεν αποδοτικότερο. Αυτός ο καθημερινός ήρωας των πλατειών ανά την Ελλάδα έσωσε την κοινωνία από τη δειλία, τον ατομικισμό και τους εγωισμούς της, επανανακαλύπτοντας τις συλλογικότητες ή δημιουργώντας νέες, εντός ενός πλαισίου άμεσης δημοκρατίας.
Ασφαλώς, το καθεστώς και η προπαγάνδα του καθώς και οι κατασταλτικοί του μηχανισμοί θα περάσουν στην αντεπίθεση. Και πάλι σύμμαχοι του συστήματος θα είναι αυτοί που πρόσκαιρα λούφαξαν –κάποιοι έγιναν και… Αγανακτισμένοι-, οι άπληστοι κανίβαλοι, οι χρόνια πάσχοντες από συναισθηματική τύφλωση, αυτοί που δεν γνωρίζουν τι θα πει ανεργία, τι θα πει φτώχεια και απελπισία. Όλοι αυτοί θα ξανακάνουν το ίδιο «ιδιοτελές σφάλμα», όπως έλεγε ο Ελβέτιος, σύμφωνα με το οποίο όλος ο κόσμος είναι ότι περικλείεται στη δική τους περιοχή, στα δικά τους εύτακτα-προκρούστεια σχήματα. Εκεί όπου δεν υπάρχει φτώχεια και ανεργία, ούτε φόβος και ανασφάλεια. Εκεί όπου τίποτα δεν αντιδρά γιατί δεν έχει ανάγκη να αντιδράσει.
Παρ’ όλα αυτά, ακόμα κι εκεί, υπάρχει πάντα η υπόρρητη αντίδραση, υπάρχουν τα αδήλωτα, ασυνείδητα αιτήματα, τα οποία οι συστημικοί διανοούμενοι και σχολιαστές δεν μπορούν να δουν από το βάθρο των καθολικών αληθειών και της περιορισμένης θέασης του κόσμου. Γιατί πάντα ένα ανώτερο ηθικό και πνευματικό βάθος, μια ευγενική και ανιδιοτελής αγάπη για την αλήθεια θα αντιπαρατίθεται στους ηδονιστές χωρίς καρδιά, στους κοσμικούς, και τους ρηχά ηθικούς, προπάντων στους «χρυσο-συσσωρευτές» και στους κανίβαλους.
Όσο για τους Αγανακτισμένους, αυτούς και τους συμμάχους τους που σύμφωνα με τον κ. Γ. Παπανδρέου βάλλουν κατά της δημοκρατίας, έχουμε να πούμε, πως ναι, δεν είναι καλό κανείς να σπάει, να καίει, να καταστρέφει, δεν είναι καλό πράγμα η βία, αλλά η βία είναι παντού. Η γαλακτόχρους και υδαρώδης βία που επιλέγουν κάποιοι Αγανακτισμένοι δεν ισορροπεί τη βία που υφίστανται. Απλώς την επιλέγουν γιατί κανένας δεν θα ασχολούνταν με τις διαμαρτυρίες τους αν διαδήλωναν ήσυχα, «γκαντιανά». Αλλά τι θα μας πουν από τη Δευτέρα, όταν θα αδειάσει η πλατεία, τα κυρίαρχα μέσα ενημέρωσης; Ότι κάθε διαμαρτυρία εκτονώνεται. Και ότι υπάρχει για να αναζωογονεί, για να λιπαίνει και να διαιωνίζει το σύστημα. Όμως, πάλι θα διαψευστούν, καθώς παντού η απελπισία θα τους ακολουθεί σαν σκιά, σαν φάντασμα που θα τους στοιχειώνει τον ύπνο και τον ξύπνιο. Το Σεπτέμβρη, μάλιστα, θα γίνει η κορύφωση, η οποία δεν θα μπορέσει να εξατμιστεί με κανέναν αποδιοπομπαίο τράγο, με κανένα δημοψήφισμα…
Πέμπτη 7 Ιουλίου 2011
Αμάρτυα Σεν: Λύση η Ανάπτυξη
Αίφνης, η στρατηγική της μείωσης των ελλειμμάτων με πολιτικές βάρβαρης λιτότητας που σημαίνουν «δάκρυα και αίμα» για τους εργαζόμενους και τους συνταξιούχους, τίθεται πλέον υπό αμφισβήτηση. Χρειάστηκε για να συμβεί αυτό ο ξεσηκωμός των Ελλήνων Αγανακτισμένων, η νέα επίθεση των οίκων αξιολόγησης τόσο εναντίον της Ελλάδας όσο και εναντίον της Πορτογαλίας και, προπάντων, τα αρνητικά αποτελέσματα της μνημονιακής πολιτικής στον τομέα των δημόσιων εσόδων και της μείωσης των ελλειμμάτων. Τώρα είναι πια έκδηλο ότι κινδυνεύει το ίδιο το ευρώ, ενώ τίθεται στο μικροσκόπιο ο δήθεν «μονόδρομος» της ακολουθητέας πολιτικής. Η διάγνωση των οικονομικών προβλημάτων από τους οίκους αξιολόγησης και τους διεθνείς χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς, οι οποίοι τους στηρίζουν, δεν έχουν «κανένα απόλυτο status» σημειώνει ο γνωστός οικονομολόγος Αμάρτυα Σεν. Κι όμως τόσο οι οίκοι αξιολόγησης όσο και η ελληνική κυβέρνηση, η οποία υποτίθεται ότι τους αμφισβητεί, μιλούν για πολιτικές υποχρεωτικού «μονόδρομου». Ο Έλληνας πρωθυπουργός, μάλιστα, ενδεχομένως να αποκαλούσε υποκινητή των Αγανακτισμένων και τον φίλο του τον Αμάρτυα Σεν, αν τον πληροφορούσαν ότι επέκρινε την άγρια λιτότητα και την αντιαναπτυξιακή πολιτική που επιβάλλει η τρόικα στην Ελλάδα. Ο Σεν, επισπροσθέτως, θέτει κι ένα θέμα δημοκρατίας στον κ. Γ. Παπανδρέου, όταν επισημαίνει πως το να ακούς τους οίκους είναι ένα ζήτημα, αλλά δεν μπορείς να τους παραδίδεις την