Σάββατο 23 Οκτωβρίου 2021

Μαύρη ψυχή

 Τα ανθρωποειδή χτυπούν με μανία το κεφάλι του Ζακ. Χυμούν πάνω του σαν ύαινες. Οι κραυγές του τους εξάπτουν ακόμα πιο πολύ. Χτυπούν ξαναχτυπούν με απίστευτη αγριότητα. Πατούν στο κεφάλι το εξουδετερωμένο θύμα τους. Όχι, δεν έχουν όνομα. Το όνομά τους είναι «μαύρη ψυχή». Σαν κι αυτές που περιφέρονται φορώντας ανθρώπινες προσωπίδες. Σαν κι αυτές που συνεχίζουν να σκοτώνουν παντοιοτρόπως, με γροθιές, με γκλομπ, με μαχαίρια, με σφαίρες, με λέξεις. Σαν αυτές που ξερνούν δηλητήριο και ψέματα, επιμένοντας χωρίς ντροπή να διαδίδουν ότι «Μπήκε στο κοσμηματοπωλείο για να κλέψει», ότι δήθεν «ήταν υπό την επήρεια ναρκωτικών», ότι «κρατούσε μαχαίρι». Κι ας αποδείχτηκε με αδιάσειστα στοιχεία ότι δεν κρατούσε μαχαίρι, ότι η τοξικολογική εξέταση ήταν «καθαρή», ότι μπήκε στο κοσμηματοπωλείο για να ξεφύγει απ’ τους διώκτες του. Είναι αυτές που εξακολουθούν να «δολοφονούν» το Πρόσωπο του Ζακ και μετά θάνατον. Όχι μόνο στο όνομα κάποιας υπερασπιστικής γραμμής των συνηγόρων των κατηγορουμένων για το φόνο, αλλά και στο όνομα των «λευκών ιδεών» και της «κανονικότητας» της κυρίαρχης τάξης.

Με τη δαιμονοποίηση του Ζακ, του Λουκμάν, του Παύλου Φύσσα, τρέφονται οι «μαύρες ψυχές» και συγχρόνως διαμορφώνονται οι συνθήκες για τον «πόλεμο των κάτω». Ότι δήθεν για την κρίση, για τη σήψη, για τη διαφθορά δεν ευθύνονται οι «από πάνω», δεν ευθύνεται η Ζήμενς, η Νοβάρτις, τα «πέιπερς» του Παναμά και της Πανδώρας, οι μίζες των υποβρυχίων, των πούλμαν, του σιδηροδρόμου της Πελοποννήσου, των «τεμαχισμένων» δρόμων, των γεφυρών, των «πετσωμένων» μίντια κ.ά., αλλά ευθύνονται οι «κάτω», οι underdogs, οι πρόσφυγες, οι ξένοι, οι γκέι, οι τρανς, οι γυναίκες που διεκδικούν ισοτιμία, οι αντιφασίστες, οι αλληλέγγυοι, οι Ρομά, οι μετανάστες, οι κομμουνιστές, οι σοσιαλιστές!

Η αιτία της γενικευμένης σηψαιμίας είναι δήθεν οι άλλοι. Η ταυτότητα του εχθρού έχει ήδη περιγραφεί. Οι αντίπαλοι του κοινωνικού εμφύλιου έχουν στηθεί. Από εδώ οι “νοικοκυραίοι” κι από κει οι άλλοι. Οι άνθρωποι της τάξης και της «κανονικότητας», ο νοικοκύρης που θα τσακίσει τον μη κανονικό Ζακ, η χρυσαυγίτικη φονική μηχανή που θα σκοτώσει τον Λουκμάν, το φασιστικό τέρας που θα στρίψει το μαχαίρι στην καρδιά του Παύλου Φύσσα. Το χέρι του φονιά θα το οπλίζει πάντα η "δαιμονοποίηση του άλλου", η ρητορική μίσους των δεξιών μίντια, που γεμίζουν με σκουπίδια το κεφάλι του ακροατηρίου τους, οι μανικές επιθέσεις φασιστοειδών στο διαδίκτυο, των τηλε-κηρύκων και των θρησκευτικών οργανώσεων, των εθνικιστών και των πυρήνων νεοναζί στους οργανωμένους "στρατούς" των ποδοσφαιρικών ομάδων.

Αυτή η κοινωνία, αυτός ο κόσμος της χομπσιανής ζούγκλας πορεύεται από βία σε βία, από το μίσος στη μνησικακία. Όλες οι αντιθέσεις εδώ λύνονται με τη βία. Η κυρίαρχη ηθική νομιμοποιεί τον ανταγωνισμό και τη βία μέχρις εσχάτων, δημιουργώντας ηθική ακαμψία. Η βία κυριαρχεί παντού. Η αιματηρή αυτοδικία θα επικρατήσει ως λογική των νοικοκυραίων, που μαζί με τους μπάτσους θα σκοτώσουν τον Ζακ. Αυτών που θα διαπομπεύσουν της οροθετικές γυναίκες. Αυτών που θα δώσουν στη δημοσιότητα τα ονόματα 5χρονων νηπίων, βορά στο μίσος των ξενοφοβικών. Αυτών που θα σπρώξουν στη θάλασσα την έγκυο πρόσφυγα. Αυτών που θα δολοφονήσουν την Ελένη, τη Δώρα, τη Μαρία. Αυτών που θα «κόψουν» το τηλέφωνο καταγγελιών της εργοδοτικής αυθαιρεσίας στην Επιθεώρηση Εργασίας…

Αυτή είναι η ιδεολογική, η αξιακή και η πολιτική «σκευή» της δεξιάς, που αποτελεί όνειδος για την ελληνική κοινωνία του 21ου αιώνα. Αυτό είναι το περιβάλλον του "κοινωνικού εμφυλίου", που παρέχει συνθήκες ασφάλειας στους "από πάνω"...


Η Ελλάδα στο «Σαχέλ»*, στο «Σαχέλ» και ο Ερντογάν

 Μετά την γαλλική συμφωνία που αφήνει ανοιχτό το ενδεχόμενο δημιουργίας μίας ελληνικής δύναμης στη ζώνη του Σαχέλ, παρέμβαση στην ίδια περιοχή επιχειρεί και η Τουρκία. Η περιοδεία του Ερντογάν στις χώρες της Αφρικής(Αγκόλα, Τόγκο, Νιγηρία) μοιάζει ως προσπάθεια να μπει «σφήνα» στην επιρροή της Γαλλίας στην περιοχή.

Σύμφωνα με το www.aujourd8.net, ο Ερντογάν θα μιλήσει για μπίζνες με τον ομόλογό του της Νιγηρίας Buhari. Εδώ και 20 χρόνια η Τουρκία έχει τοποθετήσει τα πιόνια της στην αφρικανική ήπειρο, ενώ τον τελευταίο καιρό έχει επικεντρώσει τη συνεργασία της στην ασφάλεια. Το Σαχέλ βρίσκεται σε πόλεμο και η Τουρκία προσφέρει προηγμένο εξοπλισμό, όπως τυφέκια, drones, TB2, τεθωρακισμένα οχήματα Cobra, πυραύλους, κ.ά. Ομοίως οι υδρογονάνθρακες, η γεωργία και η βιομηχανία είναι στο μενού της περιοδείας. 

Ορισμένες χώρες του Sahel αποφάσισαν να κοιτάξουν και σε άλλες χώρες πλην της πρώην μητρόπολης της Γαλλίας. Για παράδειγμα, η Μπουρκίνα Φάσο αγόρασε drones από την Τουρκία. Έτσι ο Ερντογάν μ’ ένα σμπάρο πετυχαίνει δυο τρυγόνια, ασκώντας ταυτόχρονα πολιτική «σκληρής δύναμης »(Λιβύη) και «ήπιας ισχύος» στη ζώνη του Σαχέλ (Turquafrique ονομάζεται η σημερινή επιθετική διπλωματία της Τουρκία στην Αφρική).

*Πρόκειται για μία ζώνη της υποσαχάριας Αφρικής, η οποία αποτελείται από τον Νίγηρα, το Τσαντ, τη Μαυριτανία, τη Μπουρκίνα Φάσο και το Μάλι. Θεωρείται ως μία από τις πλέον ασταθείς περιοχές του κόσμου, καθώς μαστίζεται από φτώχεια, βιώνει όλες τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής, χαρακτηρίζεται από ακυβερνησία και συνεχή εναλλαγή εξουσίας μέσω πραξικοπημάτων, ενώ αποτελεί ταυτόχρονα μία τεράστια δεξαμενή παραγωγής τρομοκρατικών στοιχείων και ομάδων του Ισλαμικού Κράτους. Οι συγκεκριμένες χώρες προχώρησαν το 2014 στη σύσταση της ομάδας G5-Sahel, ενός πολιτικοστρατιωτικού οργανισμού που έχει ως στόχο έχει να περιορίσει τη διάδοση του ριζοσπαστικού σουνιτικού ισλάμ και να συντονίσει τις δυνάμεις ασφαλείας τους στη μάχη κατά του ισλαμικού τζιχάντ στη Δυτική και την κεντρική Αφρική. Αυτά στην επιφάνεια,  κάτω από αυτή βρίσκονται τα οικονομικά συμφέροντα, το πετρέλαιο, τα ορυχεία κολτανίου κ.ά. και η αντιπαράθεση μεταξύ Δύσης και Κίνας. Έχοντας επικεφαλής τη Γαλλία, αλλά και με την άτυπη υποστήριξη των Ηνωμένων Πολιτειών, οι Ένοπλες Δυνάμεις των παραπάνω χωρών επιχειρούν, χωρίς σημαντικά αποτελέσματα επί του επιχειρησιακού πεδίου, να αντιμετωπίσουν την πληθώρα των εξτρεμιστικών οργανώσεων που δρουν σε αυτή την αχανή ζώνη που εκτείνεται από το βορειοδυτικό έως και το βορειοανατολικό άκρο της Αφρικής, συμπεριλαμβάνοντας τεράστιες περιοχές της ερήμου Σαχάρα.



Η Κου Κλουξ Κλαν της Μανωλάδας ξαναχτύπησε

 Η Κου Κλουξ Κλαν της Μανωλάδας ξαναχτύπησε. Για μια ακόμα φορά η μαφία των αφεντικών των φραουλοχώραφων έκαψαν τα παραπήγματα των αλλοδαπών εργατών γης, λίγες μέρες μετά την οργάνωσή τους και τη διεκδίκησή τους να δουλεύουν και να ζουν με αξιοπρέπεια. Θυμίζουμε ότι και άλλες φορές έχουν κάψει τα παραπήγματα, με τελευταία τον περασμένο Ιούνιο, ενώ το 2013 φραουλοπαραγωγοί είχαν πυροβολήσει με κυνηγετικές καραμπίνες τους εργάτες που απασχολούσαν, όταν εκείνοι τόλμησαν να ζητήσουν τα δεδουλευμένα τους. Δεν είναι η πρώτη φορά που τα αφεντικά αρνούνται να πληρώσουν, ή “πληρώνουν” με ξυλοδαρμό όσους ζητούν τα μεροκάματά τους, θυμίζουμε τον Μπιλάλ Οντίν.

 Οι εργάτες γης στα φραουλοχώραφα της Ν. Μανωλάδας πετάχτηκαν από τον ύπνο τους στις 3.30 τα ξημερώματα της περασμένης Παρασκευής (15 Οκτώβρη) από τους καπνούς και τις φωτιές στις παράγκες τους. Η φωτιά απλώθηκε με τρομαχτική ταχύτητα, σαν να καίγονταν πετρέλαιο, σύμφωνα, με την καταγγελία ομάδας εργατών γης που έφτασε στην Κίνηση Ενωμένοι Ενάντια στο Ρατσισμό και τη Φασιστική Απειλή. Δύο τουλάχιστον εργάτες υπέστησαν εγκαύματα στην προσπάθειά τους να σβήσουν τη φωτιά. Εκείνη την ώρα στις 15 παράγκες που τυλίχθηκαν στις φλόγες βρίσκονταν 34 άτομα, 24 από το Πακιστάν και 10 από Μπαγκλαντές. Σύμφωνα με πληροφορίες εκείνη την ώρα δεν υπήρχαν ενεργές εστίες θερμότητας, γι' αυτό είναι βέβαιο ότι επρόκειτο για εμπρησμό.

