Χασισοπότες, μανιώδεις καπνιστές, κατσαριδόφιλοι, αναρχοάπλυτοι, μη κανονικοί, γκέι, Ζακί, αλληλέγγυοι, υπερευαίσθητοι, ψυχικά νοσούντες, ξένοι, μετανάστες! Η ταυτότητα του εχθρού έχει περιγραφεί από τα μίντια της συντήρησης. Ο εχθρός του «νοικοκύρη», ο μισητός Άλλος του ανθρώπου της τάξης μόλις έχει κατασκευασθεί. Είναι ο «κανονικός» που θα τσακίσει τον μη κανονικό Ζακ, είναι η χρυσαυγίτικη φονική μηχανή που θα σκοτώσει τον Λουκμάν, το φασιστικό τέρας που θα στρίψει το μαχαίρι στην καρδιά του Παύλου Φύσσα. Το χέρι του φονιά θα το οπλίσει η "δαιμονοποίηση του άλλου", τα πρωτοσέλιδα που γράφουν για "λαθραίους εισβολείς", η φοβική ρητορική των τηλε-κηρύκων της ακροδεξιάς, οι "χοίρινες" ύβρεις στην ελληνική Βουλή κ.ά.. Όμως, κάποτε, άηχα και περιθωριακά, αναπτύσσονται "σπιλιάδες" αντίστασης, ριπές πολιτιστικού ανέμου που αποδομούν τις καρικατούρες εχθρών-δαιμόνων, καταστρέφουν τα στερεότυπα, διατηρώντας παράλληλα την ετερότητα. Έχω στο νου μου την εκπομπή "Το Μαγικό των Ανθρώπων" (ΕΡΤ2) που δίνει φωνή στους "άλλους", όπως στον Mohammad Alasli, ένα νέο από την Συρία, ένα πονεμένο παιδί, που έφυγε από τη χώρα του όντας στο τελευταίο χρόνο της Νομικής, γιατί δεν ήθελε να σκοτώσει ή να σκοτωθεί στον αδελφοκτόνο εμφύλιο πόλεμο. Έναν υπέροχο άνθρωπο, που έχει ενταχθεί πλήρως στην ελληνική κοινωνία, έχοντας τυλιγμένο στο λαιμό του το κασκόλ και τη μυρωδιά της μάνας του, που δεν θα ξαναδεί ποτέ. Κι όμως αυτό το θαυμάσιο παιδί κάποιοι το δείχνουν ως "εχθρό"!
Ποιος, αλήθεια, και γιατί χρειάζεται τους εχθρούς; Σε μια ομιλία που εκφώνησε ο Ουμπέρτο Εκο στο Πανεπιστήμιο της Μπολόνιας, στις 15 Μαΐου 2008, εξηγούσε: "Πριν από μερικά χρόνια, στη Νέα Υόρκη, έπεσα σε έναν ταξιτζή με ένα όνομα που δύσκολα μπορεί να αποκρυπτογραφηθεί, ο οποίος μου δήλωσε ότι είναι Πακιστανός. Με ρώτησε από ποια χώρα προερχόμουν, του είπα από την Ιταλία, με ρώτησε πόσοι είμαστε εμείς οι Ιταλοί και του προξένησε εντύπωση το ότι είμαστε τόσο λίγοι και το ότι η γλώσσα μας δεν είναι η αγγλική γλώσσα. Τέλος, με ρώτησε ποιοι είναι οι εχθροί μας. Στο δικό μου «παρακαλώ;» απάντησε υπομονετικά ότι ήθελε να μάθει με ποιους λαούς είμαστε εδώ και αιώνες σε πόλεμο για εδαφικές διεκδικήσεις, εθνικά μίση, συνεχείς παραβιάσεις συνόρων κ.ο.κ. Του είπα ότι δεν είμαστε σε πόλεμο με κανέναν. Υπομονετικά μου εξήγησε ότι ήθελε να μάθει ποιοι είναι οι ιστορικοί μας εχθροί, εκείνοι με τους οποίους αλληλοσκοτωνόμαστε. Του επανέλαβα ότι δεν έχουμε τέτοιους εχθρούς, ότι τον τελευταίο πόλεμο τον κάναμε πριν από πενήντα και πάνω χρόνια και τον αρχίσαμε με έναν εχθρό και τον τελειώσαμε με άλλον. Δεν έμεινε ικανοποιημένος. Πώς είναι δυνατόν να υπάρχει ένας λαός που δεν έχει εχθρούς; Κατέβηκα δίνοντάς του δύο δολάρια φιλοδώρημα, για να τον αποζημιώσω για τον ράθυμο πασιφισμό μας, και έπειτα μου ήρθε στον νου η απάντηση που έπρεπε να του είχα δώσει, δηλαδή ότι δεν είναι αλήθεια ότι οι Ιταλοί δεν έχουν εχθρούς. Δεν έχουν εξωτερικούς εχθρούς, και σε κάθε περίπτωση δεν είναι ποτέ σε θέση να συμφωνήσουν για να προσδιορίσουν ποιοι είναι αυτοί οι εχθροί, επειδή είναι συνεχώς σε πόλεμο μεταξύ τους. Η Πίζα εναντίον του Λιβόρνο, οι Γουέλφοι εναντίον των Γιβελίνων, οι Βόρειοι εναντίον των Νότιων, οι φασίστες εναντίον των ανταρτών, η μαφία εναντίον του κράτους, η κυβέρνηση εναντίον της δικαιοσύνης -και κρίμα που εκείνη την εποχή δεν είχε ακόμη συμβεί η πτώση της δεύτερης κυβέρνησης Πρόντι, γιατί διαφορετικά θα είχα μπορέσει να του εξηγήσω καλύτερα τι σημαίνει να χάνεις έναν πόλεμο από φίλια πυρά."