υπέρτατη εξουσία, ή να τους επιτρέπεις «να υπαγορεύουν τους νόμους τους σε δημοκρατικά εκλεγμένες κυβερνήσεις». Είναι γνωστό ότι η αμερικανική κυβέρνηση έχει διατάξει έρευνα για το ρόλο των οίκων αξιολόγησης στην κρίση του 2008. Συνεπώς, η δημοκρατία δεν κινδυνεύει από τον γραμματέα της τοπικής οργάνωσης νεολαίας του ΠΑΣΟΚ στα Τρίκαλα ούτε από κάποιον άλλο πολιτικό σχηματισμό. Ο μεγάλος κίνδυνος προέρχεται από το διεθνές χρηματοπιστωτικό κεφάλαιο με αιχμή του δόρατος τους οίκους αξιολόγησης που έχουν συρρικνώσει τόσο τη δημοκρατία όσο και την εθνική μας κυριαρχία. Γι’ αυτό ο Αμάρτυα Σεν σε πρόσφατο άρθρο του εκφράζει την ανησυχία για τον κίνδυνο, που απειλεί, σήμερα, τη δημοκρατία στην Ευρώπη, εξαιτίας της προτεραιότητας που έχει δοθεί στους χρηματοπιστωτικούς στόχους και, συνεπώς, στο χρηματοπιστωτικό κεφάλαιο. Το βασικό χαρακτηριστικό της Ευρώπης, το κράτος-πρόνοιας έχει ήδη καταστραφεί. Η ιδέα μιας ενωμένης και δημοκρατικής Ευρώπης έχει περάσει σε δεύτερο πλάνο, ενώ σε πρώτο προωθήθηκε η απόλυτη πίστη σε ένα πρόγραμμα χαοτικής χρηματοπιστωτική ένταξης. Επίσης, η παράδοση της δημοκρατικής δημόσιας αντιπαράθεσης, τουτέστιν ο δημόσιος χώρος στην Ευρώπη έχει κενωθεί και έχει αντικατασταθεί από την ανεξέλεγκτη αυταρχική εξουσία των οίκων αξιολόγησης, οι οποίοι με τη στήριξη των διεθνών χρηματοπιστωτικών θεσμών(τράπεζες)υπαγορεύουν de facto στις κυβερνήσεις τα προγράμματά τους. Αυτή η αντιδημοκρατική εκτροπή με τη σύμπραξη των εθελόδουλων εγχώριων πολιτευτών είναι εκείνη η οποία προκαλεί τη μεγάλη αντίδραση των Αγανακτισμένων, αλλά και μορφές τυφλής βίας, που ασφαλώς δεν είναι επιδοκιμαστέες.
Τούτων δοθέντων, τι προτείνει ο Αμάρτυα Σεν; Τη σύνδεση της ανάπτυξης με την παραγωγή δημόσιων εσόδων, όπως έχουν καταφέρει η Βραζιλία, η Κίνα, οι ΗΠΑ και η Ινδία. Αναφέρει, μάλιστα, το τεράστιο χρέος πολλών χωρών μετά το Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο που καλύφθηκε μέσω της ανάπτυξης.
Τούτων δοθέντων, τι προτείνει ο Αμάρτυα Σεν; Τη σύνδεση της ανάπτυξης με την παραγωγή δημόσιων εσόδων, όπως έχουν καταφέρει η Βραζιλία, η Κίνα, οι ΗΠΑ και η Ινδία. Αναφέρει, μάλιστα, το τεράστιο χρέος πολλών χωρών μετά το Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο που καλύφθηκε μέσω της ανάπτυξης.
Τετάρτη 6 Ιουλίου 2011
Κρίση αντιπροσώπευσης και προπηλακισμοί
Την ώρα που πάνω από κάθε εργαζόμενο επικρέμαται ο τρόμος της ανεργίας. Τη στιγμή κατά την οποία οι μικρομεσαίοι επιχειρηματίες, που είδαν τη ζωή τους να ανθίζει με τεράστιο κόπο, περιπίπτουν στην έσχατη εξαθλίωση. Την ώρα που χάνεται και η ελάχιστη προοπτική ανάταξης της ελπίδας και ο τρόμος για το τι μέλλει παραμένει απέραντος, φαίνεται πως δεν υπάρχει άλλος τρόπος για να αποφευχθεί η τρέλα και να αποκατασταθεί η ισορροπία της ψυχής ειμή μόνο με το πέρασμα στην πράξη, με την τρομοκράτηση του τρόμου. Έτσι, η πολιτική του φόβου που χρησιμοποίησε η κυβέρνηση για να καθηλώσει τους εργαζόμενους και δη τους ψηφοφόρους της ώστε να επιβάλει το Μνημόνιο1 γίνεται τώρα μπούμεραγκ και ανακλάται προς τα «πάνω». Η κυβέρνηση τρέμει πλέον τη φωτιά του Φθινοπώρου κι αντί να επιχειρήσει να πει την αλήθεια, αντιλαμβανόμενη ότι η πολιτική της είναι λάθος, προσπαθεί να επιβάλλει τα ψεύδη της μέσω της προπαγάνδας, η οποία φθάνει μέχρι έναν ιδιότυπο πλην επικίνδυνο εμφύλιο. Ήδη βουλευτές και υπουργοί της κυβέρνησης απειλούν να ενεργοποιήσουν τα «σώματα» των ψηφοφόρων τους εναντίον όσων τους επιτίθενται. Αγνοούν, όμως, ή ενδεχομένως αρνούνται να πιστέψουν ότι αυτοί που τους προπηλακίζουν είναι οι ψηφοφόροι τους(Στα Τρίκαλα ήταν και ο γραμματέας της νεολαίας ΠΑΣΟΚ)! Ότι είναι αυτοί που ζητούν τη συνέπεια λόγων και πράξεων. Και είναι η υπερχειλίζουσα οδύνη και η παρελκόμενη οργή του απολυμένου πατέρα και του άνεργου γιου, η οποία, για να μην οδηγήσει σε μια αβάσταχτη ηθική ακαμψία, διαδηλώνει στις πλατείες και εκεί όπου βρίσκεται ο πολιτικός «αντιπρόσωπος», που κατά τη γνώμη τους τους διέψευσε ή τους «πρόδωσε».
