[ Γιώργος X. Παπασωτηρίου / Κόσμος / 21.01.23 ]
Η κυβέρνηση των ΗΠΑ δεν έχει πλέον το δικαίωμα να δανείζεται και προσπαθεί να αποφύγει μια χρεοκοπία.
Εάν το Κογκρέσο αρνηθεί να αυξήσει το ανώτατο όριο του χρέους τους επόμενους μήνες, οι Ηνωμένες Πολιτείες θα αντιμετωπίσουν μια οικονομική καταστροφή που θα μπορούσε να εξαπλωθεί σε ολόκληρο τον κόσμο.
Το ανώτατο όριο του αμερικανικού δημόσιου χρέους έχει καλυφθεί, προειδοποίησε η υπουργός Οικονομικών Janet Yellen σε επιστολή προς το Κογκρέσο την Πέμπτη 19 Ιανουαρίου, ανακοινώνοντας ότι θα πρέπει να ληφθούν «έκτακτα μέτρα» ώστε η κυβέρνηση να συνεχίσει να πληρώνει τους λογαριασμούς της.
Την Παρασκευή, από τη Σενεγάλη όπου βρίσκεται σε επίσημο ταξίδι, η Yellen προειδοποίησε ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες θα μπορούσαν να βιώσουν ύφεση και να «προκαλέσουν παγκόσμια οικονομική κρίση» σε περίπτωση χρεοκοπίας - η πρώτη στην ιστορία-, εάν το Κογκρέσο αποτύχει να αυξήσει έγκαιρα το ανώτατο όριο. Αυτό "Θα μπορούσε ενδεχομένως να συμβεί ήδη από τις αρχές Ιουνίου", δήλωσε η υπουργός Οικονομίας των ΗΠΑ.
«Αν συνέβαινε αυτό, το κόστος δανεισμού μας, και αυτό κάθε Αμερικανού, θα ανέβαινε», συνέχισε, μιλώντας στη δημοσιογράφο του CNN, Κριστιάν Αμανπούρ. Ακόμα, «η μη καταβολή ποσών που οφείλονται σε ομολογιούχους, αποδέκτες Κοινωνικής Ασφάλισης ή τον στρατό θα οδηγούσε αναμφίβολα σε ύφεση την οικονομία των ΗΠΑ, καθώς και σε παγκόσμια οικονομική κρίση». Επιπλέον, «θα υπονόμευε σίγουρα τον ρόλο του δολαρίου ως αποθεματικού νομίσματος που χρησιμοποιείται στις συναλλαγές σε όλο τον κόσμο», πρόσθεσε.
Ποιοι είναι οι λογιστικοί ελιγμοί για την αποφυγή της χρεοκοπίας; Η «πώληση επενδυτικών προγραμμάτων για άντληση μετρητών» ή η «αναστολή νέων επενδύσεων σε (διάφορα) συνταξιοδοτικά ταμεία δημοσίων υπαλλήλων», προκειμένου να μην δημιουργηθεί νέο χρέος.
Άρα, το μάρμαρο θα το πληρώσουν οι «από κάτω».
Γι’ αυτό ο δημοκρατικός γερουσιαστής Μπέρνι Σάντερς, γράφει σήμερα στο τουίτερ: «Αν και δεν συμφωνώ με τον Τραμπ ουσιαστικά σε τίποτα, έχει δίκιο που λέει: «Σε καμία περίπτωση οι Ρεπουμπλικάνοι δεν πρέπει να ψηφίσουν για να κόψουν ούτε μια δεκάρα από το Medicare ή την Κοινωνική Ασφάλιση». Ας αυξήσουμε τους φόρους στους δισεκατομμυριούχους, όχι να περικόψουμε τα συνταξιοδοτικά επιδόματα.».
Ποιος αμφιβάλει ότι οι εργαζόμενοι και οι συνταξιούχοι θα πληρώσουν το «χρέος»; Κανείς.
Κι άλλοτε υπήρχε πρόβλημα με το ύψος του χρέος. Πάντα η κινδυνολογία οδηγούσε στις περικοπές κοινωνικών προγραμμάτων μέχρι να βρεθεί λύση από το Κογκρέσο. Δηλαδή, να αυξηθεί το όριο του χρέους. Αυτό συνέβη το 1995, το 2011, το 2013 και το 2021, κάθε φορά υπό την προεδρία των Δημοκρατικών που βρίσκονταν υπό την ομηρία ενός Κογκρέσου που ελέγχονταν από τους Ρεπουμπλικάνους.