Μαζί με τις παράγκες κάηκαν και όλα τα υπάρχοντα και κυρίως τα έγγραφα, τα διαβατήρια και τα χρήματα των μεταναστών.

Οι μέθοδοι της μαφίας των αφεντικών στα ματωμένα φραουλοχώραφα της Μανωλάδας εξακολουλουθούν να εφαρμόζονται και σήμερα, αποδεικνύοντας για πολλοστή φορά την προκλητική ανοχή των αρχών στο διαχρονικό έγκλημα της άγριας εκμετάλλευσης αλλοδαπών εργατών από τα παντοδύναμα οικονομικά κυκλώματα της περιοχής.

Παρά την περυσινή έκθεση του «Manolada Watch», μια πρωτοβουλία του οργανισμού «Generation 2.0 for Rights, Equality & Diversity» για την παρακολούθηση των συνθηκών εργασίας και διαβίωσης των μεταναστών εργατών γης στην περιοχή, τίποτα δεν έχει αλλάξει.

*Η φωτογραφία είναι αρχείου από πρηγούμενο εμπρησμό στην Μανωλάδα

Προσφαΐζουν τρυφερότητα...

 Μεγάλη πείνα πλάκωσε

Κάθε χαψιά και πόνος

αντίς ψωμί, ξύλο τους ταΐζουν

Φτωχοί με την αγνότητα της πετρωμένης τους ψυχής

προσφαΐζουν τρυφερότητα

*φωτογραφία Siena International Photo Awards 2021.


Twitter: Οι αλγόριθμοι είναι... δεξιοί

 Το Twitter αναγνωρίζει ότι προωθεί περισσότερο τα μηνύματα της δεξιάς. Έρευνα που έγινε από την ίδια την πλατφόρμα και τα αποτελέσματα της οποίας δημοσιεύθηκαν χθες, δείχνει ότι ο αλγόριθμος ενισχύει τα μηνύματα της δεξιάς!  Για την έρευνα αναλύθηκαν εκατομμύρια tweets εκλεγμένων πολιτικών σε 7 χώρες (Γερμανία, Γαλλία, Ισπανία, Ηνωμένο Βασίλειο, Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής, Ιαπωνία, Καναδάς) και ΜΜΕ των ΗΠΑ στο διάστημα από 1 Απριλίου μέχρι 15 Αυγούστου 2020.

Στις 6 από τις 7 χώρες, με εξαίρεση τη Γερμανία, ο αλγόριθμος ενισχύει το περιεχόμενο που προέρχεται από πολιτικούς λογαριασμούς της Δεξιάς. Να σημειωθεί ότι η Γερμανία θεωρείται εξαίρεση γιατί εκεί ο αλγόριθμος φαίνεται να ενισχύει περισσότερο το φιλελεύθερο, φιλο-επιχειρηματικό κόμμα FDP, δηλαδή ένα δεξιό κόμμα που όμως το τουίτερ το τοποθετεί εκτός δεξιάς! Σε κάθε περίπτωση, διαπιστώθηκε πως τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης με δεξιό προσανατολισμό δέχονται μεγαλύτερη ενίσχυση από τον αλγόριθμο σε σχέση με όσα έχουν αριστερό προσανατολισμό. Έτσι, τα tweets από δεξιούς πολιτικούς «σπρώχτηκαν» περισσότερο από τον αλγόριθμο απ’ ότι αυτά των πολιτικών της αριστεράς. Επίσης, οι ειδησεογραφικοί οργανισμοί που έχουν αναφορά στη δεξιά, ενισχύθηκαν περισσότερο από εκείνους της αριστεράς. Σύμφωνα με ένα ερευνητικό έγγραφο 27 σελίδων, το Twitter εντόπισε μια "στατιστικά σημαντική διαφορά που ευνοεί την δεξιά" σε όλες τις χώρες εκτός από τη Γερμανία(αλλά κι εκεί συμβαίνει το ίδιο αφού το FDP είναι δεξιό κόμμα).

Το Twitter  θεωρεί τώρα ότι μπορεί να χρειαστεί να αλλάξει τον αλγόριθμό του. "Η αλγοριθμική ενίσχυση είναι προβληματική εάν υπάρχει προνομιακή μεταχείριση ως συνάρτηση του τρόπου κατασκευής του αλγόριθμου σε σχέση με τις αλληλεπιδράσεις που έχουν οι άνθρωποι σε αυτόν. Απαιτείται περαιτέρω ανάλυση της βασικής αιτίας, προκειμένου να καθοριστεί ποιες, εάν υπάρχουν, αλλαγές απαιτούνται για τη μείωση των αρνητικών επιπτώσεων από τον αλγόριθμο του timeline του Home", αναφέρεται.

Το Twitter είπε ότι θα καταστήσει την έρευνά του διαθέσιμη σε διάφορες πλευρές, όπως σε ακαδημαϊκούς, και ετοιμάζεται να επιτρέψει σε τρίτους να έχουν ευρύτερη πρόσβαση στα δεδομένα του. Η κίνηση αυτή ενδέχεται να ασκήσει περαιτέρω πίεση και στο Facebook για να κάνει το ίδιο. Το Facebook αυτή την περίοδο δέχεται πιέσεις από πολιτικούς και από τις δύο πλευρές του Ατλαντικού για να διανείμει την έρευνά του σε τρίτους μετά τη διαρροή δεκάδων χιλιάδων εσωτερικών εγγράφων, τα οποία περιλαμβάνουν αποκαλύψεις ότι η εταιρεία γνώριζε ότι το Instagram έχει σοβαρές επιπτώσεις στην ψυχική υγεία των εφήβων μετά την καταγγελία της Frances Haugen.



Σάββατο 16 Οκτωβρίου 2021

Ο έρωτας στην εποχή του διαδικτύου

 «Έλα, εγώ είμαι… Έχεις δουλειά;

–Όχι, γιατί τι έγινε;

–Τίποτα σοβαρό… Να εδώ, χάζευα στο facebook κι έπεσα πάνω σ’ ένα like που έκανες…

–Σε τι;

–Παιδί μου, δεν ήσουν στο facebook πριν λίγη ώρα;

–Ε ναι… Και;

–Και έκανες like, λέω, σε μια φωτογραφία που σου άρεσε…

–Ε και; Τι θες να πεις ρε Κατερίνα, δε σε καταλαβαίνω.

–Εγώ;  Τίποτα… Απλώς, σχόλια κάνω. Καλά, το like το προσπερνάω κι ας μην το έχεις κάνει ποτέ σε μένα. Την καρδούλα, ήθελα να σε ρωτήσω, γιατί την κόλλησες δίπλα; Σε εκφράζει;

–Ρε κοπέλα μου, να με τρελάνεις θες μεσημεριάτικα; Με πήρες τηλέφωνο στη δουλειά, για να μου κάνεις παρατήρηση, επειδή έβαλα μια καρδούλα δίπλα σ’ ένα like που έκανα; Ήμαρτον!

–Αααα, ήμαρτον ε; Κάτσε να κάνω κι εγώ like λοιπόν με καρδούλες σε γνωστούς, να δούμε θα σ’ αρέσει; Γιατί δεν διάλεξες στο κάτω κάτω ένα άλλο ανθρωπάκι; Τόσες επιλογές σου είχε.  Η καρδούλα  εκφράζει καλύτερα τα συναισθήματά σου;

–Ε, εντάξει… τα ‘χεις παίξει! Μιλάς σοβαρά τώρα, πως σε πείραξε η καρδούλα;

–Ναι πολύ σοβαρά. Γιατί δεν μου δίνεις, όμως, μια εξήγηση και το προσπερνάς έτσι; Περιμένω…

–Ρε Κατερίνα, ηρέμησε! Τα έχουμε πει αυτά… δεν μου αρέσει να κάνουμε like ο ένας στον άλλον, τι θες τώρα; Να μας κοροϊδεύει ο κόσμος ότι κάνουμε like μεταξύ μας; Γιατί εσύ, μου κάνεις όταν ανεβάζω τίποτα; Σου έχω κάνει ποτέ παράπονα;

–Εγώ κύριε, δεν σου κάνω, γιατί μου το έχεις απαγορέψει ρητά. Κατάλαβες;

–Εντάξει, κατάλαβα. Τι θες τώρα από μένα,  δεν έχω καταλάβει…

–Τίποτα και  συγνώμη για την ενόχληση. Καλή συνέχεια να έχεις στα  like σου, κι άλλη φορά, να είσαι πιο προσεκτικός στις επιλογές σου γιατί τις βλέπουν κι άλλοι […]

–Εντάξει Κατερινάκι. Σ’ αφήνω, θα τα πούμε μετά λοιπόν…

–Αν με βρεις σπίτι κύριε, μετά, καλώς… Αλλιώς, θα σου γράψω στο facebook σε ποια τοποθεσία θα βρίσκομαι για να ‘ρθεις να με βρεις.

–Κατερίνα…

–Μην ανησυχείς, με μήνυμα inbox θα στο στείλω αφού έχεις πρόβλημα.

–Κατερίνα…

–Γεια σου Γιωργάκη. Και μην ξεχάσεις, να περάσεις απ’ τη μαμά σου να πάρεις τα πλυμένα, γιατί αύριο, δεν θα έχεις τι να φορέσεις καρδιά μου. Καλή συνέχεια…»*.

Οι βραχυπρόθεσμες εγκρίσεις του αντίχειρα, τα λάικ, οι καρδιές, τα οκ, δημιουργούν μια πλαστή αίσθηση αξίας και αλήθειας, ενισχύουν τον προσωπικό ναρκισσισμό και αυξάνουν τον λεγόμενο «ναρκισσισμό των μικρών διαφορών». Ένα ασήμαντο πράγμα μεγεθύνεται και θεωρείται μείζον, μία ελάχιστη διαφωνία εκλαμβάνεται ως διαφωνία «αρχής».

Οι νέοι και οι νέες αιωρούνται συχνά μεταξύ της ανάγκης για αγάπη και της επιθυμίας για ανεξαρτησία, γράφει η ψυχίατρος Hiriyoyen**. Θέλουν να είναι ελεύθεροι/ες, ζώντας συγχρόνως τον έρωτα και το σεξ με τρόπο έντονο και παθιασμένο. Στα ζευγάρια, αυτοί/ες θέλουν να κρατήσουν την πλευρά του προνομιούχου. Κατά την αναζήτηση του έρωτα, περισσότερο από τη δημιουργία μιας σχέσης, διερευνούν πρωτίστως τους εαυτούς τους, αναζητώντας την πλέον δυνατή βελτίωση της ποιότητας της ζωής τους. Αλλά όταν πάσχουν από υπερβολικό εαυτό δεν αφήνουν χώρο για τον άλλο/η. Πολύ συχνά, ο έρωτας τοποθετημένος στο κέντρο της σχέσης δεν είναι παρά ένας «ναρκισσιστικός έρωτας», που θα επιτρέψει την προσωπική «άνοιξη» του ενός ή της μιας, κυρίως του άνδρα που για να μείνει ελεύθερος εφευρίσκει τις δικές του αξίες, όπως επί παραδείγματι η «πολυγαμία», όπου αγαπάμε, χωρίς το φόβο της εξάρτησης.

Τα νέα ζευγάρια είναι σήμερα πιο επικεντρωμένα στην αυτονομία τους. Οι νέες γυναίκες τολμούν πλέον να εκδηλωθούν και οι νέοι άντρες αποδέχονται (όχι εύκολα) να μοιραστούν τα καθήκοντα και τη φροντίδα των παιδιών. Βρισκόμαστε ωστόσο απέναντι σε ένα παράδοξο: Από τη μία πλευρά, η ζωή εις «διπλούν» (ως ζεύγος) φαίνεται ότι είναι ένα καταφύγιο απέναντι στη σκληρότητα του κόσμου, από την άλλη πλευρά, όμως, το διαζύγιο έχει καταστεί μπανάλ και συμβαίνει πολύ πιο συχνά απ’ ότι παλιότερα. Δεσμευόμαστε αλλά για μία ορισμένη διάρκεια. Εάν ο άλλος μας ικανοποιεί, ανανεώνουμε τη δέσμευση, αλλά όταν δεν μας ικανοποιεί, απομακρυνόμαστε τάχιστα. Τα ζευγάρια εξυπηρετούνται από τον/την παρτενέρ όπως από ένα «αντικείμενο» που το «πετάμε» όταν δεν ανταποκρίνεται στις προσδοκίες ή κρίνεται «χαλασμένο». Η προσωπική ζωή όπως και η επαγγελματική γίνονται αποσπασματικές. Όπως το εξηγεί ο Σ. Μπάουμαν***, η μείωση της κοινωνικότητας οξύνθηκε και επιταχύνθηκε από την τάση, που προκαλεί ο κυρίαρχος καταναλωτικός πολιτισμός, «να χαρακτηρίζουμε τις άλλες ανθρώπινες υπάρξεις ως καταναλωτικά αντικείμενα και να τις κρίνουμε, όπως τα αντικείμενα, ανάλογα με την ευχαρίστηση που μπορούν να προσφέρουν, και με όρους του τύπου «αξίζουν τα λεφτά τους»»!