Για την ώρα τα επεισόδια μεγεθύνονται στα ηλεκτρονικά κάτοπτρα σε μία προσπάθεια αποπροσανατολισμού από την ουσία των νέων οικονομικών μέτρων, των λουκέτων και της ανεργίας. Επειδή, όμως, η απελπισία είναι ανεξέλεγκτη, η χειραγώγηση των συνειδήσεων μέσω της προπαγάνδας είναι αδύνατη. Μερικές φορές, μάλιστα, φέρνει το αντίθετο αποτέλεσμα, ενισχύοντας την αγανάκτηση.
Ναι, υπάρχει σήμερα κρίση οικονομική αλλά και κρίση πολιτική, κρίση αντιπροσώπευσης. Ο πυρήνας της πολιτικής κρίσης βρίσκεται στην οικονομική κυρίως εξάρτηση των πολιτικών από το επιχειρείν. Από εδώ προκύπτει το «μαύρο πολιτικό χρήμα» αλλά και η έλλειψη συνείδησης εκ μέρους των πολιτικών για το άδικο του πράγματος. Αυτή η κανονιστική αναισθησία των πολιτικών συντείνει στη δημιουργία δυσαρέσκειας και οργής στους πολίτες. Εκείνο επίσης που εξοργίζει είναι ο τρόπο λειτουργίας των κομμάτων εξουσίας. Έτσι, όταν το ΠΑΣΟΚ ήταν στην αντιπολίτευση θεωρούσε «προδοσία» τις αποκρατικοποιήσεις. Όλοι θυμόμαστε τι γινόταν στο λιμάνι του Πειραιά(Cosco), αλλά και στις διαδηλώσεις κατά των μεταρρυθμίσεων στο συνταξιοδοτικό, στις οποίες συμμετείχε και ο σημερινός πρωθυπουργός.
Τα πολιτικά κόμματα, εν γένει, όταν είναι στην κυβέρνηση λειτουργούν διευθετώντας τις ισορροπίες των «εντός», ή αλλιώς των περίφημων μεσαίων τάξεων, μετατοπίζοντας το «Κέντρο» προς τα δεξιά, αλλά όταν είναι στην αντιπολίτευση παρατηρούμε μία υδραυλική μετατόπιση του πολιτικού κέντρου προς τα αριστερά, καθώς γίνεται προσπάθεια να συμπεριληφθούν στο πεδίο επιρροής τους και οι «απ’ έξω». Το ίδιο γίνεται σήμερα με τους Αγανακτισμένους και γενικά με τους αποκλεισμένους. Σύμφωνα με μία οπτική, η επίσημη καθολικότητα ερείδεται στην εξαίρεση, στους «εκτός» του συστήματος, στους άνεργους, στους εξαθλιωμένους. Μόνο αυτοί μπορούν να εκφράσουν το Όλον σε αντίθεση με τους άλλους που εκφράζουν τα ιδιαίτερα συμφέροντά μας. Αντίθετα, κάποιοι άλλοι μιλούν για την ανάγκη επανακαθορισμού της φιλελεύθερης δημοκρατίας, για τον αγώνα για περισσότερο ριζοσπαστική, εξισωτική, συμμετοχική μορφή δημοκρατίας και τον δημοκρατικό ακτιβισμό που ενοφθαλμίζει με τα αιτήματα της κοινωνικής δικαιοσύνης όλο και περισσότερες κοινωνικές σφαίρες, διευρύνοντας, έτσι, τα όρια της πολιτικής και της κοινωνικής δημοκρατίας. Για να υπάρξει μια νέα αντιστοίχηση της πολιτικής και της κοινωνίας χρειάζεται μια «επανάσταση από τα πάνω», μια αλλαγή στα ίδια τα κόμματα, στο ίδιο το πολιτικό σύστημα. Αλλιώς η νέα μεταπολίτευση θα συμβεί με βίαιο τρόπο, «από τα κάτω».
Για την ώρα τα επεισόδια μεγεθύνονται στα ηλεκτρονικά κάτοπτρα σε μία προσπάθεια αποπροσανατολισμού από την ουσία των νέων οικονομικών μέτρων, των λουκέτων και της ανεργίας. Επειδή, όμως, η απελπισία είναι ανεξέλεγκτη, η χειραγώγηση των συνειδήσεων μέσω της προπαγάνδας είναι αδύνατη. Μερικές φορές, μάλιστα, φέρνει το αντίθετο αποτέλεσμα, ενισχύοντας την αγανάκτηση.