Θα υπάρξει και τώρα μία συμφωνία των δύο κομμάτων;
Τίποτα δεν είναι σίγουρο. Η σημερινή κατάσταση φαίνεται να είναι πολύ πιο δύσκολη από τις προηγούμενες, όπως διαπιστώθηκε με την περίπτωση της εκλογής προέδρου της Βουλής και το χάος της που προκλήθηκε. Οι σημερινοί Ρεπουμπλικάνοι, γράφει ο Πολ Κρούγκμαν στους New York Times, «κάνουν τα μέλη του Tea Party – το οποίο είχε χρησιμοποιήσει το ανώτατο όριο του χρέους για να εκβιάσει τον Ομπάμα – να μοιάζουν με λογικούς ανθρώπους». Ο νομπελίστας οικονομολόγος ανησυχεί ότι ένας σημαντικός αριθμός Ρεπουμπλικάνων βουλευτών «μπορεί κάλλιστα να θέλει μια κρίση για να «βλέπει τον κόσμο να καίγεται» υπό τη διακυβέρνηση των Δημοκρατικών».
Ο κίνδυνος μη συμφωνίας μεταξύ των δύο κομμάτων μπορεί να προέλθει από τη συμφωνία που συνήψε ο Κέβιν Μακάρθι με μέλη του Freedom Caucus (στα δεξιά της ακροδεξιάς) προκειμένου να εκλεγεί πρόεδρος της Βουλής. Οι ακροδεξιοί αυτοί θα συμφωνούσαν σε μία αύξηση του ανώτατου ορίου του χρέους αρκεί να συνδεθεί με την μείωση των κοινωνικών δαπανών σε ομοσπονδιακό επίπεδο, γράφει ο New Yorker.
Τι θα γίνει αν αποτύχουν όλες οι διαπραγματεύσεις; Πάνω απ' όλα, δεν πρέπει «να επιδιώκουμε να κατευνάσουμε τους οικονομικούς τρομοκράτες», υποστηρίζει ο Κρούγκμαν, που προτείνει τρεις λύσεις στην κυβέρνηση προκειμένου να αποφύγει την καταστροφή: Η πρώτη είναι η νομοθετική ρύθμιση που «θα απαιτούσε την υποστήριξη μιας χούφτας υγιών μελών της Ρεπουμπλικανικής ομάδας». Η δεύτερη, θα συνίστατο στο «κόψιμο ενός νομίσματος από πλατίνα ονομαστικής αξίας, ας πούμε, 1.000 δισεκατομμυρίων δολαρίων». Η τρίτη, τέλος, θα είναι ένα οικονομικό κόλπο στην αγορά ομολόγων.
Όμως, η πίεση στην οικονομική πολιτική της κυβέρνησης των ΗΠΑ δεν προέρχεται μόνο εκ των έσω αλλά και από το εξωτερικό λόγω της σύγκρουσης με την Ρωσία. Ο Εμ. Τοντ έλεγε πρόσφατα στην εφημερίδα Le Figaro:
«Η Αμερική είναι εύθραυστη. Η αντίσταση της ρωσικής οικονομίας σπρώχνει το αμερικανικό αυτοκρατορικό σύστημα στον γκρεμό. Κανείς δεν περίμενε ότι η ρωσική οικονομία θα άντεχε στην «οικονομική ισχύ» του ΝΑΤΟ. Εάν η ρωσική οικονομία αντιστεκόταν επ' αόριστον στις κυρώσεις και κατάφερνε να εξαντλήσει την ευρωπαϊκή οικονομία, εάν άντεχε, υποστηριζόμενη από την Κίνα, οι αμερικανικοί νομισματικοί και χρηματοοικονομικοί έλεγχοι του κόσμου θα κατέρρεαν και μαζί τους η δυνατότητα των Ηνωμένων Πολιτειών να χρηματοδοτήσουν το τεράστιο εμπορικό τους έλλειμμα. Αυτός ο πόλεμος έχει γίνει λοιπόν υπαρξιακός και για τις Ηνωμένες Πολιτείες. Έχουν εγκλωβιστεί στη σύγκρουση όσο και η Ρωσία. Γι' αυτό βρισκόμαστε τώρα σε έναν ατελείωτο πόλεμο, σε μια αντιπαράθεση που το αποτέλεσμα πρέπει να είναι η κατάρρευση του ενός ή του άλλου…».