Ο καθένας αυτοπροωθείται ως "εικόνα-προϊόν", που έχει αξία, κρύβοντας τις αδυναμίες του είτε πειράζοντας δόλια τις φωτογραφίες ή το βιογραφικό του. Οι σχέσεις του είναι χρησιμοθηρικές και ο ένας μετασχηματίζεται σε όργανο για την ικανοποίηση των αναγκών του άλλου. «…Και μην ξεχάσεις, να περάσεις απ’ τη μαμά σου να πάρεις τα πλυμένα, γιατί αύριο, δεν θα έχεις τι να φορέσεις καρδιά μου…», λέει η χολωμένη Κατερίνα στον Γιώργο που την «απάτησε» με ένα like που έκανε σε μία άλλη γυναίκα! Συνεπώς, αυτό που μοιάζει να είναι μια αληθινή συνάντηση, είναι μια συνάντηση ποσοτικοποιημένων ωφελειών, είναι η συνάντηση δύο προσώπων κρυμμένων πίσω από τις μάσκες κοινωνικών κανόνων, δύο νάρκισσων, που βλέπουν τους άλλους ωφελιμιστικά. Είναι ανίκανοι να αγαπήσουν και να σεβαστούν τους άλλους γι' αυτό που είναι, γιατί ο βασικός λόγος της σχέσης τους είναι αυτή να ανεβάσει την προσωπική τους εικόνα(αξία). Οι ερωτικές ή φιλικές σχέσεις τους συνάπτονταν μόνο στη λογική της επίτευξης στόχων ή για την ανάπτυξη της αυτοεκτίμησης. Στην ερωτική σχέση ο άλλος πρέπει να είναι εξαρτώμενος. Ο Νάρκισσος δεν αποδέχεται τη δέσμευση που θα τον ενέπλεκε σε μία ορισμένη εξάρτηση και συνεπώς σε κατάσταση αδυναμίας. Τα παιδιά συνιστούν ένα είδος εξάρτησης και αποφεύγονται. 

Ερωτικά ο/η Νάρκισσος λέει φοβερά λόγια και δίνει απίστευτες υποσχέσεις, δημιουργεί στον/στην παρτενέρ την ψευδαίσθηση ότι είναι μοναδικός/ή, και τον κάνει να πιστεύει στο απόλυτο έρωτα. Δυστυχώς δεν πρόκειται για μία αμοιβαία σαγήνη, όπου ο καθένας φροντίζει τον άλλο, αλλά για μία ναρκισσιστική σαγήνη που επιδιώκει να γοητεύσει τον άλλον/η, και συγχρόνως να τον παραλύσει. Πολύ γρήγορα ο παρτενέρ δυσαρεστείται, καθώς ο Νάρκισσος δεν είναι πια περιποιητικός και εμπλέκεται ελάχιστα στη σχέση. Ο Νάρκισσος δεν είναι ικανός να είναι τρυφερός και στοργικός, γιατί αυτό που θέλει κυρίως είναι να ασχολούνται μαζί του και να τον ανεβάζουν. Ο σύντροφος του Νάρκισσου είναι εκεί για να τον θαυμάζει, να τον στηρίζει και να τον ευχαριστεί, χωρίς να απολαμβάνει καμία προσοχή ο ίδιος/ια.  Αγαπούν αυτούς που προσθέτουν στην αγάπη που έχουν οι ίδιοι για τον εαυτό τους. Ο Νάρκισσος βγαίνει με πλούσιες γυναίκες ή γυναίκες «τρόπαια»(νέες και πολύ όμορφες), επιδεικνύοντας έτσι τα πλούτη του. Επίσης, η Νάρκισσος βγαίνει με επώνυμους άνδρες για να ανεβάσει την αξία της εικόνας της με ποσοτικούς όρους. 

Κάποιος έφτασε στο σημείο να δημιουργήσει έναν αλγόριθμο πρόβλεψης της προοπτικής μιας ερωτικής σχέσης, ποσοτικοποιώντας τις πολλαπλές αβεβαιότητές της και με την ελπίδα ότι η αγάπη θα άκουγε τους… αριθμούς. Τελικά το μόνο που προέκυψε ήταν ο ιστότοπος γνωριμιών Nanaya, που αποφέρει κέρδη μόνο στον δημιουργό του.

Με τη χρήση των αλγορίθμων απομονώνονται και λαμβάνονται υπόψη μόνο «τα ποσοτικά μετρήσιμα μεγέθη», ενώ ό,τι δεν μπορεί να ποσοτικοποιηθεί θα βρεθεί έξω από τη σφαίρα του πραγματικού. Όμως, η «μαθηματική γλώσσα», αντί να εκφράζει τον απέραντο πλούτο της φύσης και την ποικιλία των συγκινήσεων και του έρωτα, εκφράζει εν τέλει το «πυθαγόρειο φάντασμα», σύμφωνα με το οποίο ένας εκ γενετής κωφάλαλος μπορεί να απολαύσει μια μουσική εξετάζοντας την παρτιτούρα της. Τα συναισθήματα, τα βιώματα και οι μεταφυσικές αγωνίες, ο έρωτας και η ομορφιά έγιναν παγωμένα σύνολα ημιτόνων, λογαρίθμων και τριγώνων, για να εξοβελιστούν, τελικά, στο χώρο των αυταπατών από τη, «φυσικο-μαθηματικής νοοτροπίας», φιλοσοφία του Καρτέσιου, κατά την οποία ο άνθρωπος θα μπορεί να ζει μόνο «με την παρότρυνση της νόησης»!

Όμως, η αγάπη δεν είναι ούτε εμπορική ανταλλαγή αναγκών ούτε εταιρεία περιορισμένης ευθύνης που θα προσπορίσει κέρδη στους εταίρους, ούτε πολύ περισσότερο μία σύμβαση μεταξύ δύο ναρκισσιστών. Η αγάπη, όπως σημειώνει ο Alain Badiou, «Είναι μια κατασκευή που αναγκάζει τους συμμετέχοντες να ξεπεράσουν τον ναρκισσισμό. Για να διαρκέσει η αγάπη κάποιος πρέπει να επανεφεύρει τον εαυτό του... Απαιτεί δουλειά... Η αγάπη είναι τόσο συνάντηση όσο και κατασκευή. Είναι ένα σχέδιο συν-κατασκευής. Είναι η γέννηση της συν-δυνατότητας.  Είναι μια διαδικασία αλήθειας». Ένα πράγμα που ο Πλάτωνας είδε σωστά, λέει ο Badiou, ήταν ότι θεώρησε την αγάπη ως εμπειρία αλήθειας. Η αγάπη ανάγεται σε μια διαφορετική εμπειρία αλήθειας, δηλαδή στην αλήθεια ενός κόσμου που βιώνεται «από τη σκοπιά των δύο παρά του ενός». Για τον Badiou, η αγάπη είναι μια διαρκής αναζήτηση της αλήθειας. Αυτή η αναζήτηση αρχίζει με την τυχαία συνάντηση, ένα γεγονός που αλλάζει για πάντα τα δύο άτομα, είναι η διαρκής επανεφεύρεση της ζωής (δύο ζωές γίνονται μια ζωή που είναι ακόμα δύο ζωές).

Οι σχέσεις μπορεί να λήξουν, αλλά η αγάπη που μοιραστήκαμε με ένα άτομο θα διαρκέσει για πάντα, λέει ο Μπαντιού. Η αγάπη, ωστόσο, είναι μια πολύ βίαιη, οδυνηρή και αγωνιώδης διαδικασία. Δεν είναι συνώνυμη της ειρήνης. Ο εγωισμός είναι ο πραγματικός εχθρός της, ενώ αντίθετα, πρώτη προϋπόθεση για την υψηλότερη μορφή της αριστοτελικής αγάπης είναι η αγάπη του εαυτού. Χωρίς εγωιστική βάση, κανείς δεν μπορεί να επεκτείνει τη συμπάθεια και την αγάπη προς τους άλλους, λέει ο Αριστοτέλης. Δηλαδή, μόνο αν σας αρέσει ο εαυτός σας και αισθάνεστε ασφαλείς στον εαυτό σας, θα έχετε πολλή αγάπη για να δώσετε στους άλλους. Ή, όπως έλεγε ο Αριστοτέλης, "Όλα τα φιλικά συναισθήματα για τους άλλους είναι μια επέκταση των συναισθημάτων ενός ανθρώπου για τον εαυτό του." Ως διαδικασία αλήθειας ο έρωτας βρίσκεται κοντά στην πολιτική. «Η ερωτική ευτυχία», λέει ο Μπαντιού, «είναι η απόδειξη πως ο χρόνος μπορεί να φιλοξενήσει την αιωνιότητα. Μια τέτοια απόδειξη είναι ο πολιτικός ενθουσιασμός όταν συμμετέχουμε σε μια επαναστατική δράση». Και στον έρωτα και στην πολιτική έχουμε επίσης συμβάντα, διακηρύξεις, πίστη. Αν ο έρωτας είναι η κατασκευή του Δύο, «η πολιτική δράση καθιστά αλήθεια αυτό για το οποίο είναι ικανό το συλλογικό. Παραδείγματος χάρη είναι ικανό για ισότητα; Είναι ικανό να ενσωματώσει το ετερογενές; Να σκεφτεί πως δεν υπάρχει ένας μόνο κόσμος;»****

«Χωρίς προσωπικότητα δεν υπάρχει αγάπη», λέει ο Έρμαν Έσσε***** και παραθέτει το δημοφιλές παραμύθι του Χανς Κρίστιαν Άντερσεν, το Ασχημόπαπο, που έχει ως ερμηνευτικό κλειδί την αναζήτηση του εαυτού. Όσο το ασχημόπαπο δεν ανακαλύπτει την ταυτότητά του, δε βρίσκει την αγάπη, όσο δεν ανακαλύπτει πως είναι κύκνος και δεν αποδέχεται αυτό που είναι, δε μπορεί να αγαπήσει αληθινά, ούτε να αγαπηθεί. Όταν δινόμαστε ενεργά σε κάτι, δε μένει  χώρος για ανησυχία. Αν ασχολούμαστε με τον άλλο, αντί να ανησυχούμε, θα εξοικονομήσουμε πολύτιμη ενέργεια, που τη σπαταλάμε φτιάχνοντας καταστροφικά σενάρια. Ίσως η κυριότερη διαφορά ανάμεσα στην αγάπη που αναφέρει ο Έσσε και στο πώς την αντιλαμβανόμαστε εμείς είναι ο τρόπος που μιλάμε γι’ αυτή. Ενδυόμαστε συνήθως τον κτητικό έρωτα. Όμως η τέχνη του αγαπάν είναι κάτι πολύ πιο ευρύ.

Μπορούμε να δούμε τις απόψεις του Έσσε συμπληρωματικά με τις απόψεις  άλλων διανοητών. Ο Έριχ  Φρομ έγραφε: «Η αγάπη είναι η μόνη ικανοποιητική απάντηση στο πρόβλημα της ανθρώπινης ύπαρξης». Είναι πρωτίστως τέχνη: «Η αγάπη είναι μια τέχνη, ακριβώς όπως μια τέχνη είναι και η ίδια η ζωή. Αν θέλουμε να μάθουμε πώς ν' αγαπάμε, πρέπει να προχωρήσουμε με τον ίδιο τρόπο που προχωρούμε όταν θέλουμε να μάθουμε μια οποιαδήποτε άλλη τέχνη. Αν πραγματικά αγαπώ έναν άνθρωπο, αγαπώ όλους τους ανθρώπους, αγαπώ τον κόσμο, αγαπώ τη ζωή. Αν μπορώ να πω σε κάποιον άλλον «σ’ αγαπώ», πρέπει να είμαι ικανός να πω «αγαπώ σε σένα όλους, αγαπώ μέσα από σένα όλο τον κόσμο, αγαπώ σε σένα και τον εαυτό μου...»******.  