"Ωστόσο, καθώς σκεφτόμουν καλύτερα αυτό το επεισόδιο, πείσθηκα ότι μία από τις κακοτυχίες της χώρας μας τα τελευταία εξήντα χρόνια ήταν ακριβώς το ότι δεν είχε αληθινούς εχθρούς. Η ενότητα της Ιταλίας επιτεύχθηκε χάρη στην παρουσία των Αυστριακών, ο Μουσολίνι μπόρεσε να απολαμβάνει τη λαϊκή συναίνεση επειδή μας προέτρεπε να εκδικηθούμε για την κολοβή νίκη, για τις ταπεινώσεις που υποστήκαμε στο Ντογκάλι και στην Αντουα και για τις εβραϊκές δημο-πλουτοκρατίες που μας επέβαλαν τις άδικες κυρώσεις. Δέστε τι έπαθαν οι Ηνωμένες Πολιτείες όταν χάθηκε η «αυτοκρατορία του Κακού» και διαλύθηκε ο μεγάλος σοβιετικός εχθρός. Κινδύνευαν να χάσουν την ταυτότητά τους, ώσπου ο Μπιν Λάντεν, ευγνώμων για τα ευεργετήματα που είχε δεχθεί όταν οι ΗΠΑ τον βοηθούσαν εναντίον της Σοβιετικής Ένωσης, έβαλε το σπλαχνικό του χέρι στις Ηνωμένες Πολιτείες και έδωσε στον Μπους την ευκαιρία να δημιουργήσει νέους εχθρούς, επανεδραιώνοντας το συναίσθημα εθνικής ταυτότητας και την εξουσία του."
Αυτή την ανάγκη της ελληνικής δεξιάς για «εχθρούς» είχαμε στην περίπτωση του Μακεδονικού. Η Β. Μακεδονία δεν απειλούσε την Ελλάδα πραγματικά. Απειλούσε όμως την ταυτότητα των συντηρητικών Ελλήνων, που δεν μπορεί να υπάρξει χωρίς «εχθρούς». Την ανάγκη αυτή είχε διαπιστώσει πρώτος ο αλεξανδρινός ποιητής που διερωτάτο: Και τώρα τι θα γίνουμε χωρίς βαρβάρους;
"Το να έχουμε έναν εχθρό είναι σημαντικό, όχι μόνο για να ορίζουμε την ταυτότητά μας αλλά και για να προμηθευόμαστε ένα μέτρο για να μετράμε το δικό μας σύστημα αξιών". Ο καθαρός, γραβατωμένος νεοδημοκράτης ορκίζεται με θρησκευτικό όρκο και έχει μόνο σύζυγο, διακρινόμενος από τον συριζαίο που δεν φορά γραβάτα, ορκίζεται με πολιτικό όρκο και έχει σύντροφο!