Ναι, υπάρχει σήμερα κρίση οικονομική αλλά και κρίση πολιτική, κρίση αντιπροσώπευσης. Ο πυρήνας της πολιτικής κρίσης βρίσκεται στην οικονομική κυρίως εξάρτηση των πολιτικών από το επιχειρείν. Από εδώ προκύπτει το «μαύρο πολιτικό χρήμα» αλλά και η έλλειψη συνείδησης εκ μέρους των πολιτικών για το άδικο του πράγματος. Αυτή η κανονιστική αναισθησία των πολιτικών συντείνει στη δημιουργία δυσαρέσκειας και οργής στους πολίτες. Εκείνο επίσης που εξοργίζει είναι ο τρόπο λειτουργίας των κομμάτων εξουσίας. Έτσι, όταν το ΠΑΣΟΚ ήταν στην αντιπολίτευση θεωρούσε «προδοσία» τις αποκρατικοποιήσεις. Όλοι θυμόμαστε τι γινόταν στο λιμάνι του Πειραιά(Cosco), αλλά και στις διαδηλώσεις κατά των μεταρρυθμίσεων στο συνταξιοδοτικό, στις οποίες συμμετείχε και ο σημερινός πρωθυπουργός.
Τα πολιτικά κόμματα, εν γένει, όταν είναι στην κυβέρνηση λειτουργούν διευθετώντας τις ισορροπίες των «εντός», ή αλλιώς των περίφημων μεσαίων τάξεων, μετατοπίζοντας το «Κέντρο» προς τα δεξιά, αλλά όταν είναι στην αντιπολίτευση παρατηρούμε μία υδραυλική μετατόπιση του πολιτικού κέντρου προς τα αριστερά, καθώς γίνεται προσπάθεια να συμπεριληφθούν στο πεδίο επιρροής τους και οι «απ’ έξω». Το ίδιο γίνεται σήμερα με τους Αγανακτισμένους και γενικά με τους αποκλεισμένους. Σύμφωνα με μία οπτική, η επίσημη καθολικότητα ερείδεται στην εξαίρεση, στους «εκτός» του συστήματος, στους άνεργους, στους εξαθλιωμένους. Μόνο αυτοί μπορούν να εκφράσουν το Όλον σε αντίθεση με τους άλλους που εκφράζουν τα ιδιαίτερα συμφέροντά μας. Αντίθετα, κάποιοι άλλοι μιλούν για την ανάγκη επανακαθορισμού της φιλελεύθερης δημοκρατίας, για τον αγώνα για περισσότερο ριζοσπαστική, εξισωτική, συμμετοχική μορφή δημοκρατίας και τον δημοκρατικό ακτιβισμό που ενοφθαλμίζει με τα αιτήματα της κοινωνικής δικαιοσύνης όλο και περισσότερες κοινωνικές σφαίρες, διευρύνοντας, έτσι, τα όρια της πολιτικής και της κοινωνικής δημοκρατίας. Για να υπάρξει μια νέα αντιστοίχηση της πολιτικής και της κοινωνίας χρειάζεται μια «επανάσταση από τα πάνω», μια αλλαγή στα ίδια τα κόμματα, στο ίδιο το πολιτικό σύστημα. Αλλιώς η νέα μεταπολίτευση θα συμβεί με βίαιο τρόπο, «από τα κάτω».
Τρίτη 5 Ιουλίου 2011
Μια κερδισμένη γενιά
Μιλούν για την εθνική κατάθλιψη, για τη γενιά χωρίς ελπίδα, για τη γενιά της ανεργίας και της απελπισίας, για μία ακόμη χαμένη γενιά. Όμως η πραγματικά χαμένη γενιά ήταν η γενιά της κατανάλωσης και της δανεικής ζωής, η γενιά του φαίνεσθαι και των παγερών, λευκασμένων χαμόγελων, των ανθρώπων του «ο θάνατός σου η ζωή μου», των τεράστιων Εγώ και των αόρατων ατόμων, των αστραφτερών κοσμοπόλεων και των σκοτεινών γκέτο, της χλιδής και της κεκαλυμμένης ένδειας. Τώρα όλα αυτά ως προτάγματα της καταναλωτικής κοινωνίας και ως στόχοι της κυρίαρχης ευτυχίας έχουν διαλυθεί με πάταγο. Η σύγχρονη οικονομική κρίση όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά παγκοσμίως είναι συστημική γιατί έχει πλήξει όχι μόνο την έννοια της διαρκούς οικονομικής ανάπτυξης αλλά και έναν συγκεκριμένο τρόπο ζωής και αναγνώρισης, ένα νόημα της ύπαρξης και ένα τρόπο συνύπαρξης κοινωνικής και πολιτικής. Αλλά τώρα τι; Τι θα αναπληρώσει το κενό του ανταγωνισμού, συμπληρωμένο με έναν δήθεν «δημοκρατικό» κομφορμισμό; Ακριβώς η αναζήτηση της κάλυψης αυτού του κενού σε πολιτικό και πολιτιστικό επίπεδο γίνεται αυτό τον καιρό στις «πλατείες». Ασφαλώς η αβεβαιότητα των ανθρώπων που ήταν συνηθισμένοι να ζουν με ορισμένους κανόνες είναι μεγάλη. Η απελπισία των νέων που μαστίζονται από την ανεργία είναι φοβερή. Αλλά αυτή η γενιά δεν είναι η «χαμένη». Αντιθέτως, χαμένη ήταν η γενιά της λαμογιάς, η γενιά με το ανοιγμένο πρόσωπο από το μπότοξ. Αυτή που είχε την ψυχή πληρωμένη από χημική ευτυχία. Αυτή ήταν η χαμένη γενιά. Η γενιά της «πλατείας», αντίθετα, είναι αυτή που αγωνίζεται για έναν άλλο κόσμο, μια νέα συλλογικότητα, ένα νέο πολιτισμό, ένα νέο άνθρωπο, μια νέα Ελλάδα. Κάποιοι δεν το θέλουν. Η καθεστηκυία τάξη αντιδρά και χτυπά με χημικά και σε λίγο με τον «Αίαντα»(τα κανονάκια με το χρωματιστό νερό και τη μεγάλη πίεση), επιχειρώντας να διατηρήσει την κυριαρχία της επιβάλλοντας ακόμη και το χάος. Η αστυνομία εξοπλίζεται με νέα όπλα για να καταστείλει το νέο που έρχεται να καλύψει το κενό. Αλλά το νέο δεν πρόκειται να εξοντωθεί γιατί είναι αναγκαίο, γιατί έχει ως ιστορικό ρόλο να καλύψει το οικονομικό, το κοινωνικό, το πολιτιστικό και το πολιτικό κενό. Τελικά, ζούμε στη μεταβατική περίοδο μεταξύ δύο εποχών: Η μία έχει παρέλθει και η άλλη δεν έχει έρθει ακόμα. Ετοιμάζεται. Γι’ αυτό όσοι ζουν ενεργά αυτή τη σπουδαία περίοδο, δημιουργούν ιστορία. Και υπ’ αυτή την έννοια, η γενιά της «πλατείας» είναι μια κερδισμένη γενιά, μια γενιά που δημιουργεί καινούργιες αξίες. Και γιατί όχι έναν καλύτερο κόσμο.