Εν κατακλείδι, όπως λέει ο Μπαντιού, η αγάπη είναι παράλληλα κι ένα πολιτικό γεγονός. Η αγάπη μπορεί να είναι ένα σημείο αντίστασης απέναντι στην καπιταλιστική παγκόσμια τάξη γιατί ο καπιταλισμός θέλει να επικεντρωθούμε ναρκισσιστικά στον εαυτό μας με τρόπο που να είναι παντελώς ασύμβατος με την αγάπη. 

* Αφήγημα της Νίκης Μπλούτη-Καράτζαλη, (απόσπασμα)  στο Fb

** Hiriyoyen, Les Narcisse

*** Σ. Μπάουμαν, Ρευστοί καιροί

**** Αλέν Μπαντιού, Έρωτας και επανάσταση, artinews.gr

***** Άλλαν Πέρσυ, ’Eσσε: 66 μαθήματα καθημερινής σοφίας, μετάφραση: Αγαθή Δημητρούκα, Εκδόσεις Πατάκη, 2013

***** Έριχ Φρομ, Η Τέχνη της Αγάπης, εκδ. Μπουκουμάνης, Αθήνα 1978, σελ. 11, 15-16. 



Ακρίβεια, πείνα και Squid Game

 «Η ακρίβεια φέρνει τη ΄νέα πείνα΄» γράφει η πρώτη εφημερίδα*, αποδίδοντας την αιτία στη διεθνή κερδοσκοπία που «μεταδίδει τη διατροφική κρίση από τον ΄τρίτο΄στον ΄πρώτο κόσμο΄». Η αιτία είναι οι τυφώνες (ειδικά ο «κομπασού») γράφει μια άλλη εφημερίδα**(επικαλούμενη το Bloomberg, τους Financial Times και το Reuters), που έχουν ως αποτέλεσμα 584 πλοία σε όλο τον κόσμο να μην μπορούν να ξεφορτώσουν τα εμπορευματοκιβώτια που μεταφέρουν. Όμως στο Λος Άντζελες δεν είχαμε τυφώνα αλλά έλλειψη λιμενεργατών! Μάλιστα, ο ίδιος ο Λευκός Οίκος ζήτησε από τις μεταφορικές εταιρείες να αυξήσουν το ωράριο εργασίας των εργαζομένων τους!

Αφού, λοιπόν, τα εμπορεύματα είναι φορτωμένα στα πλοία, υπάρχει έλλειψη στην αγορά και οι τιμές εκτοξεύονται στα ύψη. Δεν φταίει, λοιπόν, η «αδιάκοπα αυξανόμενη ζήτηση» και η «πανδημία» για την ακρίβεια, όπως ισχυρίζεται "Η Καθημερινή", αλλά η τεχνητή μείωση της προσφοράς και κατά συνέπεια η «διεθνής κερδοσκοπία», όπως γράφει σωστά η ΕφΣυν.    

Επαναλαμβάνεται το ίδιο παιγνίδι, όπως αυτό που παίχτηκε στην κρίση του 2008. Και τότε είχαμε ακρίβεια και οικονομική κρίση από τους τυφώνες(αρκούσε η πρόβλεψη της μετεωρολογικής υπηρεσίας) που εκτόξευαν στα ύψη την χρηματιστηριακή αξία του πετρελαίου. Η Naomi Klein στο βιβλίο της The Shock Doctrine. The Rise of Disaster Capitalism έγραφε:«Το σοκ με την τεράστια αύξηση της τιμής του πετρελαίου, η πείνα, οι σεισμοί, οι λιμοί και οι καταποντισμοί, όλα είναι ενταγμένα σε μία «στρατηγική του σοκ», που διαμόρφωσαν ο γκουρού του νεοφιλελευθερισμού Μίλτον Φρίντμαν και οι επίγονοί του, τα γνωστά «παιδιά του Σικάγου»»***. Ένα πραγματικό ή τεχνητό γεγονός, όπως ένας πόλεμος, ένας σεισμός, ένας τυφώνας, το μεγάλο δημόσιο χρέος, η υποβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας, το δημοσιονομικό έλλειμμα κ.ά., θεωρείται αξιοποιήσιμο, αφού μπορεί να εκτοξεύσει τις τιμές των μετοχών. Οι τιμές των προϊόντων δεν διαμορφώνονται από την προσφορά και τη ζήτηση, αλλά από τα διάφορα εφέ των hedge funds. Το παιχνίδι αυτό εμπεριέχει στοιχεία μεταφυσικής και ψυχιατρικής και εδράζεται στη δημιουργία «κρίσεων» που λαμβάνουν χώρα σε δύο χρόνους: Πρώτα, δημιουργείται αναταραχή με την πρόβλεψη ενός φυσικού συμβάντος ή με την υποβάθμιση μιας οικονομίας (όπως της ελληνικής), ακολουθεί η προπαγάνδα της κρίσης στο σύνολο του χρηματιστικού συστήματος, μέσω των λεγόμενων «μολυσματικών» και «μιμητικών εφέ», που αγγίζουν όλες τις οικονομίες (ντόμινο) λόγω της παγκοσμιοποίησης. Φυσικά κερδίζουν αυτοί που κάνουν το σχεδιασμό, ή αυτοί που έχουν "εσωτερική πληροφόρηση".

Βέβαια, κάποιοι θα πουν ότι τα περί «διεθνούς κερδοσκοπίας» εντάσσονται στη λογική της συνωμοσιολογίας. Σ’ αυτούς θα θυμίσουμε το δείπνο του Μανχάταν, παλαιότερα, όπου κερδοσκόποι σχεδίασαν και στοιχημάτιζαν την κατάρρευση του ευρώ, ξεκινώντας από τον αδύναμο κρίκο, την Ελλάδα. Να θυμίσουμε ακόμα την 44η συνάντηση στο Νταβός όπου η "παγκόσμια ελίτ" συζήτησε την αναδόμηση του κόσμου. Τότε, ο πρώην πρόεδρος της Κεντρικής Τράπεζας της Γερμανίας, Axel Weber, πρότεινε το κέντρο βάρους της οικονομίας να μετατοπιστεί στην Τεχνολογία, προκειμένου να αντιμετωπιστεί η Κίνα που απειλεί την ανταγωνιστικότητα της Ευρώπης! Τι σημαίνει αυτό; Μείωση του εργασιακού κόστους καθώς εκεί υστερεί η Δύση έναντι της Κίνας, καθώς και στρατιωτικοποίηση της κοινωνίας. Και η μείωση του κόστους της εργασίας μπορεί να γίνει με τη ρομποτοποίηση της παραγωγικής διαδικασίας, με την αντικατάσταση των εργαζομένων με τα ρομπότ. Η αναδόμηση, συνεπώς, της κοινωνίας δεν θα γίνει με την απελευθέρωση της εργασίας από το κεφάλαιο, όπως θέλει ο σοσιαλισμός, αλλά, αντίθετα, με την απεξάρτηση του κεφαλαίου από "το βάρος των εργαζομένων"! Η ταξική σύνθεση (σχέση κεφαλαίου και εργασίας) επιχειρείται να αναδομηθεί με την τεχνολογία υπέρ του κεφαλαίου και σε βάρος της εργασίας.

Η προηγούμενη αναδόμηση δεν προήλθε από την παραγωγή, αλλά ήταν πολιτική, καθώς προήλθε από το κράτος. Το κράτος με την εισαγωγή του κεϊνσιανισμού και την ανάπτυξη του κράτους πρόνοιας, αναγνώρισε τη δύναμη της εργασίας και επιχείρησε την πολιτική και οικονομική ενσωμάτωσή της αφ' ενός μέσω της σοσιαλδημοκρατίας και αφ' ετέρου με τη διαχείριση της «ζήτησης». Η ανασύνθεση αυτή της παραγωγικής διαδικασίας και της κοινωνίας, εκφράστηκε με μία μορφή πάλης (τέλος δεκαετίας 1960 και δεκαετία 1970), που ξεπέρασε το εργοστάσιο, αμφισβητώντας όλες τις πλευρές διεύθυνσης της κοινωνίας από το κεφάλαιο. Γι' αυτό το λόγο το τελευταίο αναγκάστηκε να εγκαταλείψει την κεϊνσιανή-φορντική μορφή διεύθυνσης και να αναπτύξει νέες μορφές οργάνωσης, δηλαδή το νεοφιλελευθερισμό, όπου έχουμε την επιβολή του χρηματοπιστωτικού επί του παραγωγικού κεφαλαίου. Για πρώτη φορά οι καπιταλιστές κατάφεραν να δημιουργήσουν την εντύπωση ότι η ζήτηση και η εργασία είναι «άχρηστες» παράμετροι της οικονομίας και ότι η ανάπτυξη με τη χρήση των νέων τεχνολογιών δεν χρειάζεται την απασχόληση.

Σήμερα, η δύναμη των εργαζομένων απομειώνεται συνεχώς εξαιτίας του τεχνολογικού αυτοματισμού αλλά και την "ουμπεροποίηση" της εργασίας. Παρ' όλα αυτά, το κεφάλαιο δεν θριαμβεύει καθώς υπάρχουν οι αντιστάσεις των εργαζομένων και κυρίως οι εσωτερικές αντιφάσεις του ίδιου του κεφαλαίου, καθώς ο άπληστος πυρήνας του(συσσώρευση και επιδίωξη του υψηλότερου ποσοστού κέρδους) επιταχύνει συνεχώς την πορεία προς την καταστροφή της φύσης και του πλανήτη. Γεγονότα όπως η πανδημία δείχνουν τα όρια της καπιταλιστικής λογικής. Τελικά, όμως, το Squid Game, το κανιβαλικό όργιο των καπιταλιστών μόνο με μια παγκόσμια «αφύπνιση» μπορεί να σταματήσει…

*Η Εφημερίδα των Συντακτών 16.10.2021

** Η Καθημερινή, 16.10.2021

***https://gpapaso.blogspot.com/2008/05/blog-post_14.html


Πέμπτη 14 Οκτωβρίου 2021

Το Παιγνίδι του Καλαμαριού

 Ο Τζόκερ, Τα Παράσιτα και τώρα η εξαιρετική κορεάτικη σειρά Squid Game, ή «Το παιγνίδι του Καλαμαριού»(Netflix). «Μια αλληγορία για τη μοντέρνα καπιταλιστική κοινωνία, που απεικονίζει τον ακραίο ανταγωνισμό, που είναι κάπως σαν τον ακραίο ανταγωνισμό της ζωής» λέει ο δημιουργός του θρίλερ, Hwang Dong-hyuk. «Ήθελα να γράψω μια ιστορία που θα ήταν η αλληγορία ενός σημείου χωρίς επιστροφή για όσους δανείστηκαν μεγάλα ποσά σε μία καπιταλιστική κοινωνία χωρίς έλεος και η κατάληξη που μπορεί να έχει κάποιος που έχει βουτηχτεί στα χρέη μοιάζει πολύ με τη συμμετοχή στο παιχνίδι. Η ελεύθερη επιλογή είναι παραπλανητική, όταν η κατάληξη είναι προδιαγεγραμμένα η καταστροφή.», καταλήγει ο δημιουργός της σειράς.

«Είναι μια σύγχρονη μελέτη για την ανθρώπινη φύση και το πού μπορεί να οδηγηθεί κάποιος για τα λεφτά, το απόλυτο έπαθλο για τους περισσότερους ανθρώπους του πλανήτη», γράφει κάποιος. Ο άγριος καπιταλισμός, ο ακραίος ανταγωνισμός, η διαστροφή των «από πάνω», όλα ανάγονται στην «ανθρώπινη φύση»! Μόνο που αυτό δεν είναι παρά «ο καπιταλισμός ηλίθιε»! Οι «από κάτω», καταχρεωμένοι, εξαθλιωμένοι και απελπισμένοι, έχουν την ελπίδα να επιβιώσουν μόνο αν εξοντώσουν όλους τους άλλους ομοίους τους. Εδώ ισχύει το «ο θάνατός σου η ζωή μου». Οι «από πάνω» παρακολουθούν το αιματηρό παιγνίδι, το θέαμα στην αρένα, αναζητώντας τη διέγερση, τη συγκίνηση, και στοιχηματίζουν για την έκβαση, ποντάροντας στα «άλογα-ανθρώπους»! Ο επικεφαλής των «από πάνω»,  δεν αρκείται στο ρόλο του θεατή, θέλει περισσότερη συγκίνηση, και συμμετέχει και ο ίδιος στο φονικό παιγνίδι.     