Όταν ο εχθρός δεν υπάρχει, χρειάζεται να τον κατασκευάζουμε. Αυτό ξεκινά με τη διαδικασία παραγωγής και δαιμονοποίησης του άλλου, του διαφορετικού. Ένας κατ' εξοχήν διαφορετικός είναι ο ξένος. Ήδη στα ρωμαϊκά ανάγλυφα οι βάρβαροι εμφανίζονται γενειοφόροι και πλακουτσομύτες και το ίδιο το όνομα «βάρβαροι», όπως είναι γνωστό, υπαινίσσεται ένα ελάττωμα γλώσσας και επομένως σκέψης. Σήμερα, ο βάρβαρος είναι εκείνος που είναι "έξω", αλλά και αυτός που βρίσκεται ανάμεσά μας, ο μη ευρωπαίος μετανάστης, που κατά κάποιον τρόπο συμπεριφέρεται με τρόπο διαφορετικό ή μιλάει άσχημα τη γλώσσα μας, ο πονηρός και κατεργάρης, που πάντα είναι άπλυτος και βρομάει. Από τον Όμηρο ο Θερσίτης («στραβοκάνης και κουτσός από το ένα πόδι, οι ώμοι του γυρισμένοι προς τα μέσα, σμιγμένοι πάνω από το στήθος του και από πάνω είχε ένα μακρουλό κεφάλι, όπου φύτρωναν τρίχες αραιές») είναι κοινωνικά κατώτερος από τον Αγαμέμνονα ή από τον Αχιλλέα και γι' αυτό τους φθονεί. "Η μορφή του εχθρού δεν μπορεί να εξαλειφθεί από τις διαδικασίες του εκπολιτισμού. Η ανάγκη είναι συνυφασμένη ακόμα και με τον ήπιο άνθρωπο και φίλο της ειρήνης. Απλώς μετατοπίζεται τότε η εικόνα του εχθρού από έναν ανθρώπινο στόχο σε μια φυσική ή κοινωνική δύναμη, που κατά κάποιον τρόπο μας απειλεί και που πρέπει να νικηθεί, είτε αυτή είναι η καπιταλιστική εκμετάλλευση είτε η μόλυνση του περιβάλλοντος ή η πείνα στον Τρίτο Κόσμο. Αλλά έστω και αν αυτές είναι «ενάρετες» περιπτώσεις, ο Μπρεχτ μας θυμίζει ότι ακόμα και το μίσος για την αδικία αλλοιώνει το πρόσωπο.", επισημαίνει ο Έκο και συνεχίζει, τονίζοντας "ότι το ηθικό αίτημα επιβιώνει όχι όταν υποκρινόμαστε ότι δεν υπάρχουν εχθροί αλλά όταν προσπαθούμε να τους κατανοήσουμε, να μπούμε στη θέση τους. Δεν υπάρχει στον Αισχύλο μίσος για τους Πέρσες, αφού στην τραγωδία του αυτός ζει ανάμεσά τους και παρατηρεί από τη σκοπιά τους. Το να προσπαθούμε να κατανοούμε τον άλλο σημαίνει να καταστρέφουμε τα στερεότυπα χωρίς να αρνούμαστε ή να καταργούμε την ετερότητα. Αλλά οι μορφές κατανόησης του εχθρού χαρακτηρίζουν τους ποιητές, τους αγίους ή τους προδότες. Οι δικές μας βαθύτερες παρορμήσεις είναι πολύ διαφορετικές. Αν είναι έτσι, η κατασκευή του εχθρού πρέπει να είναι εντατική και συνεχής. Ένα αληθινά υποδειγματικό μοντέλο αυτής της κατασκευής μάς προσφέρει ο Τζορτζ Οργουελ στο «1984»: Όπως συνήθως, παρουσιάστηκε στην οθόνη το πρόσωπο του Εμμανουήλ Γκόλντσταϊν, του Εχθρού του Λαού. Σκόρπια σφυρίγματα αποδοκιμασίας ακούστηκαν από το ακροατήριο. Η μικρόσωμη κοκκινομάλλα γυναικούλα άφησε μια στριγκλιά φόβου ανάμεικτου με αη δία. Προτού περάσουν τριάντα δευτερόλεπτα Μίσους, το μισό ακροατήριο ξέσπασε σε έξαλλες κραυγές λύσσας. Στο δεύτερο λεπτό το μίσος εξελίχθηκε σε παραλήρημα. Το ακροατήριο αναπηδούσε πάνω στις καρέκλες και ούρλιαζε όσο πιο δυνατά μπορούσε προσπαθώντας να πνίξει το βέλασμα που σε τρέλαινε από την τηλεοθόνη. Η μικροκαμωμένη κοκκινομάλλα αναψοκοκκινισμένη ανοιγόκλεινε το στόμα της σαν ψάρι έξω από το νερό. Η μελαχρινή κοπέλα πίσω από τον Γουίνστον άρχισε να ξεφωνίζει: "Γουρούνι! Γουρούνι! Γουρούνι!"". Τα "γουρούνια" έχουν την τιμητική τους και στην ελληνική Βουλή εσχάτως).
Τελικά, δεν μπορούμε να ζήσουμε χωρίς εχθρούς; Ο Π. Κροπότκιν θα μας πει ότι "ένας κόσμος καλοσύνης είναι εφικτός". Ότι η φύση μας δεν στερείται ανταγωνιστικότητας, βιαιότητας ή αντικοινωνικών παθών αλλά ότι ο καλύτερος τρόπος τιθάσευσής τους είναι η εξέλιξη των πρακτικών της αλληλοβοήθειας που θα εμποδίσουν αυτά τα φυσικά πάθη από το να γίνουν συστηματικές πηγές κοινωνικής αδικίας. Συνεπώς, ένας κόσμος χωρίς εχθρούς είναι εφικτός...
*τα αποσπάσματα της ομιλίας του Εκο είναι από το Ludus Literarius