Πάνω από 30% ήταν η τηλεθέαση της τηλεοπτικής σειράς «Άγιος Παΐσιος». Κάποιοι εκπλήσσονται. Γιατί δεν ξέρουν. Μόνο όποιος έχει παρακολουθήσει μία τελετουργία, αν έχει ακούσει εκατοντάδες πιστούς να ψέλνουν «Εις Θεός εις κόσμος…», αν δει τους πολυελαίους στην εκκλησία να σείονται, όποιος έχει βιώσει τον ενθουσιασμό και την έκσταση, την ριζική θρησκευτική εμπειρία, όπως λέει ο Ζίζεκ, των πιστών, αυτός μόνο μπορεί να καταλάβει. Η θρησκευτική εμπειρία ως ριζική οντολογική εμπειρία συμβαίνει εδώ. Οι άνθρωποι αυτοί νοιώθουν μοναδικοί, εκλεκτοί. Είναι συνήθως "αόρατοι" που εδώ αποκτούν την ορατότητά τους. Ήδη η «πίστη» τους τους έχει σώσει! Κανείς ορθολογισμός δεν μπορεί να σταθεί εμπόδιο σ’ αυτόν τον ενθουσιασμό. Καμία επιστήμη, κανένας ιός! Μία γυναίκα παραμιλά... Και το παραμιλητό κάτι θέλει να πει, έλεγε ο Λακάν. Ένας τζιχαντιστής παίρνει το κεφάλι των αλλόθρησκων στη Συρία, ένας άλλος ανατινάζεται ευτυχισμένος... Οι άπιστοι, κι εδώ κι εκεί, είναι ο εχθρός. Ο δεσπότης θα μιλήσει για τις «ορδές που θέλουν να μας ισοπεδώσουν». Ανατριχίλα. Είναι θρησκευόμενοι, πιστεύουν με τον τρόπο των φανατικών φονταμενταλιστών. Είναι συνδεδεμένοι ποικιλοτρόπως με την εκκλησία και τις παρα-εκκλησιαστικές οργανώσεις, κάποιοι εξ αυτών σιτίζονται στις εκκλησίες, έχουν πνευματικό που τους καθοδηγεί, μαθαίνουν απολυτίκια, κάνουν θρησκευτικό τουρισμό. Διαβάζουν “Μακελειό” και “Ελεύθερη Ώρα”. Ψηφίζουν τα εκβλαστώματα της χρυσής αυγής, τον Άδωνη, τον Βορίδη και τον Μπογδάνο. Είναι οι “αρνητές” του εμβολίου, είναι οι χθεσινοί “μακεδονομάχοι”, είναι η χρυσαυγίτικη φονική μηχανή που θα σκοτώσει τον Λουκμάν, το φασιστικό τέρας που θα στρίψει το μαχαίρι στην καρδιά του Παύλου Φύσσα. Το χέρι του φονιά θα το οπλίσει η "δαιμονοποίηση του άλλου, του άπιστου, του ξένου", τα πρωτοσέλιδα που γράφουν για "λαθραίους εισβολείς", η ξενοφοβική ρητορική των κηρύκων είτε από τον εκκλησιαστικό είτε από τον τηλεοπτικό άμβωνα. Η κατασκευή του εχθρού είναι εντατική και συνεχής. Γιατί ο «εχθρός» μας συνέχει, δημιουργεί το Εμείς και το Αυτοί, μας παρέχει νόημα και ταυτότητα.