Αυτή είναι η ιδιοφυία του καπιταλισμού γράφει το γαλλικό περιοδικό Marianne: Ο καπιταλισμός «είναι ικανός να επικρίνει τον εαυτό τoυ για να κατασκευάσει ψυχαγωγία. Αυτή η εμπορική επιτυχία που φέρνει εκατομμύρια στο Netflix και τους μετόχους του περιέχει ένα αντικαπιταλιστικό μήνυμα, καταγγέλλοντας επιδέξια τις εισοδηματικές ανισότητες που υπονομεύουν τη Νότια Κορέα και, στην πραγματικότητα, ολόκληρο τον πλανήτη. Για να ξεφύγουν από την επισφάλειά τους, οι 456 συμμετέχοντες στο παιχνίδι Squid Game είναι έτοιμοι να πεθάνουν και να σκοτωθούν μεταξύ τους». 

Στην ταινία «Παράσιτα», η «ανώτερη τάξη» παρουσιάζεται «αφελής», με την «καλοσύνη αυτών που έχουν», αντίθετα οι «κάτω» έχουν την μαύρη ψυχή της μαύρης τους ζωής. Στο «Παιγνίδι του καλαμαριού» οι «από πάνω» παρουσιάζονται διαστροφικοί, ενώ οι «κάτω» είναι πλήρως κατευθυνόμενοι, χωρίς στην πραγματικότητα καμία απολύτως ελευθερία βούλησης...



Το διαδίκτυο και ο «ολοκληρωτισμός του πλήθους»

 Η Χάνα Άρεντ υποστηρίζει ότι «Από τη φύση τους τα ανθρώπινα υποκείμενα εξαρτώνται από την εμφάνιση και την επιβεβαίωσή τους στη δημόσια σφαίρα, γιατί μόνο έτσι μπορούν να αποκτήσουν την ψυχική σταθερότητα και αυτοσυνείδηση, που χρειάζονται προκειμένου να αντιμετωπίσουν τα υπαρξιακά τους προβλήματα, τις αγωνίες και τους κινδύνους. Επιπλέον, το μεμονωμένο υποκείμενο μπορεί να βιώσει τον εαυτό του ως ένα ελεύθερο ον, μόνο εφόσον μάθει να στρατεύεται στη δημόσια συζήτηση των πολιτικών ζητημάτων…». Στη μελέτη της για τον Ολοκληρωτισμό («Στοιχεία και προέλευση της ολοκληρωτικής κυριαρχίας») η Χάνα Άρεντ γράφει ότι στην κυριαρχία του εθνικοσοσιαλισμού γίνεται εκμετάλλευση της απώλειας της αναγνώρισης, της απώλειας του κόσμου εκ μέρους του σύγχρονου ανθρώπου: «Αποκομμένα, εξαιτίας της εξάντλησης του δημόσιου χώρου, από κάθε αλληλόδραση που δημιουργεί νόημα, σε μεγάλο βαθμό απομονωμένα και αβέβαια για την ταυτότητά τους, τα άτομα βρίσκουν στα ολοκληρωτικά κινήματα τη μόνη ακόμα ικανοποιητική οργάνωση των συμφερόντων τους.» Οι μαζικές οργανώσεις «μπορούν να αποκτήσουν σταθερότητα μόνο όταν αναπτύσσουν συγχρόνως μια συλλογική ταυτότητα, η οποία διοχετεύει την επιθετικότητα προς τα έξω, επικεντρώνοντάς την σ’ έναν εξωτερικό εχθρό, προκειμένου να δημιουργηθεί στο εσωτερικό η αίσθηση του κοινού κινδύνου και της ευθύνης…».

 Η ενίσχυση των κοινωνικών κινημάτων #metoo, οικολογία, αντιρατσισμός αλλά και αυτή των νεοαναζιστικών μορφωμάτων οφείλεται στην διαδικασία της Αναγνώρισης, για την ακρίβεια της μη αναγνώρισης, δηλαδή της Περιφρόνησης και, συγχρόνως, στο φαινόμενο της διαδικτυακής «φούσκας» («bulles cognitive»). Γενικά, η περιφρόνηση και η απόρριψη από το πλέγμα της κοινωνικής αναγνώρισης αποτελεί μια εξαιρετικά αμφίσημη πηγή κινήτρων για έκφραση κοινωνικής διαμαρτυρίας και αντίστασης, καθώς δεν υπάρχει μία κατεύθυνση δι-εξόδου της αντίδρασης στην περιφρόνηση και την ταπείνωση, αφού μπορεί κάλλιστα να οδηγήσει τόσο στην αριστερά όσο και στην (ακρο)δεξιά. Αυτό δείχνει η περίπτωση της Νίκαιας στον Πειραιά και της Σταυρούπολης στη Θεσσαλονίκη.

Επίσης, οι αλγόριθμοι αποκλείουν την ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΗ του διαφορετικού, του Άλλου. Αυτό συνιστά θεμελιώδη μεταβολή των δομικών συνθηκών αλληλοαναγνώρισης, αφού υπάρχουν μόνο κριτήρια που περιορίζουν στο ίδιο και στο όμοιο, στο ταυτόσημο. Η δημιουργία της «φούσκας» μέσω των αλγορίθμων, η αδυναμία διαλόγου και η πόλωση, οδηγεί σε όξυνση της αντιπαλότητας. Δημιουργείται έτσι μία πολυδιάσπαση και η διαμαρτυρία αντί να στραφεί ενάντια στο κράτος, στρέφεται εναντίον του άλλου, του διπλανού, του «κοινού κινδύνου» για κάθε «φούσκα», όπως επί παραδείγματι για τον ακροδεξιό αντίπαλος είναι ο μετανάστης και ο πρόσφυγας, είναι ο γκέι και ο αλληλέγγυος.

Η Περιφρόνηση

Σύμφωνα με τον νεαρό Hegel*, η αυτοσυνείδηση του ανθρώπου εξαρτάται από την εμπειρία της κοινωνικής αναγνώρισης, η ζωή των ανθρώπινων υποκειμένων εξαρτάται από το σεβασμό ή την εκτίμηση που χαίρουν στα μάτια των συνανθρώπων τους. Η απόκτηση κοινωνικής αναγνώρισης είναι η κανονιστική προϋπόθεση της επικοινωνιακής δράσης στο σύνολό της. Οι άνθρωποι συναντώνται με κοινό σκοπό να βρουν αναγνώριση ως κοινωνικά πρόσωπα με μια ορισμένη κοινωνική προσφορά.

Στον αντίθετο πόλο της Αναγνώρισης είναι η ηθική Αδικία, δηλαδή η άρνηση της αναγνώρισης, η ηθική προσβολή, η ταπείνωση, ο μη σεβασμός της προσωπικής ακεραιότητας του άλλου. Ο άνθρωπος οικοδομεί μια θετική σχέση με τον εαυτό του μέσα από την επιδοκιμασία και αποδοχή των άλλων. Η εμπειρία μιας ηθικής αδικίας προκαλεί ψυχικό κλονισμό στο βαθμό που ματαιώνεται η προσδοκία του θιγόμενου υποκειμένου για αναγνώριση, μια ικανοποίηση που είναι βασικός όρος για τη συγκρότηση της ταυτότητάς του.

Όταν η προσδοκία δεν ικανοποιείται, όταν κάποιος στερείται την αναγνώριση, που θεωρεί ότι την αξίζει, τότε αποκτά της ηθικές εμπειρίες που ο Άξελ Χόνετ αποκαλεί «αισθήματα κοινωνικής περιφρόνησης».

Ηθικές αδικίες και προσβολές είναι α) εκείνες που στερούν την ασφάλεια από ένα πρόσωπο ότι μπορεί να ελέγχει την φυσική του ευημερία…. Τέτοιες περιπτώσεις είναι η φυσική κακοποίηση, ο βασανισμός και ο βιασμός.  β) εκείνες που θίγουν ή καταστρέφουν τον αυτοσεβασμό(καταστρέφουν την αξία της κρίση μας που αναγνωρίζεται από άλλους ανθρώπους) μέσω της παραπλάνησης ή εξαπάτησης… γ) εκείνες που προκαλούν «ταπείνωση ή έλλειψη σεβασμού» και επιδιώκουν να δείξουν σε άτομα ή ομάδα ατόμων ότι «οι ικανότητές τους δεν χαίρουν αναγνώρισης».

Η εμπειρία της κοινωνικής αναγνώρισης αποτελεί όρο της συνολικής ανάπτυξης της ταυτότητας του ανθρώπου, γι’ αυτό η αποστέρησή της, δηλαδή η περιφρόνηση, προκαλεί αναγκαστικά την αίσθηση μιας επαπειλούμενης απώλειας της προσωπικότητας, του προσώπου, της αξιοπρέπειας. Η αντίδραση του κοινωνικά περιφρονημένου(αυτού που δεν αναγνωρίζεται) είναι η ντροπή, η οργή  και η αγανάκτηση.   

Η εργασία

Ποια είναι τα κοινωνικά αίτια της συστηματικής προσβολής των συνθηκών αναγνώρισης και της περιφρόνησης; Η «κοινωνική εκτίμηση» σχετίζεται με την ΕΡΓΑΣΙΑ. Η κοινωνική εκτίμηση συνδέεται με την ευκαιρία να επιτελεί κανείς μια οικονομικά αμειβόμενη και άρα κοινωνικά ρυθμισμένη εργασία. Ποια μπορεί να είναι η αυτοεκτίμηση των ανέργων και των επισφαλώς εργαζόμενων νέων, του ντελιβερά με πτυχίο Πολυτεχνείου; Επίσης, ιδιαίτερης σημασίας είναι η συνάφεια μεταξύ εργασίας και αναγνώρισης της απλήρωτης ΟΙΚΙΑΚΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ. Η ανατροφή των παιδιών και η οικιακή εργασία δεν αξιολογούνται ως ίσης αξίας εργασία στο πλαίσιο ενός πολιτισμού που επικαθορίζεται από τις ανδρικές αξίες. Έτσι, οι γυναίκες, που εργάζονται στο σπίτι, έχουν ελάχιστες πιθανότητες να βρουν στην κοινωνία τον βαθμό αναγνώρισης που τους αναλογεί.

Γενικά, η αξιολόγηση της κοινωνικής εργασίας παίζει ένα κεντρικό ρόλο στο πλέγμα σχέσεων αναγνώρισης μιας κοινωνίας.