Δευτέρα 4 Ιουλίου 2011
Ανάμεσα στη βία και τη βία
Το πλήθος της πλατείας Συντάγματος είναι κυκλωμένο από μίσος και φανατισμό. Ανάμεσα στους αστυνομικούς και στους κουκουλοφόρους, ανάμεσα στη βία και τη βία, προσπαθεί να αμυνθεί και από τους μεν και από τους δε. Μία μηχανή της ομάδας ΔΙΑΣ γλιστράει στη Μητροπόλεως και ο συνεπιβάτης κυλάει αναίσθητος στα πόδια της Δέσποινας. Η διαδηλώτρια απορεί με την τρυφερότητα και την αγάπη των συναδέλφων του αστυνομικού. Δεν μπορεί να καταλάβει πως μπορεί να υπάρχει τόσο συναίσθημα σε ανθρώπους που πριν από λίγο άνοιγαν εν ψυχρώ κεφάλια ανθρώπων που διαδήλωναν ειρηνικά. Τι συμβαίνει λοιπόν; Ποιος είναι ο μηχανισμός που καθιστά τον άνθρωπο την ίδια στιγμή ευαίσθητο αλλά και συγχρόνως άγριο θηρίο; Ο φανατισμός. Η πλύση εγκεφάλου ότι εκεί έξω είναι ο εχθρός. Αυτός που επιβουλεύεται τη δημοκρατία, την έννομη τάξη και ο οποίος οδηγεί ενδεχομένως τη χώρα στη χρεοκοπία. Ποιος είναι άραγε αυτός ο εχθρός; Οι Αγανακτισμένοι; Όχι ασφαλώς. Αυτοί είναι πολύ ειρηνικοί για να αντιμετωπισθούν ως «κακοί». Εάν όμως μετασχηματισθούν σε «Δούρειο Ίππο» τον οποίο χρησιμοποιούν οι αντιεξουσιαστές για προκάλυμμα, όπως δήλωσε ο Χρ. Παπουτσής από το βήμα της Βουλής, τότε πρέπει αναγκαστικά να «καούν» μαζί με τους κουκουλοφόρους που εμπεριέχουν στην «κοιλιά» τους. Μάλιστα, το σχήμα του φανατισμού θα καταστεί τέλειο με ψεύδη, που έρχονται από το παρελθόν, όπως αυτά περί μονάδας «ανεφοδιασμού» των κουκουλοφόρων!
Αλλά ο φανατισμός υπάρχει και από την άλλη πλευρά. Η σκηνή είναι χαρακτηριστική έξω από τα Μακντόναλντ του Συντάγματος. Κάποιοι κουκουλοφόροι επιχειρούν να σπάσουν το κόντρα πλακέ που βρίσκεται στη θέση της σπασμένης τζαμόπορτας. Το πλήθος εξεγείρεται και προσπαθεί με φωνές να τους σταματήσει. Εκείνοι, παραδόξως, σταματούν κι αρχίζουν να απολογούνται. Γίνεται συζήτηση. Οι ειρηνικοί διαδηλωτές φαίνεται προς στιγμή να επιβάλλονται. Ώσπου έρχεται κάποιος με ακάλυπτο πρόσωπο που ωρύεται. «Έχουμε πόλεμο. Δεν τους βλέπετε;». Εκείνη τη στιγμή πέφτει μία κρότου λάμψης. Ο νεαρός βγάζει αφρούς «Όχι ειρήνη, πόλεμος» κραυγάζει. Ο φανατισμός κέρδισε και πάλι το παιγνίδι. Αλλά ποιος ωφελείται από αυτή την έξαρση του φανατισμού; Ποιος ωφελείται από τη δημιουργία συνθηκών άγρια καταστολής; Ασφαλώς μόνο η κυβέρνηση που «έσπρωξε» στο πίσω μέρος της ατζέντας το Μεσοπρόθεσμο πρόγραμμα, το οποίο βλάπτει όχι μόνο τους μισθωτούς και τους συνταξιούχους που διαδήλωναν ειρηνικά στο Σύνταγμα, αλλά και τους ίδιους τους αστυνομικούς, που στρέφονταν –παραπληροφορημένοι και σε καθεστώς συναισθηματικής χειραγώγησης- εναντίον των συμφερόντων τους, εναντίον εκείνων που τα υπερασπίζονταν και για λογαριασμό τους.