Για την πλειονότητα του πληθυσμού το οντολογικό κενό δεν γεμίζει ούτε με τις επαγγελματικές ενώσεις και τα συνδικάτα, ούτε με τα πολιτικά κόμματα, ούτε με τους επαναστατικούς μύθους, αλλά με τους παλαιούς παραδοσιακούς δεσμούς, τη γλώσσα, το έδαφος, τις ιστορικές μνήμες, πραγματικές και φανταστικές, και από θεσμούς ή ηγέτες (πολιτικούς και θρησκευτικούς όπως ο Παΐσιος), που λειτουργούν ως ενσαρκώσεις της ιδέας που έχουν οι άνθρωποι για τον εαυτό τους, ως κοινότητα, -ως Gemeinschaft-, σύμβολα και παράγοντες που αποδείχτηκαν πολύ πιο ισχυρά από όσο ήθελε να πιστεύει η Αριστερά. Οι σοσιαλιστές, γράφει ο Μπερλίν, πίστευαν ότι η ταξική αλληλεγγύη, η αδελφοσύνη των θυμάτων της εκμετάλλευσης, καθώς και η προοπτική μιας δίκαιης και ορθολογικής κοινωνίας, που θα γεννούσε η επανάσταση, θα παρείχε αυτόν τον απολύτως αναγκαίο συνεκτικό δεσμό και πράγματι αυτό έγινε ως ένα βαθμό. Ως ένα βαθμό όμως. Γιατί η κοινωνική συνοχή συνεχίζει να παράγεται κυρίως στους παραδοσιακούς θεσμούς, όπως η Εκκλησία. Πολύ περισσότερο όταν τα κόμματα της Αριστεράς και τα συνδικάτα (ειδικά σήμερα) έχασαν την ουσιαστική επιρροή τους στην κοινωνία και την παραγωγή του «Εμείς» με βάση την κοινωνική αλληλεγγύη και την αδελφοσύνη των θυμάτων της εκμετάλλευσης.
Με άλλα λόγια, η πίστη σε μια ιδέα (που αφορά μια θρησκεία ή την ιδέα του έθνους) δεν μπορεί να παραγνωρίζεται από την Αριστερά, δεν μπορεί να αφήνεται η νέα Δεξιά (με την ακροδεξιά της έκφανση) να «παίζει» εν ου παικτοίς. Σημασία έχει ποιο περιεχόμενο θα επικρατήσει στην έννοια του έθνους και στην ουσία της χριστιανικής θρησκείας. Γιατί ο αγώνας υπέρ του έθνους, ή η πίστη σε μια θρησκεία μπορεί να καλύπτει και τον ιεροεξεταστή και τον μάρτυρα, και την πορφύρα και το τζάκετ, και τον «πάνω», συντηρητικό κλήρο και τον επαναστάτη «κάτω» κλήρο. Αυτή η πολυσημία της θρησκείας αντιστοιχεί στην «πολύσημη κοινωνία» μας, γράφει ο Ρεζίς Ντεμπρέ.
Αξίζει, λοιπόν, να δούμε γιατί ο Μαρίνος Αντύπας ήταν υπέρ ενός χριστιανισμού της Αγάπης και της Κοινοκτημοσύνης και, βεβαίως, κατά της Εκκλησίας: «Ότι λοιπόν ο Σοσιαλισμός είναι αυτή η Αλήθεια, αυτή η Δικαιοσύνη, και ότι ο διδάξας τούτον είναι ο Χριστός, και ότι ολόκληρος εν τω Ευαγγελίω εμπεριέχεται τούτο είναι αναμφισβήτητον», έγραφε.