 Τα νεοναζιστικά μορφώματα

Οι νέοι/ες που σ’ αυτό το εργασιακό περιβάλλον δεν έχουν καμία προοπτική για το μέλλον, αισθάνονται ματαίωση. Η ματαίωση γίνεται ντροπή, οργή και αγανάκτηση, όταν πληρούνται οι προϋποθέσεις της αναγνώρισης, όταν ένας πτυχιούχος νομικής εργάζεται ως σερβιτόρος. Η ηθική αδικία θα στείλει την βαθιά «πληγωμένη» προσωπικότητα στο ψυχιατρείο ή σε μία παρέα που θα τονώσει την αυτοπεποίθηση, που θα λειτουργήσει ιαματικά στις ηθικές πληγές. Αυτή η παρέα μπορεί να βρεθεί στο διαδίκτυο. Οι νεοναζιστικές ομάδες αλιεύουν στο ιντερνετ.   Οι αδικημένοι νέοι θα βρουν αναγνώριση εδώ, η αυτοπεποίθησή τους θα τονωθεί, γι’ αυτό θα εξαρτηθούν σ’ αυτή. Από εδώ προκύπτει και ο φανατισμός για την ομάδα, που είναι ο φανατισμός υπεράσπισης τους αδικημένου εαυτού. Η «ομάδα» γίνεται ένα είδος ναρκωτικού, απ’ το οποίο δεν μπορούν να απαλλαγούν. Γιατί έξω από αυτή δεν βιώνουν αναγνώριση, δεν υπάρχουν, είναι αόρατοι.  Αυτά γράφει ο ανατολικοβερολινέζος Ingo Hasselbach για τις εμπειρίες που απέκτησε στις ομάδες του νεοναζιστικού νεολαιίστικου χώρου, δείχνοντας που μπορεί να οδηγήσει πολιτικά η εμπειρία της «κοινωνικής περιφρόνησης». Η κοινωνική καταξίωση αναζητείται σε φασιστικές ομάδες, σε ομάδες χουλιγκάνων, σε συμμορίες, σε ομάδες «μπάχαλων». Παλιότερα, είχαμε τους δημόσιους θεσμούς της «δημοκρατικής κοινωνίας»(νεολαίες κομμάτων, συνδικάτων, πολιτιστικά στέκια γειτονιών, δίκτυα καλλιτεχνών, αλληλέγγυων κ.ά.), οι οποίοι όμως είτε απαξιώνονται με ευθύνη και των συστημικών πολιτικών κομμάτων είτε χτυπιούνται άγρια από την κρατική καταστολή. Γιατί όπως είπαμε, η διέξοδος είναι πολλαπλής κατεύθυνσης είτε προς αρνητική (νέο-φασιστική) είτε προς θετική (φεμινισμός, ΛΟΑΤΚΙ, αλληλεγγύη κ.ά.) κατεύθυνσης κι ένας ΤΡΟΠΟΣ Αντίδρασης των ομοίων(περιφρονημένων), τους οποίους ομαδοποιεί, συστήνοντας «ομάδες», κοινότητες και συντροφιές. Μόνο που η διέξοδος προς την «αριστερή κατεύθυνση» χτυπιέται άγρια από το κράτος…

ΤΟ ΔΙΑΔΙΚΤΥΟ είναι ΕΝΑΣ ΤΟΠΟΣ ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΗΣ των περιφρονημένων

Η ψηφιακή καινοτομία και το διαδίκτυο παρέχουν ένα είδος αντίβαρου, μια ομόλογη κατάσταση που θα θεραπεύσει όλες τις πληγές, όλες τις καταστροφές. Τώρα έχουμε κάτι στα χέρια μας που θα αντιρροπήσει  τις απογοητεύσεις, τον θυμό, τις ματαιώσεις, τα μπούλινγκ και τους εξοστρακισμούς, που μπορεί να φέρει χρώμα στην άχρωμη ζωή μας, να αντισταθμίσει τα λάθη μας, τις ατυχίες μας, τις αποτυχίες μας.  Από εδώ προκύπτει ο ενθουσιασμός για το σύγχρονο πάθος, που είναι η «έκφραση», οι αφηγήσεις μας στο Facebook  στο Instagram κλπ.. Τα κοινωνικά δίκτυα μας επιτρέπουν να αφηγηθούμε στους άλλους ό,τι μας συμβαίνει –με εξωραϊσμένο είναι η αλήθεια τρόπο-  να λαμβάνουμε αποδείξεις της σύμφωνης γνώμης των άλλων, να εμφανιζόμαστε δημοσίως για να σηματοδοτήσουμε την εξαιρετικότητα της ύπαρξής μας, ή και πάλι να καταγγείλουμε, με δυσαρέσκεια ή οργή, ορισμένες επαγγελματικές, σχεσιακές ή άλλες εμπειρίες, και γενικότερα την παγκόσμια τάξη. Η χρήση των νέων μέσων επικοινωνίας είναι μια πρακτική που πλέον μας σώζει, καθώς –εξατομικευμένα και καθολικά, λειτουργεί καθαρτικά και λυτρωτικά. Εδώ παρέχεται η αίσθηση πως ό,τι κι αν βιώνει κανείς, ανεξάρτητα από τη σκληρότητα της πραγματικότητας, μπορεί ανά πάσα στιγμή να ασχοληθεί με την οργάνωση της συχνά μεγεθυμένης αφήγησης της ζωής του, να εκφράσει το θυμό του και να εκδικηθεί για τις ταπεινώσεις που βίωσε και η ψυχή του να αποτινάξει για μια στιγμή το άχθος.

Όλα τα είδη δραστηριοτήτων καταφεύγουν σ’ αυτό το είδος κάθαρσης: η οικογενειακή ζωή, ο ελεύθερος χρόνος, η κατανάλωση. Από τώρα και στο εξής, η «Εκφραστικότητα» κυριαρχεί στη ζωή των ανθρώπων, καθώς η δημόσια έκθεση του εαυτού μαρτυρά κατά κάποιο τρόπο τη μοναδικότητά του, αδιαφορώντας για την όποια ματαιοδοξία ενδεχομένως ενέχει αυτή η έκθεση.

Έχει γίνει συνηθισμένη πρακτική να δηλώνει κάποιος δημόσια τις απόψεις του στο διαδίκτυο, κάτι που του παρέχει την ευκαιρία να απελευθερώσει την οργή του, να καταγγείλει μέρα και νύχτα - ενδεχομένως μάταια - μια συγκεκριμένη σειρά από πράγματα. Όμως αυτές οι πρακτικές «παγιώνουν μόνο τις δικές μας πεποιθήσεις, τροφοδοτούν τις διαπροσωπικές εντάσεις και προέρχονται από την ψευδαίσθηση της πολιτικής εμπλοκής, καθώς τις περισσότερες φορές εμφανίζονται μακριά από οποιαδήποτε συγκεκριμένη εμπλοκή σε κοινές υποθέσεις,  δημιουργώντας μόνο καλή συνείδηση ​​ή μάταιη ικανοποίηση.» (Sadin). Αντίθετα, βέβαια, από αυτή την εκτίμηση, τόσο στις ΗΠΑ όσο και στην Ελλάδα, φαίνεται ότι ο ρόλος των κοινωνικών δικτύων λειτουργεί πολιτικά και μάλιστα παρεμβατικά. Πολλές φορές οι κυβερνήσεις απαντούν στα σχόλια του διαδικτύου. Δεν είναι εξάλλου τυχαία και η χρήση του από πολιτικούς.

Ψευδαίσθηση αυτονομίας και η άρνηση του πολιτικού

Η υποκειμενικότητα του καθενός γίνεται ένα είδος ηπείρου που δεν είναι κλειστή, αλλά που δεν σταματά να αντιμετωπίζει τα γεγονότα υπό το πρίσμα και την προτεραιότητα της δικής του λογικής. Ως αντίβαρο, σχηματίστηκαν σύνδεσμοι μεταξύ ατόμων και ομάδες με συνδετικό ιστό την αλληλεγγύη. Εμφανίστηκαν αξιώσεις ενός νέου είδους, που δεν προορίζονται να ισχύουν για όλους, αλλά για να ικανοποιήσουν τις ομάδες που αισθάνονται ότι υπέφεραν ή εξακολουθούν να αποτελούν αντικείμενο αδικιών και οι οποίες στο εξής σκοπεύουν να αποκαταστήσουν τη βλάβη που υπέστησαν. Διαμορφώνεται ένα παλίμψηστο ατομικής και συλλογικής μνήμης, αποτελούμενο από διαδοχικά στρώματα που έχουν συσσωρευτεί τον τελευταίο μισό αιώνα, αισθήματα αδικίας και προδοσιών, που στο εξής θα φτάσουν σε οριακή κατάσταση, καθώς θα μεταφραστούν σε πάθος και βαθύ μίσος. Το πνεύμα του καιρού δεν χαρακτηρίζεται από τη βούληση να ενεργήσει κατευναστικά στην πορεία των πραγμάτων, να τροποποιήσει ουσιαστικά ορισμένες καταστάσεις, να επιτύχει καταλλαγή και «σασμό», αντίθετα καθένας είναι γεμάτος δυσαρέσκεια και παρορμητική ανάγκη να δώσει μάχη, να εκδικηθεί τους επικυρίαρχους του κόσμου, αλλά και τον διπλανό. Η ρητορική του μίσους, για την οποία κατηγορείται το Facebook και οι αλγόριθμοί του, βασίζεται σ’ αυτό το πνεύμα.

Η κατάστασή μας δεν αφορά μόνο τη διάλυση κοινών αναφορών, αλλά το ζήτημα της βίας. Μια κατηγορία βίας - λεκτικής, υλικής, φυσικής - που τα ελατήρια της είναι συγκεκριμένα, και αυτο-νομιμοποιούνται από εκείνους που την ασκούν στο όνομα της βούλησης για δικαιοσύνη, ως αντίδραση στην αδιαφορία της κοινωνίας και της πολιτείας να αντιμετωπίσουν τα πραγματικά κακά που την μαστίζουν.

Υπάρχουν δύο τύποι δυσαρέσκειας για την παρούσα κοινωνική και πολιτική κατάσταση. Ένας, τον οποίο ήδη γνωρίζαμε, αναδύεται κυρίως από ένα φαινόμενο συλλογικής τάξης, από το πνεύμα της ιστορίας και τον αέρα της εποχής, και αποτελείται από τις διάχυτες προσωπικές δυσαρέσκειες και τις κοινωνικές ανισότητες. Η δυσαρέσκεια αυτή είναι λανθάνουσα και είναι πάντα ευάλωτη, καθώς σε ορισμένες χρονικές στιγμές, μπορεί να αξιοποιηθεί από πολιτικές δυνάμεις, οι οποίες  με τη βοήθεια ενός ρητορικού και προπαγανδιστικού μηχανισμού μπορούν να τη διογκώσουν, να δημιουργήσουν μια αίσθηση «συλλογικότητας» ανάμεσα σε όλες τις απογοητευμένες υπάρξεις και να σχεδιάσουν έναν ορίζοντα κινητοποίησης.

Ο άλλος τύπος δυσαρέσκειας, που εμφανίστηκε πρόσφατα, είναι αυστηρά ατομικού χαρακτήρα – είναι οικείος και μοναχικός -, αφορά υποκειμενικότητες, όχι μόνο λόγω των προσωπικών απογοητεύσεων και των ταλαιπωριών τους, αλλά και γιατί έχουν φτάσει σε ένα τέτοιο σημείο προσωπικής πικρίας που δεν μπορούν πλέον να πιστέψουν σε κανένα συλλογικό εγχείρημα. Οι άνθρωποι αυτοί βιώνουν την προσωπική τους δυσαρέσκεια απομονωμένα και ακραία. Τα άτομα αυτά βιώνουν την εμπειρία της απόσυρσης με την ψευδαίσθηση της αυτονομίας από όλο το πολιτικό σύστημα. Αυτές οι στάσεις δυσπιστίας εκδηλώνονται εξίσου απέναντι στα λεγόμενα «συστημικά» όσο και στα αντι-συστημικά κόμματα, τα οποία θα ήταν λάθος να πιστέψουμε ότι αποτελούν κατά  προνομιακό τρόπο «τράπεζες θυμού». Γενικά, ζούμε στην εποχή της «μεγάλης αποχής» από την πολιτική διαδικασία και στην κατάθεση του θυμού με μαζικό τρόπο στο διαδίκτυο!

Αυτή είναι «η εποχή του τυραννικού Εγώ», του ατόμου ως μοναδικού σημείου αναφοράς, των κοινωνικών δικτύων και συνακόλουθα της (ακρο)δεξιάς. Τα δίκτυα ενίσχυσαν της (νέο)φιλελεύθερες λογικές της ατομικής ευθύνης και του υπερατομικισμού(που τώρα αποκαλείται Ναρκισσισμός). Εμφανίζεται πλέον μια νέα πολιτική κατηγορία - ή πιο συγκεκριμένα μια πολιτική - στο βαθμό που προέρχεται από την ίδια την άρνηση του πολιτικού και που αποκαλείται «ολοκληρωτισμός του πλήθους»!

Ολοκληρωτισμός

Ο όρος ολοκληρωτισμός, που γνωρίζουμε ότι πρέπει να αντιμετωπιστεί με προσοχή, μπορεί να γίνει κατανοητός με την έννοια των αναλύσεων που ανέπτυξε η Hannah Arendt στο The Totalitarian System, ως μια γενική κατάσταση στην οποία δεν υπάρχει πλέον αναγνωρίσιμο σημείο αναφοράς, όπου μια μόνιμη αστάθεια γίνεται σκόπιμα βασιλεία, όπου ορισμένες παρορμήσεις μπορούν να εκφραστούν χωρίς να αντιμετωπίσουν μεγάλα εμπόδια, θέτοντας σε κίνηση μια συνεχή δυναμική του χάους που οδηγεί σε προσωπική ανασφάλεια και διάλυση των κοινωνικών δομών. Όχι ότι σήμερα βρισκόμαστε άμεσα αντιμέτωποι με τέτοια φαινόμενα, αλλά η τάση των ατόμων να αντιλαμβάνονται τον εαυτό τους ως περισσότερο ή λιγότερο κλειστές ολότητες που αποσύρονται στο δικό τους σύστημα πεποιθήσεων και καταδικασμένες ως προτεραιότητα για να διεκδικήσουν τις απόψεις τους, εάν αυτό πολλαπλασιαστεί, ενταθεί και γίνει συνηθισμένο, θα μπορούσε να οδηγήσει σε μορφές ανωμαλίας, σ’ ένα νέο ολοκληρωτισμό όπου το πλήθος θα μιλάει την αόριστη γλώσσα της Βαβέλ, με ακύρωση κάθε χώρου αμοιβαίας κατανόησης, που θα έχει ως συνέπεια τον πολλαπλασιασμό των διαφορών και των συγκρούσεων.

*Το μοντέλο του «αγώνα για αναγνώριση» του Χέγκελ περιέχει την ιδέα ότι η πρόοδος του κοινωνικού ήθους εκτυλίσσεται με βάση την αλληλουχία τριών προτύπων αναγνώρισης, τρεις μορφές αλληλοαναγνώρισης: Η δικαιική αναγνώριση(ηθικός σεβασμός), η αγάπη(τα υποκείμενα αλληλοαναγνωρίζουν την μοναδικότητα των φυσικών τους αναγκών), και η αλληλοεκτίμηση(ως προς τις ιδιότητές τους που συνεισφέρουν στην αναπαραγωγή της κοινωνικής τάξης). Η μετάβαση από τη μία στην άλλη μορφή αναγνώρισης γίνεται «μέσω ενός αγώνα, τον οποίο διεξάγουν μεταξύ τους τα άτομα για χάρη του σεβασμού της σταδιακά αναπτυσσόμενης αυτοαντίληψής τους: Η αξίωση να αναγνωριστούν οι εκάστοτε καινούργιες διαστάσεις του προσώπου καθορίζει μια διυποκειμενική σύγκρουση, η επίλυση της οποίας συνίσταται πάντα στην εδραίωση μιας παραπέρα σφαίρας της αναγνώρισης(Χόνετ 1992)».  Στις τρεις μορφές αναγνώρισης αντιστοιχούν η οικογένεια, η αστική κοινωνία και το κράτος(Χέγκελ). Ο Χόνετ διακρίνει με βάση τον νεαρό Χέγκελ «τρεις επικοινωνιακές προϋποθέσεις μιας επιτυχημένης διαμόρφωσης ταυτότητας: Η συγκινησιακά φορτισμένη ΦΡΟΝΤΙΔΑ σε κοινωνικές σχέσεις οικειότητας, όπως η αγάπη και η φιλία, η Δικαιική αναγνώριση του ατόμου ως ηθικά υπεύθυνου μέλους μιας κοινωνίας και, τέλος, η κοινωνική εκτίμηση των ατομικών επιδόσεων των ικανοτήτων του».

Ο τρόπος με τον οποίο τα υποκείμενα σχετίζονται αρχικά με τον εαυτό τους και κατανοούν τις φυσικές τους ανάγκες και επιθυμίες ως αρθρώσιμο μέρος του προσώπου τους, δημιουργεί αυτό το είδος στοιχειώδους ασφάλειας που ονομάζεται «αυτοπεποίθηση»(Erikson 1980). Η δεύτερη μορφή της πρακτικής σχέσης με τον εαυτό συνίσταται στη συνείδηση της ηθικής υπευθυνότητας και ένα είδος ασφάλειας για την προσωπική κρίση που ονομάζεται «αυτοσεβασμός»(Dillon 1995). Τέλος, η τρίτη μορφή σχέσης με τον εαυτό αφορά την αξία των προσωπικών ικανοτήτων και ονομάζεται «αίσθηση της προσωπικής αξίας»(Tugendhat 1993).



Όλα για μία selfie

 Δύο φίλοι βγάζουν μια selfie κατά τη διάρκεια της παραμονής τους στο Λονδίνο. Τίποτα το εξαιρετικό εκ πρώτης όψεως. Απλά ο εκδότης της φωτογραφίας θέλει να ξέρετε ότι έχει αρκετά χρήματα για να πάει διακοπές στη Βρετανία (οικονομικό κεφάλαιο), ότι ανακάλυψε μια άλλη χώρα με έναν άλλο τρόπο ζωής (πολιτιστικό κεφάλαιο) και ότι τον συνόδευε ένας φίλος (κοινωνικό κεφάλαιο). Σας έδειξε τα  χρήματά του,  τον  πολιτισμό του,  τη  ζωή του, ότι δηλαδή ΕΙΝΑΙ, σε ένα στιγμιότυπο! 

ΤΟ ΔΙΑΔΙΚΤΥΟ είναι ένας τόπος σύγκρισης και ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΗΣ, ένας μηχανισμός παραγωγής κύρους, ένας τρόπος ενίσχυσης της σύγκρισης και ενίσχυσης του υπερατομικισμού (ναρκισσισμού) καθώς και του πολιτισμού της κατανάλωσης. Όμως η αφήγηση στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης της βιωμένης εμπειρίας ακόμα και τη στιγμή που συμβαίνει, έχει και μία θετική λειτουργία καθώς «επιτρέπει συνεχείς Καθάρσεις»(Eric Sadin: L’ ere de l’ individu tyran), συνεχείς αναπληρώσεις για μια σειρά από σκληρές απογοητεύσεις και αποστερήσεις, καθώς και κακοποιήσεις. Εδώ μια γυναίκα θα καταγγείλει την κακοποίησή της από τον φαλλοκράτη σύζυγο, εδώ θα εκφραστεί η οργή του διωκόμενου από την κρατική γραφειοκρατία ή θα καταγγελθεί η αυθαίρετη απόλυση του εργαζόμενου, εδώ θα διαμορφωθεί η απαρχή ενός νέου κινήματος, όπως το #metoo. Ο πολίτης έχει πλέον ένα νέο βήμα για να παρουσιάσει τα αιτήματα ή να ασκήσει την κριτική του, και ο καλλιτέχνης έχει ένα νέο, ευρείας απήχησης μέσο για να παρουσιάσει το έργο του. Μέσα από αυτά καθένας μπορεί να παρουσιάζει στιγμές της ζωής του, να αποκτά ορατότητα, να αναγνωρίζεται.  

Ένας νέος πολιτισμός, ένα νέο κοινωνικό και πολιτικό σύστημα «γεννιέται». Τα «like» και τα «share» είναι οι νέοι δρόμοι απ’ όπου «περνάει» η επικοινωνία, οι κοινωνικές σχέσεις, η ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΗ, η κοινωνική ΣΥΓΚΡΙΣΗ(κύρος-κατανάλωση), η αυτοεκτίμηση και οι νέες ασθένειες της ψυχής. Ένα κινητό ή ένα τάμπλετ αρκεί για να ανακτήσει κάποιος τη χαμένη του ορατότητα, να αυτοπαρουσιαστεί, να αποκτήσει γόητρο, να μοιραστεί πράγματα και ν’ αγαπήσει, αλλά και να γίνει ένας μυθομανής του εαυτού του, ένας παθολογικός Νάρκισσος, που σκοτώνεται για μια selfie πάνω από το Ναυάγιο στη Ζάκυνθο, ή όπως ο έφηβος στο Νιουκάστλ, ο οποίος, αναζητώντας την τέλεια selfie, φωτογραφίζεται μέχρι και 200 ​​φορές την ημέρα, ή σαν εκείνες τις έφηβες που αυτοκτονούν γιατί δεν μοιάζουν με τις εικόνες τους, όπως τις διαμορφώνουν τα διάφορα φίλτρα «ομορφιάς» του Instagram, ή ακόμα όπως του Βρετανού που δεν δίστασε να επενδύσει μια μικρή περιουσία στην αισθητική χειρουργική για να μοιάζει με τη ρετουσαρισμένη εικόνα του στις selfies!

Τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης ενισχύουν μία μορφή «τυραννικού Εγώ». Στη θέση που προηγουμένως κατείχε η ασφάλεια σχετικά με τις δικές μας επιθυμίες, τώρα εμφανίζεται η ανησυχία της διαρκούς αυτοπαρουσίασης. Με το φόβο ότι δεν θα μπορέσουμε να ικανοποιήσουμε τις διυποκειμενικές προσδοκίες (γονέων, φίλων κ.ά.), προσπαθούμε να πετύχουμε μια παρουσίαση του εαυτού μας, η οποία υπόσχεται περισσότερα απ’ όσα μπορεί να ικανοποιήσει πραγματικά, προσποιούμαστε ομορφιά, ταλέντα και δυνάμεις, που μπορούν να μας προσδώσουν περισσότερη κοινωνική αναγνώριση. Σ’ αυτή την προ-οπτική της εξάρτησης από το βλέμμα των άλλων, δημιουργείται η διαρκής ανάγκη για να παρουσιάζουμε μια ψευδή εικόνα του εαυτού μας. Από εδώ προκύπτει ο ψυχαναγκασμός της ατομικής προβολής και του γοήτρου, η δημιουργία ενός ψεύτικου εαυτού.  

Το Instagram έχει λάβει σημαντική θέση στη ζωή της Μ., που προσφέρει τακτικά στους ακολούθους της «ιστορίες», μικρές στιγμές της ζωής της, τις οποίες επεξεργάζεται όλο και περισσότερο με φίλτρα και άλλες συσκευές ρετουσαρίσματος. Μια συναυλία, μια έκθεση, ένα δείπνο ... όλα είναι πρόσχημα για το θέμα. «Συνειδητοποιώ ότι αυτή η προσωπική σκηνή είναι λίγο ναρκισσισμός. Έχω όμως την εντύπωση ότι δίνω περισσότερη ένταση σε αυτό που ζω. Υπάρχει ο καθημερινός εαυτός και αυτός που τονίζω στα κοινωνικά δίκτυα", λέει.

Η M. απέχει πολύ από το να θεωρεί τον εαυτό της ακραία περίπτωση: «Γνωρίζω πολλούς ανθρώπους των οποίων οι δημοσιεύσεις δεν αντικατοπτρίζουν καθόλου την πραγματικότητα της καθημερινής τους ζωής». Ντροπιασμένη από αυτό, προσπάθησε να διακόψει τη σχέση της με το Instagram. Αυτό δεν κράτησε ούτε 48 ώρες: «...Συγκλονισμένη από ένα αίσθημα κενού, είδε τον εαυτό της όχι μόνο να χάνει την επαφή με τους "φίλους" της, αλλά και να στερεί τον εαυτό της από όλα τα Likes και τις "καρδιές", που της τόνωναν την αυτοεκτίμηση». "Αν δεν έχω τουλάχιστον δέκα Like σε μια ανάρτηση, νιώθω ντροπιαστικά και μπορεί να την αφαιρέσω", παραδέχεται. (δες Stefano Lupieri)

Όπως η Μ., όλοι έχουμε εθιστεί σε αυτά τα μικρά τονωτικά για το εγώ μας που διανέμονται άφθονα και δωρεάν στα κοινωνικά δίκτυα (Facebook, Instagram, Snapchat, Pinterest, Youtube, Twitter). Ο κοινωνικός ανταγωνισμός, η σύγκριση, η αναγνώριση και το κύρος, θα μετρώνται πλέον με τον αριθμό των Likes και των «φίλων» ή των «ακολούθων».

Ο ψεύτικος εαυτός

Ο Νάρκισσος διαχέεται στο διαδίκτυο, θεωρώντας κάθε σχέση του ως "εργαλείο" ενίσχυσης της εικόνας του παρά ως μία συνεργασία, γι’ αυτό φροντίζει να συνδέεται με πρόσωπα κύρους ή επώνυμους προκειμένου να ωφελήσει την εικόνα του. Δεν χρησιμοποιεί το διαδίκτυο για να δείξει ποιος είναι, αλλά τέτοιος που εμείς θα ΘΕΛΑΜΕ ΝΑ ΕΙΝΑΙ, για την ακρίβεια τέτοιος που Εμείς θα θέλαμε να ΔΟΥΜΕ.

Το κύρος ενός προσώπου συνδέεται πλέον με τον αριθμό των vews(επισκέψεων). Στόχος είναι να τεθεί επικεφαλής της σχετικής λίστας. Αυτό είναι το παιγνίδι του Νάρκισσου που επωφελείται από την καλή του εικόνα, αφού αρκούν οι αναρτήσεις των φωτογραφιών και των βίντεό του για να γίνει στη συνέχεια influenceur ή conferencier. Οι διαφημιστικές εταιρίες αναζητούν τα άτομα που είναι πολύ δραστήρια στα κοινωνικά δίκτυα για να τα καταστήσουν διαμορφωτές της κοινής γνώμης για λογαριασμό τους, να τα κάνουν digital influencers, δίνοντάς τους να διαδώσουν ένα βίντεο ή μία φωτογραφία προκειμένου να διαφημίσουν ένα προϊόν ή να μεγιστοποιήσουν τη γνωστοποίησή του. Ο «μισθός» εξαρτάται από τον αριθμό των followers στα διάφορα δίκτυα. Η κυρία Τ. δημοσίευσε την υψηλή τιμή που έχουν οι αναρτήσεις διαφημιστικών προϊόντων στο προφίλ της στο Instagram, όπου παρουσιάζει συνήθως γυμνές της φωτογραφίες. Οι «μη επαγγελματίες» χρήστες, όπως οι δύο φίλοι στο Λονδίνο, θέλουν μόνο να «επιδειχθούν». Αναρτούν τα ταξίδια τους, τις κατακτήσεις τους, κάθε στιγμή της καθημερινής τους ζωής. Ελπίζουν να αποκτήσουν μια φήμη, αναρτώντας στο Youtube ένα βίντεο, ή γράφοντας στο Facebook κείμενα (η «λογοτεχνία» του διαδικτύου) που μπορούν να δουν χιλιάδες χρήστες. Ανεβαίνουν στη σκηνή με αφηγήσεις, selfies, hashtags εκθέτοντας ακόμα και τα πιο μύχια μυστικά τους ή τι μαγείρεψαν σήμερα! Τα αναρτούν με την (ψευδ)αίσθηση ότι θα αυξήσουν έτσι την αξία τους. Από εδώ ξεκινάει η "κοινωνική σύγκριση", ο καταναλωτικός ανταγωνισμός, η αξιολόγηση με βάση την εικόνα κατανάλωσης φαγητών, ταξιδιών, αυτοκινήτων, σπιτιών, διακοπών, ρούχων…

Πρέπει να ανησυχούμε; Και ναι και όχι. Τα ψηφιακά εργαλεία δεν είναι καλά ή κακά, αλλά γίνονται καλά ή κακά ανάλογα με τη χρήση που τους κάνουμε. Μπορούν να προωθούν τη δημιουργικότητα και την αυτο-έκφραση μας, καλλιεργώντας μια μορφή υγιούς ναρκισσισμού, ή να μας αποδυναμώνουν καθιστώντας μας εξαρτημένους από το βλέμμα των άλλων, δημιουργώντας μας κοινωνικό άγχος μέσω της διαρκούς σύγκρισης και του λεγόμενου «παθολογικού ναρκισσισμού». Γενικά, «Τα κοινωνικά δίκτυα δεν αποτελούν την αρχή της ανάπτυξης του ναρκισσισμού», γράφει ο ψυχίατρος Jean Cottraux, συγγραφέας του Tous narcissiques chez Odile Jacob, απλώς τον ενισχύουν.

Η αφήγηση στο διαδίκτυο παρέχει, επίσης, έναν τόπο για τη μεταβίβαση του συναισθήματος, μια δυνατότητα για τη μεταβολή της καταθλιπτικής εμπειρίας σε νέα σημεία και σε νέες ελπίδες. Οι αναρτήσεις και οι αυτοπαρουσιάσεις στα κοινωνικά δίκτυα, θα μπορούσαν να βάλουν λίγο βάλσαμο στην καρδιά σε μια ζωή όπου οι πηγές προσωπικής ανάπτυξης είναι λίγες. Όμως στα άτομα που έχουν ευάλωτο ναρκισσισμό και ασταθή αυτοεκτίμηση, αυτά τα εργαλεία μπορούν τελικά να κάνουν περισσότερο κακό παρά καλό.

Στα κοινωνικά δίκτυα παριστάνουμε τον ιδανικό, φαντασιωμένο εαυτό μας! «Οι selfies που δημοσιεύουμε στο προφίλ μας μας καθησυχάζουν επειδή μας δίνουν την εντύπωση ότι κυριαρχούμε στην εικόνα μας, εξηγεί η φιλόσοφος και ψυχαναλύτρια Elsa Godart, συγγραφέας του Je selfie je suis (Albin Michel). Αλλά η διαταραχή αναπτύσσεται λόγω του χάσματος μεταξύ του πραγματικού και του ιδανικούΓι’ αυτό οι εθισμένοι στο Facebook θα παρουσιάσουν περισσότερα σημάδια κατάθλιψης από το μέσο όρο. Ομοίως, έχει αποδειχθεί ότι όσο περισσότερο δημοσιεύετε, τόσο περισσότερο θα υποφέρετε από κάποια μορφή συναισθηματικού στρες. Το ιδανικό εγώ που δημιουργούμε τείνει να γίνει τυραννικό, καθώς πρέπει να τροφοδοτείται συνεχώς μέχρι τελικής εξάντλησης.

Η ντροπή και ο ναρκισσισμός είναι «δύο πλευρές του ίδιου νομίσματος». Η ναρκισσιστική προσωπικότητα είναι μια άμυνα απέναντι στην ντροπή. Ο ναρκισσιστής έχει τόσο εύθραυστο εγώ που μπορεί εύκολα να πληγωθεί, και πρέπει να προστατευθεί με κάθε κόστος από την αποκάλυψη τυχόν ανασφάλειας, ανεπάρκειας, ή ακόμη μήπως το ψεύτικο εγώ του, το ικρίωμα του μεγαλείου του καταρρεύσει, φέρνοντας συναισθήματα ντροπής και αμηχανίας - τελικά την απώλεια της αγάπης.

Μελέτες αποδεικνύουν την αρνητική σχέση μεταξύ της κοινωνικής σύγκρισης και της αυτοεκτίμησης. Μια έρευνα έδειξε ότι όταν οι άνθρωποι θεώρησαν ότι οι φίλοι τους στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης είχαν καλύτερη ζωή, το επίπεδο αυτοεκτίμησης ήταν χαμηλότερο ( Wang et al., 2017). Η υπάρχουσα έρευνα εξέτασε κυρίως τη χρήση του Facebook, ενώ το Instagram έχει μερικά διαφορετικά τεχνολογικά χαρακτηριστικά που μπορεί να αυξήσουν την κοινωνική σύγκριση των χρηστών και την επίδρασή της στην αυτοεκτίμηση. Για παράδειγμα, με περισσότερες επιλογές φίλτρων βελτίωσης, οι χρήστες του Instagram εμφανίζουν μεγαλύτερη τάση να επιλέγουν θετικά σενάρια ζωής σε σχέση με τους χρήστες του Facebook ( Lup et al., 2015 ). Επίσης, σε αντίθεση με το Facebook που είναι πιο επικεντρωμένο στο κείμενο, όπου οι χρήστες εμφανίζουν συχνά την πνευματική ή λογοτεχνική τους ικανότητα, το Instagram χρησιμοποιείται κυρίως για κοινή χρήση φωτογραφιών και βίντεο. Το οπτικό περιεχόμενο δημιουργεί υψηλότερο σχηματισμό εντυπώσεων με την κλιμάκωση της κοινωνικής παρουσίας ( Johnson & Knobloch-Westerwick, 2016 ) και τα οπτικά γραφικά είναι επίσης ευκολότερα στην ανάκληση από τις πληροφορίες που βασίζονται σε κείμενο (Noldy et al., 1990). Έτσι, η κοινωνική σύγκριση και οι επιπτώσεις της στην αυτοεκτίμηση γίνονται πιο εμφανείς στο Instagram.

Για να διατηρήσει τον ψεύτικο εαυτό του, ο ναρκισσιστής πρέπει να διαχωρίσει πτυχές της προσωπικότητάς του που δεν ταιριάζουν στην αναπαράσταση ενός τέλειου εαυτού. Αυτή η ψευδαίσθηση της τελειότητας μπορεί εύκολα να καταστραφεί. Γι’ αυτό προσπαθεί να κρατήσει την ψευδή εικόνα του υπό έλεγχο, έχει ανάγκη από ένα φανταστικό καθρέφτη μπροστά του ανά πάσα στιγμή. Τελικά, η αγάπη και η αποδοχή που λαχταρά, λείπουν τραγικά. Ο ναρκισσισμός σε οριακές διαταραχές προσωπικότητας ταλαντεύεται μεταξύ της νεύρωσης και της ψύχωσης. Kαι μπορεί να αναπαρασταθεί ως το κοίταγμα στον φανταστικό καθρέφτη - τη συνεχή προσπάθεια για τη ρύθμιση της αναπαράστασης του ψεύτικου εαυτού και την προσαρμογή σε μια πραγματικότητα που τελικά διαλύεται - τα θραύσματα του σπασμένου καθρέφτη είναι τα πολλαπλά προσωπεία του ψυχωτικού-σχιζοειδούς ατόμου.

Τα νέα μίντια δεν μας κάνουν πιο νάρκισσους, ο νέος τρόπος ανάδειξης του προϋπάρχοντος ναρκισσισμού μας κάνει, γιατί βρίσκουμε στο Ιντερνετ τις ίδιες ναρκισσιστικές συμπεριφορές που βρίσκουμε και στην πραγματική ζωή. Εντούτοις, αν και τα κοινωνικά δίκτυα δεν έχουν πολλαπλασιάσει άμεσα  τον αριθμό των νάρκισσων, τους παρέχουν αναντίρρητα μια πιο μεγάλη ορατότητα, αφού τους επιτρέπουν να πολλαπλασιάζουν επ’ άπειρο τον αριθμό των συζητητών και των θαυμαστών τους.

«bulles cognitive»

Ακούσια ή εκούσια το διαδίκτυο και τα νέα μίντια δεν είναι «δίαυλοι παθητικής πληροφόρησης», ασκούν επιρροή στις γνωστικές ικανότητες και στον ίδιο τον τρόπο σκέψη μας, επηρεάζοντας κατ’ αυτόν τον τρόπο αυτό που είμαστε. Το Facebook έχει κατηγορηθεί ότι έχει εμπλακεί στις αμερικανικές εκλογές του 2016. Γιατί πέραν τον fake news, τα κοινωνικά δίκτυα προτείνουν με προνομιακό τρόπο σε κάθε χρήστη τις πληροφορίες που αντιστοιχούν στα ΓΟΥΣΤΑ του και τις ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ Πεποιθήσεις του. (σ.σ. Αυτό είναι σημαντικό). Από εδώ προκύπτει η δημιουργία των «bulles cognitive» που ομαδοποιούν ανθρώπους που σκέφτονται το ίδιο πράγμα (με τον ίδιο τρόπο) και μία ασθενής αντιπαράθεση με τις διαφορετικές γνώμες, καθώς αυτοί που θα αποδειχθούν υπερβολικά κριτικοί σε μια συλλογική ανταλλαγή γνωμών μπορούν να «μπλοκαριστούν» με ένα «κλικ».  Συνεπώς, οι συνήθεις πρακτικές συνίστανται στον αποκλεισμό των αντιπάλων προκειμένου τα επιχειρήματά τους να είναι όσο το δυνατόν λιγότερο ορατά.

 Τελικά, η μπαλζακική "γαστρονομία του βλέμματος" έχει αντικατασταθεί από την επιδερμική γειτνίαση του ματιού και της εικόνας. Το μάτι διαχέεται μέσα στην εικόνα για να καλύψει το κενό της οθόνης. Κάνουμε ότι βλέπουμε, ότι απολαμβάνουμε, ότι αισθανόμαστε. Παριστάνουμε ότι διαθέτουμε πρόσωπο και ικανότητα δράσης, ενώ στην πραγματικότητα δεν έχουμε παρά μόνο προσωπεία και ρόλους. Ήδη αισθανόμαστε με χημικές, έξωθεν, παρεμβάσεις. Η εγγύτητα και η επαφή αποκλείονται.


Ο ΤΡΑΜΠ, ο ΜΑΣΚ, το διαδίκτυο και ο "νέος φασισμός"

«Δεν πρέπει να προκαλεί μεγάλη έκπληξη το γεγονός ότι ένα Δημοκρατικό Κόμμα που έχει εγκαταλείψει τους ανθρώπους της εργατικής τάξης θα διαπ...