Αλλά εναντίον των συμφερόντων τους στρέφονται και οι νεαροί με τα «μαύρα». Πέραν του γεγονότος ότι ανάμεσά τους παρεισφρύουν λογής προβοκάτορες, οι ίδιοι σκέφτονται μέσω μιας άναρθρης βίας, που σκέφτεται μόνο με σφυριές, αδυνατώντας να αποδυθεί σε εμβαθύνσεις για τα αίτια της κρίσης (οικονομικής, κοινωνικής και πολιτισμικής) και να ενδυθεί έναν επεξεργασμένο πολιτικό λόγο με στόχους και πρόγραμμα. Γι’ αυτό τροχοδρομείται εύκολα στις «γραμμές» μιας παρωχημένης ακρο-αριστεράς(ή ακροδεξιάς) η οποία υιοθετώντας ένα αφηρημένο ταξικό μίσος, αφομοιώνεται από το ισχύον status quo και το κανονιστικό του πλαίσιο, εξωθούμενη τελικά σ’ έναν βίαιο λόγο, που ταυτίζεται με την απολιτική παραβατικότητα. Σύμφωνα με αυτόν το «λόγο» ο αποκλεισμένος, ο απόκληρος είναι συγχρόνως θύτης και θύμα. Ο λόγος αυτός ανήκει στην παράδοση μιας αριστοκρατικής, ευρωπαϊκής αριστεράς-αλλά και της εθνικοσοσιαλιστικής δεξιάς- σύμφωνα με την οποία οι απόκληροι είναι θύτες γιατί η κοινωνία τους όπλισε το χέρι, αποκλείοντάς τους. Εδώ εδράζεται η κουλτούρα του μίσους των αποκλεισμένων. Από εδώ απορρέει η αποθέωση του «κακού», που δεν είναι παρά η κόλαση των απόκληρων όπως την έχει οριοθετήσει η αστική ηθική, το αστικό, κυρίαρχο, κανονιστικό καλό. Σ’ αυτή τη λογική, το «κακό» θα γίνει η ηθική των μειοψηφιών, ενώ η οργάνωση της «πειθαρχικής κοινωνίας» ως αποτέλεσμα του Διαφωτισμού θα συγκεντρώσει τα πυρά της κριτικής. Αλλά το μίσος των απόκληρων για τους αστούς, αυτό που αργότερα θα χαρακτηριστεί «ταξικό μίσος» υπάρχει ήδη στον πυρήνα του φασισμού. Γι’ αυτό η μαρξιστική αριστερά θα κρατήσει το οργανωμένο ταξικό μίσος, απορρίπτοντας τη λόγια εκδοχή του και τους λαϊκούς φορείς του, χαρακτηρίζοντάς τους «λούμπεν». Απέναντι στις δύο αυτές εκδοχές της λόγιας ευρωπαϊκής αριστεράς και της φασιστικής δεξιάς βρίσκεται η θέση του Καμύ που αντιτάσσεται στην τρομοκρατία και το φετιχισμό της βίας, στρεφόμενος εναντίον της καζουιστικής του αίματος και δηλώνοντας το «ούτε θύτες ούτε θύματα». Κοντά στον Καμύ βρίσκονται, σήμερα, οι Αγανακτισμένοι.
Αλλά ο φανατισμός υπάρχει και από την άλλη πλευρά. Η σκηνή είναι χαρακτηριστική έξω από τα Μακντόναλντ του Συντάγματος. Κάποιοι κουκουλοφόροι επιχειρούν να σπάσουν το κόντρα πλακέ που βρίσκεται στη θέση της σπασμένης τζαμόπορτας. Το πλήθος εξεγείρεται και προσπαθεί με φωνές να τους σταματήσει. Εκείνοι, παραδόξως, σταματούν κι αρχίζουν να απολογούνται. Γίνεται συζήτηση. Οι ειρηνικοί διαδηλωτές φαίνεται προς στιγμή να επιβάλλονται. Ώσπου έρχεται κάποιος με ακάλυπτο πρόσωπο που ωρύεται. «Έχουμε πόλεμο. Δεν τους βλέπετε;». Εκείνη τη στιγμή πέφτει μία κρότου λάμψης. Ο νεαρός βγάζει αφρούς «Όχι ειρήνη, πόλεμος» κραυγάζει. Ο φανατισμός κέρδισε και πάλι το παιγνίδι. Αλλά ποιος ωφελείται από αυτή την έξαρση του φανατισμού; Ποιος ωφελείται από τη δημιουργία συνθηκών άγρια καταστολής; Ασφαλώς μόνο η κυβέρνηση που «έσπρωξε» στο πίσω μέρος της ατζέντας το Μεσοπρόθεσμο πρόγραμμα, το οποίο βλάπτει όχι μόνο τους μισθωτούς και τους συνταξιούχους που διαδήλωναν ειρηνικά στο Σύνταγμα, αλλά και τους ίδιους τους αστυνομικούς, που στρέφονταν –παραπληροφορημένοι και σε καθεστώς συναισθηματικής χειραγώγησης- εναντίον των συμφερόντων τους, εναντίον εκείνων που τα υπερασπίζονταν και για λογαριασμό τους.
Αλλά εναντίον των συμφερόντων τους στρέφονται και οι νεαροί με τα «μαύρα». Πέραν του γεγονότος ότι ανάμεσά τους παρεισφρύουν λογής προβοκάτορες, οι ίδιοι σκέφτονται μέσω μιας άναρθρης βίας, που σκέφτεται μόνο με σφυριές, αδυνατώντας να αποδυθεί σε εμβαθύνσεις για τα αίτια της κρίσης (οικονομικής, κοινωνικής και πολιτισμικής) και να ενδυθεί έναν επεξεργασμένο πολιτικό λόγο με στόχους και πρόγραμμα. Γι’ αυτό τροχοδρομείται εύκολα στις «γραμμές» μιας παρωχημένης ακρο-αριστεράς(ή ακροδεξιάς) η οποία υιοθετώντας ένα αφηρημένο ταξικό μίσος, αφομοιώνεται από το ισχύον status quo και το κανονιστικό του πλαίσιο, εξωθούμενη τελικά σ’ έναν βίαιο λόγο, που ταυτίζεται με την απολιτική παραβατικότητα. Σύμφωνα με αυτόν το «λόγο» ο αποκλεισμένος, ο απόκληρος είναι συγχρόνως θύτης και θύμα. Ο λόγος αυτός ανήκει στην παράδοση μιας αριστοκρατικής, ευρωπαϊκής αριστεράς-αλλά και της εθνικοσοσιαλιστικής δεξιάς- σύμφωνα με την οποία οι απόκληροι είναι θύτες γιατί η κοινωνία τους όπλισε το χέρι, αποκλείοντάς τους. Εδώ εδράζεται η κουλτούρα του μίσους των αποκλεισμένων. Από εδώ απορρέει η αποθέωση του «κακού», που δεν είναι παρά η κόλαση των απόκληρων όπως την έχει οριοθετήσει η αστική ηθική, το αστικό, κυρίαρχο, κανονιστικό καλό. Σ’ αυτή τη λογική, το «κακό» θα γίνει η ηθική των μειοψηφιών, ενώ η οργάνωση της «πειθαρχικής κοινωνίας» ως αποτέλεσμα του Διαφωτισμού θα συγκεντρώσει τα πυρά της κριτικής. Αλλά το μίσος των απόκληρων για τους αστούς, αυτό που αργότερα θα χαρακτηριστεί «ταξικό μίσος» υπάρχει ήδη στον πυρήνα του φασισμού. Γι’ αυτό η μαρξιστική αριστερά θα κρατήσει το οργανωμένο ταξικό μίσος, απορρίπτοντας τη λόγια εκδοχή του και τους λαϊκούς φορείς του, χαρακτηρίζοντάς τους «λούμπεν». Απέναντι στις δύο αυτές εκδοχές της λόγιας ευρωπαϊκής αριστεράς και της φασιστικής δεξιάς βρίσκεται η θέση του Καμύ που αντιτάσσεται στην τρομοκρατία και το φετιχισμό της βίας, στρεφόμενος εναντίον της καζουιστικής του αίματος και δηλώνοντας το «ούτε θύτες ούτε θύματα». Κοντά στον Καμύ βρίσκονται, σήμερα, οι Αγανακτισμένοι.
Παρασκευή 1 Ιουλίου 2011
Η κρατική τρομοκρατία και οι εκπαιδευμένοι του Κιλκίς
Αν «Η Κερατέα ήταν η προπόνηση για ό,τι ακολούθησε στο Σύνταγμα» όπως είπε, χθες, από το βήμα της Βουλής ο υπουργός Προστασίας του Πολίτη Χρήστος Παπουτσής, τότε οι ασκήσεις Ελλήνων και Αμερικανών στην αερομεταφερόμενη ταξιαρχία του Κιλκίς ήταν η προεργασία για ό,τι συνέβη στην «πλατεία» Συντάγματος(σ.σ. ας ρωτήσει κάποιος στη Βουλή επ' αυτού). Δυστυχώς, αυτό λένε οι πληροφορίες, που επιβεβαιώνονται από τον ίδιο τον Χρ. Παπουτσή, όταν λέει πως τα ΜΑΤ λειτούργησαν αυτόνομα. Αλλά και το βίντεο με τους συνδικαλιστές τις ΕΘΕΛ. Όμως, οι… συνδικαλιστές οδηγοί ήταν δύο, οι άλλοι δύο τι ήταν; Κανείς δεν λέει. Απλώς κάποιοι οσμίζονται –το καραμπινάτο- «παρακράτος». Σε κάθε περίπτωση το χειρότερο όλων είναι η ακούσια δήλωση του υπουργού για την αυτονόμηση του κατασταλτικού μηχανισμού, που οδηγεί κατ’ ευθείαν στο λεγόμενο Αστυνομικό Κράτος. Κι αντί τα ανακλαστικά του κ. Παπουτσή και της κυβέρνησης να ενεργοποιηθούν προς τη σωστή κατεύθυνση, ήτοι αυτή της υπεράσπισης των δημοκρατικών θεσμών, αυτοί υπερασπίζονται το παρακράτος! Έτσι, ο προχθεσινός χημικός πόλεμος ήταν μία ομαδική παραίσθηση χιλιάδων ανθρώπων, αφού σύμφωνα με τον κ. Παπουτσή, τα περισσότερα ήταν καπνογόνα των… διαδηλωτών και όχι δακρυγόνα της αστυνομίας. Αν έτσι πληροφορούν τον υπουργό και τον αρχηγό της ΕΛ.ΑΣ. τότε υπάρχει πρόβλημα. Αν και οι δύο δεν ψεύδονται αλλά πιστεύουν αυτά που λένε, τότε τα πράγματα είναι όχι μόνο χειρότερα, αλλά ανεξέλεγκτα, καθώς η πολιτική και η φυσική ηγεσία της αστυνομίας δεν ελέγχουν απολύτως τίποτα, ούτε καν τη σωστή πληροφόρησή της. Κι αυτό οφείλεται στην «κώφωση» που δημιουργεί η νιτσεϊκή του αντίληψη της «Υποψίας». Σύμφωνα με αυτή πίσω από τον ιδεαλισμό, την ηθική και τις καλές προθέσεις των ειρηνικών Αγανακτισμένων βρίσκονται τα ένστικτα, οι επιθυμίες, η θέληση για δύναμη και κυριαρχία και οι κακοί» αντιεξουσιαστές! Πάντως, καγχάζει ο κόσμος όταν ακούει ότι οι φουσκωτοί-κρανοφόροι στη Βουλή απλώς προστατεύτηκαν από την αστυνομία! Ευλόγως, διερωτάται κανείς γιατί δεν συνέβη το ίδιο με εκατοντάδες άλλους ειρηνικούς και πολλές φορές ηλικιωμένους διαδηλωτές.
Πέραν τούτων, είναι βέβαιο, ότι η κυβέρνηση και οι επικυρίαρχοι φοβήθηκαν τη δυναμική της «πλατείας». Αλλά πλανώνται πλάνην οικτράν αν νομίζουν ότι μπορούν με τη βία να καταστείλουν ένα κίνημα, όπως αυτό των Αγανακτισμένων. Αντίθετα, η βία θα ενδυμανώνει την οργή που τρέφει η εξαθλίωση και η απελπισία αλλά και θα μυθοποιεί τον ηρωισμό των νέων. Γιατί όπως έγραφε ένα σύνθημα στην πλατεία Συντάγματος «Δεν είμαστε αγανακτισμένοι αλλά απελπισμένοι». Κι αυτοί που δεν έχουν να χάσουν ούτε καν αλυσίδες δεν σκιάζονται τίποτα. Φάνηκε προχθές. Έπρεπε να πέσουν τόνοι φοβερών χημικών για να μετακινηθεί το πλήθος από την πλατεία κι αυτό προσωρινά. Γι’ αυτό ας καταλάβει η κυβέρνηση ότι έχει χάσει πλήρως τη νομιμοποίησή της. Η ύπαρξη της συρρικνωμένης κυβερνώσας παράταξης και η εφαρμογή της βάρβαρης πολιτικής της δεν μπορούν να βασισθούν πια στη λαϊκή νομιμοποίηση αλλά μόνο στη «νομιμοποίηση» του γκλομπ και του φόβου. Τέλος, ένα πολιτικό σύστημα δεν μπορεί να αυτοαποκαλείται δημοκρατικό όταν αναγκάζεται να κλείσει μεγάλους κεντρικούς δρόμους(εν προκειμένω τη Β. Σοφίας και την Ακαδημίας) προκειμένου να μπορέσουν να πάνε οι βουλευτές στη Βουλή! Ήδη το ελληνικό πολιτικό σύστημα έχει χάσει τη νομιμοποίησή του. Δεν είναι τυχαίο ότι προχθές κανείς βουλευτής ακόμα και της Αριστεράς δεν τόλμησε να κατέβει στην πλατεία Συντάγματος. Αν, λοιπόν, η σχέση κοινωνίας των πολιτών και πολιτικού συστήματος δεν αποκατασταθεί, τότε οι εξελίξεις θα καταστούν ραγδαίες και επικίνδυνες. Και ο μόνος τρόπος αποκατάστασης του ιστού πριν διαραγεί εντελώς είναι οι εκλογές.
Πέραν τούτων, είναι βέβαιο, ότι η κυβέρνηση και οι επικυρίαρχοι φοβήθηκαν τη δυναμική της «πλατείας». Αλλά πλανώνται πλάνην οικτράν αν νομίζουν ότι μπορούν με τη βία να καταστείλουν ένα κίνημα, όπως αυτό των Αγανακτισμένων. Αντίθετα, η βία θα ενδυμανώνει την οργή που τρέφει η εξαθλίωση και η απελπισία αλλά και θα μυθοποιεί τον ηρωισμό των νέων. Γιατί όπως έγραφε ένα σύνθημα στην πλατεία Συντάγματος «Δεν είμαστε αγανακτισμένοι αλλά απελπισμένοι». Κι αυτοί που δεν έχουν να χάσουν ούτε καν αλυσίδες δεν σκιάζονται τίποτα. Φάνηκε προχθές. Έπρεπε να πέσουν τόνοι φοβερών χημικών για να μετακινηθεί το πλήθος από την πλατεία κι αυτό προσωρινά. Γι’ αυτό ας καταλάβει η κυβέρνηση ότι έχει χάσει πλήρως τη νομιμοποίησή της. Η ύπαρξη της συρρικνωμένης κυβερνώσας παράταξης και η εφαρμογή της βάρβαρης πολιτικής της δεν μπορούν να βασισθούν πια στη λαϊκή νομιμοποίηση αλλά μόνο στη «νομιμοποίηση» του γκλομπ και του φόβου. Τέλος, ένα πολιτικό σύστημα δεν μπορεί να αυτοαποκαλείται δημοκρατικό όταν αναγκάζεται να κλείσει μεγάλους κεντρικούς δρόμους(εν προκειμένω τη Β. Σοφίας και την Ακαδημίας) προκειμένου να μπορέσουν να πάνε οι βουλευτές στη Βουλή! Ήδη το ελληνικό πολιτικό σύστημα έχει χάσει τη νομιμοποίησή του. Δεν είναι τυχαίο ότι προχθές κανείς βουλευτής ακόμα και της Αριστεράς δεν τόλμησε να κατέβει στην πλατεία Συντάγματος. Αν, λοιπόν, η σχέση κοινωνίας των πολιτών και πολιτικού συστήματος δεν αποκατασταθεί, τότε οι εξελίξεις θα καταστούν ραγδαίες και επικίνδυνες. Και ο μόνος τρόπος αποκατάστασης του ιστού πριν διαραγεί εντελώς είναι οι εκλογές.
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)
Ο ΤΡΑΜΠ, ο ΜΑΣΚ, το διαδίκτυο και ο "νέος φασισμός"
«Δεν πρέπει να προκαλεί μεγάλη έκπληξη το γεγονός ότι ένα Δημοκρατικό Κόμμα που έχει εγκαταλείψει τους ανθρώπους της εργατικής τάξης θα διαπ...
-
Τώρα το τίποτα. Πριν ν’ ανθίσει η ομορφιά. Προτού η αθωότητα προλάβει να αμαρτήσει, πριν να μεταλάβει τα άχραντα μυστήρια του έρωτα χάθηκε σ...
-
Η Γερμανίδα καγκελάριος Άγκελα Μέρκελ δήλωσε, χθες, ότι δεν αποκλείει ένα μελλοντικό «κούρεμα» του ελληνικού δημόσιου χρέους. Γιατί τότε δεν...
-
Δεν θα μιλήσουμε σήμερα, τελευταία ημέρα του 2012, ούτε για τη λίστα Λαγκάρντ, ούτε για το «σωματίδιο του θεού»(ή αλλιώς το μποζόνιο του Χιγ...