Ο Αντύπας υιοθετεί σοσιαλιστικές αντιλήψεις των αποκαλούμενων «ουτοπικών» μαζί με απόψεις του Ένγκελς, της αναρχικής ιδεολογίας(Κροπότκιν) και του κλασσικού ευρωπαϊκού ανθρωπισμού. Και όλα αυτά έχουν ως συνδετικό αρμό την κοινοκτημοσύνη και την αγάπη του πρωτοχριστιανισμού αλλά και την ιδεολογία κάποιων κινημάτων με θρησκευτικό χαρακτήρα, όπως ο πόλεμος των χωρικών στη Γερμανία και η Κομμούνα του Μίνστερ της Βεσταφαλίας το 1534. Αυτός ο κοινωνισμός της πράξης διαπνέεται από το πνεύμα της θυσίας προσώπων που αισθάνονται ότι επιτελούν την αποστολή του κοινωνικού αναμορφωτή και γι’ αυτό έχουν μία ισχυρή αίσθηση του δικαίου. (Αξίζει να σημειωθεί η σημασία που έδινε ο Άρης Βελουχιώτης στη θρησκευτική συνείδηση, διακρίνοντας τους αγωνιστές κληρικούς από τους δήθεν θρησκευόμενους: «σε αυτούς δεν υπάρχει ούτε ίχνος θρησκευτικής συνείδησης κι ο μόνος που λατρεύουν είναι ο Θεός Μαμμωνάς, ο Θεός του χρήματος…», έλεγε στην ομιλία στη Λαμία. Το ίδιο ισχύει και σήμερα με αυτούς που βγάζουν για προσκύνημα την «άγια παντόφλα»!).
Εδώ θα πρέπει να ξαναδιαβάσουμε και την χριστιανο-μαρξίστρια Σιμόν Βέιλ (L’ enracinement). Σύμφωνα με την Βέιλ, ο άνθρωπος έχει μία ρίζα από την πραγματική, ενεργητική και φυσική συμμετοχή του στην ύπαρξη μιας συλλογικότητας, η οποία κρατάει ζωντανούς κάποιους θησαυρούς του παρελθόντος και κάποια προαισθήματα του μέλλοντος. Η φυσική συμμετοχή σημαίνει αυτόματα τον τόπο, τη γέννηση, το επάγγελμα, το ανθρώπινο περιβάλλον. Αλλά κάθε άνθρωπος έχει ανάγκη από ποικίλες ρίζες, όπως η ηθική, η πνευματική και διανοητική ζωή, πεδία στα οποία θεωρεί ότι είναι φυσικό μέρος. Γιατί ένα σακί σιτάρι μπορεί να αντικατασταθεί από ένα σακί σιτάρι, αλλά η «τροφή» που προσφέρει μία συλλογικότητα στην ψυχή των μελών της, δεν έχει ισοδύναμο μέσα στο σύμπαν ολόκληρο. Ο άνθρωπος δεν έχει ανάγκη μόνο το ρύζι ή τις πατάτες αλλά και την «τροφή» της ψυχής. Αυτό το έχει παραγνωρίσει η Αριστερά σήμερα, καθώς θεωρεί ότι η δίκαιη και ικανή ποσότητα ρυζιού μπορεί να λύσει όλα τα προβλήματα. Έχει παραγνωρίσει τη συλλογικότητα, τη σημασία του Εμείς και των κοινοτήτων της Αγάπης και της Αλληλεγγύης(Θυμάμαι τον καλαθοσφαιριστή που έλεγε για τον μετανάστη στην Κυψέλη που είχε να μιλήσει δυο χρόνια με άνθρωπο. Δεν ήθελε λεφτά, να μιλήσει ήθελε). Η Σιμόν Βέιλ γράφει για τις συλλογικότητες που πρέπει να ξαναζωντανέψουμε, αλλά και για τις "σάπιες συλλογικότητες", όπως αυτές των φασιστών, που πρέπει να εξαλείψουμε.
Το θέμα, λοιπόν, δεν είναι ο Παΐσιος, αλλά η διαπάλη για την επιβολή αυτού ή του άλλου περιεχομένου στις συλλογικότητες, είτε πρόκειται για παραδοσιακές είτε για νέες. Η τηλεοπτική σειρά επιχειρεί να προσδώσει ένα ορισμένο περιεχόμενο στη θρησκευτική συνείδηση. Εμείς δεν ξεχνάμε, όμως, ότι το αρχικό περιεχόμενο του χριστιανισμού ήταν ανατρεπτικό, ήταν κατά των πλούσιων…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου